United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ένας μικροπρόσωπος με κοκκινισμένα μάτια και στεγνά φρύδια θάτανε θαλασσινός και μάλιστα ψαρράς. Το δείχνανε και τα ξυπόλυτα πόδια του. Τα πέλματα πολύ πλατισμένα, αδύνατο νάχανε γνωρίσει το παπούτσι.

Έπειτα επρόσταξεν ο Σεβάχ Θαλασσινός τους υπηρέτας του να φιλοδωρήσουν τον βαστάζον άλλα εκατόν φλωριά συναριθμώντάς τον εις τον κατάλογον των φίλων του, και παραγγέλοντάς του εις το εξής να αφήση την τέχνην του την τόσον κοπιαστικήν, και να συχνάζη καθ' ημέραν να γεύεται εις την τράπεζάν του.

Τραβά τότε καταπάνω του με το καμάκι ψηλά, με την ξανθοκόκκινη περικεφαλαία θυσσανοσκέπαστη από το χοχλαστό νερό της βαλβίδας, με το μολυβοφορτωμένο στήθος αστραφτερό, με τα γατζούδια της πλατειάς ζώνης τρεμόλαμπα, με το σκοτεινό του λάστιχο θαλασσινός Άρης μέγας και άτρομος. Το θηρίο εσάστισε στην άγρια εικόνα, εδείλιασε με την τόσην ορμή του. Μωρέ τ' είνε τούτο! εκουτοσυλλογίσθηκε.

Βάκτρον του γήρατός του, διά να υποβαστάζη τα ρευματισμένα γόνατά του, ο γέρων θαλασσινός δεν είχε παρά τον υιόν του τον Παναγιώτην, παιδίον δώδεκα ετών, τον οποίον είχε παρονοματίσει με γενναίαν θωπείαν «Πάπον της» η μακαρίτισσα η Αργυρώ, η σύζυγος του Μπαμπούκου. Αλλ' ο Πάπος του έφευγεν. Επηδούσεν από βράχον εις βράχον, από ακρογιαλιάν εις ακρογιαλιάν.

Ο θαλασσινός μάχεται με δυο στοιχεία φοβερά, μεγαλοδύναμα και ασώματα μαζί: τον αέρα και το νερό. Τι να τους κάμης; με τι να τα πολεμήσης; Μόνον με τις βλαστήμιες σου. Σε παρόμοια θέσι ευρέθηκε, νομίζω, και ο Ξέρξης όταν ηθέλησε ν' αλυσοδέση τον Ελλήσποντο. Οι βλαστήμιες είνε οι δικές μας αλυσίδες. Τόρα το ναυτόπουλο έφερε τρέμοντας τον Άγιο Νικόλα εμπρός στον καπετάνιο.

Ο Μπαμπούκος ήτον γηραιός θαλασσινός, ο οποίος επί σαράντα χρόνους είχε γυρίσει όλην την Μαύρην και την Άσπρην θάλασσαν, την Μεσόγειον και μέρος του Ωκεανού, ως λοστρόμος με τα καράβια. Είτα είχε ζητήσει να λάβη σύνταξιν, αλλά τα «χαρτιά του δεν ήσαν καλά», του είπαν. Τώρα επήγαινεν ως σύντροφος με μισό μερίδιον, με τας λέμβους τας αλιευτικάς και πορθμητικάς.

Δεν έβγαλε τσιμουδιά κάμποση ώρα. Μα δεν μπορούσε να βαστάξη. — Κινδύνεψες καμμιά φορά, πατέρα, στη θάλασσα; είπε ξερά-ξερά. Ο καπετάν Λαλεχος βαρειότανε αυτές τις κουβέντες. « Η θάλασσα αυτά έχει. Σαν είσαι θαλασσινός αυτά περιμένεις. Φουρτούνες και μπουνάτσες για τους θαλασσινούς είνε». — Τι τα θέλεις αυτά, παιδί μου, είπε σε λίγο μ' ένα πλατύ χασμουρητό. Άνθρωπος είσαι, κάθε στιγμή κινδυνεύεις.

Εις την Βαβυλώνα βασιλεύοντος του Χαρούμ Καλίφη, διά τον οποίον προ ολίγου σας διηγήθην, ευρίσκετο ένας πλουσιώτατος άνθρωπος ονομαζόμενος Σεβάχ θαλασσινός, ο οποίος είχε συνήθειαν επτά ημέρας κατά συνέχειαν εις την πρώτην εβδομάδα του μηνός να κάμνη θυσίας και συμπόσιον πλουσιοπάροχον εις όλους τους φίλους του και γνωστούς, εις ανάμνησιν των επτά ταξειδίων του, εις τα οποία υπέφερε τόσους κινδύνους και εδοκίμασε τόσας δυστυχίας με διάφορα και αναρίθμητα συμβάντα και εις τα οποία είδε τόσα παράδοξα και τερατώδη πράγματα ώστε εξίσταται ο νους του να τα διηγηθή και φρίττει όποιος τα ακούει, καθώς η συνέχεια της ιστορίας θέλει το φανερώσει.

Εξελθόντα του πρακτορείου, ο Μανώλης ο Πολύχρονος έκαμεν απόπειραν να τον συνοδεύση μέχρι του τόπου της εκλογής, προσπαθών ν' αρχίση μετ' αυτού ομιλίαν επί τετριμμένου θέματος. — Έ! πως τα βλέπεις τα πράμματα, μπαρμπα-Στεφανή; — Πώς θέλεις να τα βλέπω; εμορμύρισε δυσφορών ο παλαιός θαλασσινός. — Απ' το άλλο κόμμα σκύλιασαν . . . . Δεν είδες τι πηλάλα την έχουν;

Και τούπες τότες, Πάτροκλε λεβέντη, περγελώντας «Ωχ ωχ, ο σκύλος τι αλαφρύς! βουτιές που σου τις παίρνει. 745 Μα αν γίνει αφτός θαλασσινός, τι λόγος, ένα πλήθος θα θρέψει, απ' τα καΐκι του πηδώντας και στον πάτο σφουγγάρια ψάχνοντας να βρει, κιας είναι οργιές το βάθος, σαν που στον κάμπο να! άφοβα πηδά απ' τ' αμάξι τώρα. Έχουν λοιπόν στο κάστρο τους κι' οι Τρώες μπεχλιβάνια750