United States or Guam ? Vote for the TOP Country of the Week !


«Αλλά και αν ο Θεός άλλως θελήση, ας παρηγορηθώμεν και ας χαρώμεν, διότι ημάς εδιάλεξε διά την υψηλήν θυσίαν υπέρ πίστεως και πατρίδος. Τάχα αργά ή γρήγορα δεν θ' αποθάνωμεν; Άνθρωπος ωσεί χόρτος αι ημέραι αυτού.

Ο Μάμαλης απ' τ' Άγραφατη Λεπενού τα πήγε, Ο Θάνος τ' Ασπροπόταμου, του Μαλακάση ο Μπάρδας Κατέβηκαν για χειμαδιότον κάμπο του Τρικκάλου, Την Αλλασσώνα εδιάλεξε του Σμόλκα ο Χατζημπύρρος, Ο Κάγκαλος του Ζαγοριούτο Λούρο ξεχειμάζει. Του Κουρμολιάσα ο τσέλιγγας, ο Τάκης ο Ψαλίδας, Της Βαλαώρας τα ζερβά τα βοσκοτόπια πήρε. Ξημέρωνε Πρωτοχρονιά.

Τα διο σου μάτια εδιάλεξε καθήστρα για κυνήγι, Κι' από τ' εκείνα την πληγή οπού βαστώ μ' ανοίγει· Τα διο σου μάτια, κόρη μου, που άντα στρυφογυρίζουν, Θάνατο δίνουν ζωντανού, νεκρού ζωή χαρίζουν. Πιος είναι στην αγάπη σου, γλυκή ματιά σου φτάνει Να βρη οχ το χάρο γλυτρωμό, και να μην απεθάνη. Πιος στην οργή σου βρίσκεται, και θέλεις να το νιόση, Μια κακιομένη σου ματιά μπορεί να τον σκοτόση.

Η υπηρέτρια εδιάλεξε τον καλλίτερο νέο από τ' Αβδού, πούτον χωριό της· κιο Αγάς τον έστειλε παραγγελία να πάρη την υπηρέτρια του· τον έστειλε μαζή κένα φυσέκι, που σήμαινε «αν αρνηθής, θα σκοτωθής». Ο νέος, εννοείται, δέχτηκε κιο γάμος έγινε. Κουμπάρος ο Μόχογλους με αντιπρόσωπο. Μετά μια δυο μέρες πήγε η νύφη να χαιρετήση τον Αγά. Κιο Μόχογλους της είπε: — Αρέσει σου, μωρή, ο γαμπρός;

Καλλίτερα 'πό σένα κιαπού τη μάνα του 'χει τη Βαγγελιά. Δε ζηλεύγεις; — Γιάιντα να ζηλέψω; Εγώ 'μ' αδερφή του. Εσείς πρέπει να ζηλεύγετε, που απ' όλες σας εδιάλεξε το Βαγγελιό. — Μα θαρρείς πως δε ζηλεύγομε; είπε άλλο κορίτσι με ειρωνία. Τέτοιο ντελικανή ποια δε θα τον ήθελε; Μα σα δε μάςε μπεγιεντίζει, να σκάσωμε μαθές; . Μόνο μικιός που μάςε πέφτει μια ολιά. Τώρα, βλέπετε, ήμουν μικρός.

Αφού και εξεθύμανε με αυτόν τον τρόπον το παράπονόν του εσιώπησε διά να ακούση εκείνο που η γυναίκα του ήθελε του αποκριθή. Και έμεινεν εκστατικός οπόταν ήκουσε, που αντί να του αποκριθή εις τα όσα ωμίλησε, αυτή να του ειπή· ω εσύ, που ο Ταχέρ σε εδιάλεξε διά να ξανανεώσης την αντάμωσίν μας, όποιος και αν είσαι, φανέρωσέ μου τις είσαι· μου φαίνεται από την ομιλίαν ότι μου είσαι γνωστός.

Και αφού χάρις εις τας προσπαθείας του οι Αθηναίοι είχαν πλέον αποκτήσει κάποιαν σχετικήν μόρφωσιν και τον εθαύμαζαν διά την μεγάλην του σοφίαν, έστρεψε πάλιν τας φροντίδας του εις εκείνους οι οποίοι εζούσαν εις τους αγρούς, διότι εσκόπευε να μορφώση και αυτούς, και έστηνεν αγάλματα τα οποία παρίσταναν τον Ερμήν εις όλους τους δρόμους που ωδηγούσαν από το άστυ εις τους αγρούς, και κατόπιν, αφού εδιάλεξε και από την φυσικήν του γνώσιν και από όσα είχε διδαχθή, εκείνα που ενόμιζεν ως τας πλέον σοφάς κρίσεις του, αυτάς εχάραζεν εις τους Ερμείς καμωμένας εις ελεγειακούς στίχους, λόγια και διδάγματα σοφίας.

Αυτά 'ν' άσκημα πράμματα κι' άπρεπα και να τα παραιτήσης. Μια γυναίκα θα πάρης, δε θα πάρης δυο. Κιό προκομμένος ο κύρης σου την εδιάλεξε αυτή που θα πάρης. Σ' αυτήν να τα λες αυτά τα λόγια και να μην πειράζης άλλες κοπελλιές, γιατί θα βρης τον μπελά σου ... Α! αν δεν ήσουνε δεμένος με τσοι Θωμαδιανούς γή αν τα χαλάτε, τότε με όλη μου την καρδιά θάβανα τη βουλή μου να πάρης τη Μαργή ...

Ο Καλάφ βλέποντάς την προδοσίαν που του έγινε, δεν έχασε την ανδρείαν του, αλλά συνάξας το ολίγον στράτευμα που του απέμεινεν επολέμησε με πολλήν ανδρείαν αλλά τέλος πάντων βλέποντας ότι δεν κατορθώνει τίποτε, και φοβούμενος να μη πιασθή σκλάβος, εδιάλεξε μερικούς στρατιώτας ανδρείους, και τους επήρε και έφυγε και ήλθεν εις τον πατέρα του, και του έφερε την θλιβεράν είδησιν, φανερώνοντας την προδοσίαν του Βεζύρη που του έκαμεν.

Τη νύχτα εκείνη εδιάλεξε ο 'Μέρ για το σκοπό του. — Απόψι αγρύπνια ολονυχτίς, λέειτο σύμβουλό του, Κ' ύστερ' απ' τα μεσάνυχτα, 'σάν το φεγγάρι φύγη, Την ώρα που των Χριστιανών η εκκλησιά ανοίγει Και πάνε τα Χριστούγεννα αυτοί να λειτουργήσουν Καιτα προχώματα 'ψηλά κανένας δε θα μείνη.