United States or Denmark ? Vote for the TOP Country of the Week !


Συνειθίσασα πλέον εις τα παράδοξα και ακατάληπτα, εδέχθη απαθής και το νέον τούτο αίνιγμα. Τέλος εβάρυναν τα βλέφαρά της, και μετ' ολίγον η Ψυχή εκοιμάτο εις την κλίνην της. Μετά τινας όμως στιγμάς αι λυχνίαι εσβέσθησαν υπό μυστηριώδη πνοήν, θρους ελαφρός, οιονεί πτερυγίσματος, ετάραξε την ηρεμίαν της νυκτός, σκιά τις εφάνη ορθουμένη προ του παραθύρου, και η Ψυχή εξύπνησε.

Μέσα σε χρόνια δίσεχτα, σε τετρακόσια χρόνια Σκλαβιάς και καταφρόνεσης, ένας λαός ακέρηος Την ωνειρεύθηκε βαθειάβαθειά με την ψυχή του, Μέσ' 'ςτό κρυφό λημέρι του την ωνειρεύθη ο κλέφτης. Τ' ώμορφο το βασιλόπουλο 'ςτή μάντρα που εκοιμάτο.

Άλλος, ότι την νύκτα όλην δεν εκοιμάτο, διότι οι γείτονες έβλεπον φως εις τα παράθυρά του έως το πρωί. Μερικοί ισχυρίζοντο, ότι τόσον ήτο παράφορος και οργίλος, ώστε εμαύριζεν από τον θυμόν του και οι οφθαλμοί του εγέμιζαν αίμα, και δεν ήξευρε πλέον ούτε τι έλεγεν, ούτε τι έκαμνεν.

Τόσην δε αγάπην έτρεφον προς αυτόν οι Αθηναίοι και όλοι οι Ελληνες, ώστε όταν διέβαινεν εσηκώνοντο οι άρχοντες, όλοι δε εσιώπων. Κατά δε τα τέλη του βίου του, όταν πλέον ήτο υπέργηρως, εδείπνει και εκοιμάτο απρόσκλητος εις οιανδήποτε οικίαν ήθελεν• εκείνοι δε οίτινες εδέχοντο την επίσκεψίν του, την εθεώρουν περίπου θείαν εμφάνισιν και ως ευτυχή οιωνόν.

Του διηγήθημεν όλην την ιστορίαν μας• τότε δε και αυτός μας διηγήθη τα δικά του, ότι και αυτός ήτο άνθρωπος, ονομαζόμενος Ενδυμίων και ανηρπάσθη από την ιδικήν μας γην ενώ εκοιμάτο, ελθών δε εδώ έγινε βασιλεύς του τόπου. Μας εξήγησεν έπειτα ότι η γη επί της οποίας ήμεθα ήτο η Σελήνη, την οποίαν βλέπομεν από την Γην.

Εάν έμειναν την νύκτα εις το βουνόν, θα ευρίσκοντο εις έν από τα μανδριά των ποιμνίων. Η γραία, η πενθερά του Λυρίγκου, ήτις δεν είχεν ύπνον να κοιμηθή, όπως δεν εκοιμάτο και η Φραγκογιαννού προ ημερών, όταν εσυντρόφευε την λεχώ, την κόρην της, εσηκώθη και ηρώτησε : — Ποιος είνε;

Τόσον εύκολον και ευπρόσιτον παρέχει την πρόφασιν εις τον αδιαφορούντα, αν η χήρα του Οδυσσέως Ανδρούτσου κατεκλίνετο πολλάκις εν σκότει και εκοιμάτο νήστις!

Εν τω μεταξύ είχεν ανάγκην να φάγη και να αναπαυθή. Η νυξ εκείνη της αϋπνίας, η οδοιπορία εις το Οστριανόν, η ταχεία φυγή του τον είχε καταβάλει. Είχε προ πάντων ανάγκην ύπνου και η αγρυπνία τον είχεν εξασθενίσει. Η πόλις εκοιμάτο ακόμη.