Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Εκεί ετινάχθηκεν η καρδιά μου! Ο πόλεμος ακούετο, μα οι Ρούσσοι ήτανε μακρυά, ξεύρω κ' εγώ; στα Μπαλκάνια, μας έλεγαν, κι' ακόμη πάρα πέρα. Και τώρα να κόψουν έξαφνα τον σιδερόδρομο. — Είδες, είπα, και θα πάθη τίποτε το παιδί! και εκόπηκαν τα γόνατά μου κ' έμεινα στον τόπο. Εκεί επρόφθαξε το πλήθος βιαστικό και τρομαγμένο.
Και διατί τον έστειλαν εις την Αγγλίαν; Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Διότι ήταν τρελλός· εκεί θα έλθη εις τα λογικά του, κ' εάν δεν έλθη εις τα λογικά του, ολίγο το κακό εκεί. ΑΜΛΕΤΟΣ Διατί; Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Εκεί δεν του φαίνεται· εκεί όλοι οι άνθρωποι είναι τρελ- λοί καθώς είναι αυτός. ΑΜΛΕΤΟΣ Πώς του συνέβη να τρελλαθή; Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Με τρόπον πολύ παράδοξον, ως λέγουν. ΑΜΛΕΤΟΣ Πώς «παράδοξον;»
Εκεί που θαρρούσε κανείς πως ο Browning ήταν μυστικιστής, αυτοί πάσχισαν ν' αποδείξουν ότι δεν ήταν παρά ένας μουγγός. Εκεί που κανένας φανταζόταν πως κάτι είχε να κρύψη, αυτοί αποδείξανε ότι πολύ λίγα πράγματα είχε να μας αποκαλύψη. Αλλά μιλώ τώρα μονάχα για την ασυνάρτητη εργασία του. Εν συνόλω ο άνθρωπος ήταν μεγάλος.
Έπειτα και τι όνομα!. . Σωστό μακρυλαρίκι αχουριού, όλως άμουσον και πεζόν ώστε δεν ηπόρει και πολύ διότι ήτο τοσούτον αυθάδης ο ενωμοτάρχης. Ήρχιζε να παραδέχεται παράκρουσιν πλέον της φύσεως. . . Ήτο άδικον όμως να φυτρώση εκεί μέσα αυτός ο λεβέντης. Κρίμα εις το κορμί!. . .
Πικρά σάλευσε όλος ο σωρός, γεροντικά και σβυσμένα, και φλογερά ματάκια πλημμύρισσαν στα δάκρια, αναφυλητά ακούστηκαν κ' η θλίψη άπλωσε βαρειά τα φτερά της, εκεί στην απαλή ήσυχη κώχη του γιαλιού.
Μη θαρρής πως εβαρέθηκα την ζωή μου; Εγώ έχω γυναίκα που με καρτερά, κ' έχω παιδιά να θρέψω. Μα σαν θέλης και καλά να χρησιμοποίησης το πεπόνι σου, στείλε το στου Γέρο — Μούρτου το χάνι. Εκεί κοντά ένας ξένος παλεύει με τον θάνατο, θερμασμένος εδώ και τρεις εβδομάδες. Άμα γευθή αυτή την χολέρα, πίστεψέ με θα γλυτώση και αυτός από την θέρμη και η θέρμη απ' αυτόνε.
Εκεί που επατούσαν αι δύο γυναίκες, εις το παρδαλόν σκότος, ήτο άκρα μοναξιά, δεν εφαίνετο ψυχή ζώσα. Ω, καλύτερον να μην ήτο ψυχή ζώσα την ώραν εκείνην, διά την Κουμπίναν, και διά την Λελούδαν — την τρομάρα που πήραν αι δύο γυναίκες! — εις το μέρος αυτό. Δύο άνθρωποι, κρυμμένοι όπισθεν βράχου, εις τον όχθον του δρόμου, ωμίλησαν ελληνιστί. — Σταθήτε! μη φοβάσθε... — Ωχ! τι είνε; Αχ!
Κ' ένας τρόμος μυστικός, μια λαχτάρα εβασάνιζε κάθε τόσο την ψυχή μου, μήπως προλάβη άλλος και αρπάξη τη δάφνη μου. Γυρεύεις τι γίνεται; Αλλά πάλιν ησύχαζα στην ιδέα πως άλλος αξιώτερός μου δεν ήταν δυνατόν να γεννηθή. Και ακόμη επίστεψα πώς το δεντρί εκείνο δεν εκαθόταν τόσους αιώνες εκεί στον ανήλιαστο θρόνο του παρά να γίνη μιαν ημέρα άθλο δικό μου και έπαινος.
Ο ιππεύς επέζευσεν εκεί, έσφιξε τα λωρία της σέλλας τα οποία παρέλυσαν εκ των λοξοδρομιών που ο ίππος έκαμνε διά ν' αποφύγη το ρεύμα του ποταμού, διευθέτησε τα καταλασπωμένα και διάβροχα ενδύματά του και ιππεύσας πάλιν έφυγε μετά σπουδής, μη υπομένων ότι εντροπιάσθη ο ίππος του, έστω και προ ενός μόνου ανθρώπου.
Ο 'γούμενος, αφού πήρε γύρω την αυλή κ' εξέτασε όλα τα κελλιά απάνω και κάτω, για να ιδή μην αγρυπνούσε κανένας, πήγε κ' εκάθησε στην πεζούλα της καμάρας, κοντά στην οξώπορτα. Εκεί επερίμεινε, τυλιγμένος σφιχτά στο σάλι του, γιατί ο αγέρας ήτανε ψυχρός. Επερίμεν' επερίμενε και κάτι εμουρμούριζε πότε πότε από ανυπομονησία.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν