United States or Christmas Island ? Vote for the TOP Country of the Week !


Φούσκωσα τότενες, Λάμπρο. «Τσώπα, μωρέ βρωμόσκυλλε, του κρένω, γιατί σου τρώω το κεφάλι». Ο αγάς πιάστηκε από το μαρτίνι του. Εγώ άρματα δεν είχ' απάνου μου άλλ’ από το σουγιά και τα καληγοσφύρια των αλόγων. Χύνουμαι ίσ' απάνου του, τ' αρπάζω το τουφέκι από τα χέρια και φωτιά τώχω. Μες το ριζάφτι τον πήρε. Έμπηξε μια δυνατή φωνή κ' έγηρε κάτου από τ' άλογο.

Κοίταξε πώς τα νοστιμεύεται, ως και τα κουτσά τα ρωμαίικα που του σερβίρουνε στα φραγκορομάντσα τους, οι «επιφυλλίδες». Κοίταξε τις εφημερίδες τις ίδιες· που τις διαβάζεις σήμερα και δε σε πιάνει ανέκατος από τις βαρειές τις Ελληνικούρες· μόνο, όπου χρειάζεται δύναμη, ζωή, κίνηση, εκεί δανείζουνται από τη γλώσσα τη δυνατή, τη ζωντανή, την παντοκίνητη.

Η Κριτική με το συγκεντρωτικό της πάλι κάνει δυνατή τη μόρφωση. Παίρνει την οχληρή μάζα του δημιουργικού έργου και τη διυλίζει σε μια πιο φίνα ουσία.

Δεν θέλω επίσης να επιμείνω στα χαρακτηριστικά σημεία των βαρβαρικών ηθών και αισθημάτων, που κάθε στιγμή, μέσα στην ήσυχη αφήγησι των Γάλλων ιστορητών, κάνουν τόσο δυνατή και τόσο παράξενη εντύπωσι. Ο κ. Μπεντιέ τα περισυνέλεξε φυσικά με στοργή.

Αυτός διοικών έν πλοίον και βλέπων ότι ένεκα του δυσπροσίτου της ακτής οι τριήραρχοι και οι κυβερνήται, φοβούμενοι μήπως συντρίψουν τα πλοία των, εδίσταζον να πλησιάσουν και εις αυτά ακόμη τα μέρη όπου εφαίνετο δυνατή η προσέγγισις, εβόα λέγων ότι δεν έπρεπε, φειδόμενοι ξύλων, να αφήσουν τους εχθρούς να εγείρουν τείχος εις την χώραν των, και παρώτρυνεν όχι μόνον να προσεγγίσουν και να κατασυντρίψουν τα πλοία, αλλά και οι σύμμαχοι να μη διστάσουν κατόπιν τόσων ευεργεσιών, να θυσιάσουν κατά την περίστασιν ταύτην τα πλοία των εις τους Λακεδαιμονίους, εξοκέλλοντες δε και αποβιβαζόμενοι διά παντός τρόπου να νικήσουν τους εχθρούς και να κυριεύσουν την θέσιν.

Έστησε χωριστά το τσαντήρι του κ' έτσι έχουμε το μυαλό μας ήσυχοαν έχουν μυαλό και οι πεθαμένοι! Μόλις άρραξε το καΐκι στο νησίστη Σέρφο ας ειπούμε — ο ναύκληρος επήρε το μισοκοίλι κ' ετράβηξε στο χωριό για να μετρήση το σιτάρι. Ελιανοψιχάλιζε κάπως όταν εκίνησε, μα δεν εμποδίσθηκε. Πρωτοβρόχια, σου λέγει, θα περάση. Μόλις όμως έφτασε τον ανήφορο πιάνει μια δυνατή βροχή· νεροποντή σωστή!

Να ιδούμε πώς θα τελειώση όλη αυτή η ιστορία. Στο παλάτι δυνατή κρατάει τους ευνούχους ταραχή. Τα ξημερώματα γίνηκε καθώς λένε άγριος τσακωμός του Καίσαρα με την Ευνίκη. Όλα τα χαλκώματα που τώστειλε τ' αρχαία δώρο από τη Ραβέννα του Μαξιμιανού η κόρη, του τα τσάκισε και ούτε ένα στη συλλογή δεν του αφήκε. . . ΕΚΑΤΟΝΤ. Σωστός μαλλιογδαρμός με άλλα λόγια. . .

Απεφάσιζε να πέση εις τα πόδια του πατέρα του και να τον ικετεύση να επισπεύση την ένωσίν του με την Πηγήν, να του είπη καθαρά ότι του δεν ήτο πλέον δυνατή η ζωή χωρίς αυτήν, ότι θα ετρελλαίνετο. Αλλ' άμα έβλεπε τον πατέρα του έχανε το θάρρος του.

Ένα άσπρο πουλί πέρασεν από πάνω ψηλά. Λογάριασεν ότι ήτανε πιο κοντά του παρά στο βουνό.,, Στο βουνό φωτισμένο κόκκινο από τον ήλιον υπήρχε δυνατή η έννοια της χαράς. Ήτανε δύσκολο όταν το κύτταζε κανένας κάναι λυπημένος. — Ο ήλιος Θεός του φωτός είναι ο μόνος αληθινός Θεός της χαράς, συμπέρανεν ο Ρένας. Το γέλιο είναι το μάζεμα του φωτός στα χείλια. Και η νύχτα δε γελά γιατί δεν έχει φως.,,

Και το δοξάρι ο Έχτορας πως χάλασε σαν είδε, 484 κράζει με δυνατή φωνή τους Τρώες και Λυκιώτες 485 «Δαρδάνοι κονταρόπλιστοι και Τρώες και Λυκιώτες, σαν άντρες βάρτε τους, παιδιά, σαν άξια παλικάρια στα πλοία ομπρός· γιατί είδα εγώ μ' αφτά τα μάτια τώρα πούσπασε ο Δίας στρατηγού μεγάλου το δοξάρι.