Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Καθώς εμβήκεν από την αυλόπορταν, εστάθη παρά την δευτέραν θύραν και κατ' αρχάς εγρουτσάνισε δύο ή τρεις φθόγγους με το πλήκτρον επί του λαγούτου, είτα με τους όνυχας, ήρχισε να γρουτσανίζη και την σανίδα της θύρας. — Άνοιξε, Μαριώ μ', την πόρτα!... Ε! Κατερνιώ μ'! άνοιξε. Η Κατερνιώ, ή εκοιμάτο, ή έξυπνη ήτο, δεν έδωκεν απάντησιν.
Η λεχώνα εκοιμάτο, του μικρού θυγατρίου ηκούετο η αναπνοή μέσα εις την σκάφην την χρησιμεύουσαν ως λίκνον, υπό το στέφανον του βαρελιού το ανέχον υψηλά έν λεπτόν πανίον.
Όλοι εκεί μέσα ήσαν λησταί και η Μάρω εκοιμάτο ακόμη. . . Και ο Γιάννος υπό τοιούτων σκέψεων καταληφθείς ήρχισε να κραυγάζη μ' όλην την δύναμιν των πνευμόνων του: Βράζουν βράζουν τα κακάβια και τροχούνε τα μαχαίρια για του Γιάννου το κεφάλι· Μάρω μου!. . . . . . Αλλ' η Μάρω δεν ήκουε.
Αλλά τας παραμονάς του γάμου διά να την περιποιηθή η αδελφή του Στάθη έστειλεν εις αυτήν δύο μεταξωτές προσκεφαλάδες και με αυτάς εστόλισε την πτωχήν προίκα της, αυτάς εκράτει επί του κανίστρου υψηλά, επιδεικτικώς νέος τις εκ των συμπεθέρων, εις αυτό επάνω το προσκέφαλόν εκάθησεν όταν την έφεραν νύμφην κ' επ' αυτού έκλινε την κεφαλήν, δειλή την πρώτην νύκτα κατά την οποίαν εκοιμάτο μετ' ανδρός.
Αλλά κάποτε απεκοιμήθη ο Αλεκτρυών και χωρίς να το θέλη αφήκεν αφρούρητον τον φίλον του• ο Ήλιος χωρίς να εννοηθή επλησίασε και είδε την Αφροδίτην και τον Άρην, ο οποίος εκοιμάτο αμέριμνα, διότι επίστευεν ότι ο Αλεκτρυών θα τους ειδοποιεί, αν ήρχετο κανείς• και ούτω ο Ήφαιστος ειδοποιήθη από τον Ήλιον και τους συνέλαβε, και τους έδεσε με τα δεσμά που είχε κατασκευάση προ πολλού γι' αυτόν το σκοπό.
Αλλά — δεν ήτο γυνή; — ηγάλλετο ότι θα επεδείκνυε μετά τόσα έτη τα νυμφικά της χρυσοκέντητα φορέματα, τα οποία άλλοτε, ως είδομεν, απέφευγε να φέρη, φοβουμένη το τσαλαπάτημα και τ' αποστάζοντα κηρία. Διά τούτο, ως είδομεν, ενώ όλον το χωρίον εκοιμάτο, αυτή με παλλομένην καρδίαν, γεμάτην εξ υπερηφανείας και ματαίας επιδείξεως, κατεγίνετο εις την προετοιμασίαν της χρυσής της ενδυμασίας.
Το θυγάτριον, μικρόν ράκος δύο ημερών ζωής, το οποίον είχεν έλθη κι' αυτό εις τον κόσμον δι' αμαρτίας και βάσανα, εκοιμάτο εις την κοιτίδα του, αλλ' η αναπνοή του ήτο δύσκολος και ηκούετο εν μέσω της σιωπής.
Και έπειτα απεκοιμήθη. Γύρω γύρω ήτο θεοσκότεινα, και αι όρνιθες εκοιμώντο, η μία κοντά εις την άλλην· αλλ' η γειτόνισσα της αστείας όρνιθος δεν εκοιμάτο. Ήκουσε και δεν ήκουσε, δεν ημπόρεσεν όμως να κρατηθή, και είπεν εις την πλαγινήν της: — Ήκουσες κάτι; Δεν σε λέγω το όνομά της, αλλά μία από ημάς είπεν ότι μαδεί τα πτερά της διά να ευμορφαίνη. Αν ήμουν πετεινός, δεν θα εγύριζα να την ιδώ.
Υπαγορεύσατέ μοι διά σημείου μαντικού, δι' οιωνού ή και διά νυκτερινής όψεως την ευμενή υμών απόφασιν, μέχρι της ανατελλούσης ημέρας. Και ταύτα ειπών ο Πλήθων ανωρθώθη. Επανήλθε προς την θύραν, χωρίς να ρίψη άλλο βλέμμα επί της κοιμωμένης Αϊμάς, έλαβε το ιμάτιόν του, και εξήλθε κλείσας την θύραν. Ο Πρωτόγυφτος, όστις υπεκρίνετο ότι εκοιμάτο, ήνοιξε τους οφθαλμούς, και έβλεπεν αυτόν εξερχόμενον.
Αι παραδόσεις των πρώτων Χριστιανικών χρόνων μας λέγουν, ότι ημέραν και νύκτα, όταν ο Ιησούς εκινείτο και όταν εκοιμάτο, η φωτεινή νεφέλη έλαμπε περί αυτόν. Και ούτω βεβαίως εγίνετο· αλλά το φως εκείνο δεν ήτο ορατόν· ήτο το κάλλος της αγιότητος· ήτο η ειρήνη του Θεού.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν