Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Σεπτεμβρίου 2025


Τα προικιά μου είταν το καλύβι, ένα χωραφάκι, και τα μισά τα γίδια του μπάρμπα. Τον είχαμε και κείνονα μαζί μας. Μόνο που δε μας χάρισε ο Θεός και παιδιά. Όλα τάλλα τα είχαμε. Κάτι ήξερε ο Μεγαλοδύναμος, τη χάρη του νάχουμε! Ανέβηκε μια βραδιά ο γέρος στη μάντρα, — είταν άνοιξη σαν και τώρανα δη αν είχε την έννοια του κοπαδιού ο Γιωργής, που ερχότανε δυνατή μπόρα.

Μεταξύ άλλων μετερρύθμισα και τον τάφον της οικογενείας μου κατά τοιούτον τρόπον, ώστε να είναι δυνατή η έξοδός μου από το εσωτερικόν αυτού. Η ασθενεστέρα πίεσις εις ένα μοχλόν που έφθανε μέχρι του τάφου ήρκει να ωθήση οπίσω τας σιδηράς θύρας.

Ενάντια στην ευτυχία μου, που τηνέ νόμιζα μια φορά τόσο δυνατή, ώστε να κοιτάζω, σαν από ψηλά, κάτω την ευτυχία των άλλων, ορθώνεται μια δύναμη, που είναι η μοίρα όλων όσοι ζούνε. Ο θάνατος στέκει μπροστά μου, όπως έστεκε μια φορά μπροστά στο Σβεν στην εικόνα, που ήθελε να του τη διηγούνται σαν παραμύθι.

Φαίνεται, είπον εγώ τότε, ότι αυτός που σου διηγήθη το πράγμα δεν σου είπε τίποτε σωστόν, αφού νομίζεις την συνομιλίαν αυτήν ως γενομένην τόρα εσχάτως, ώστε να ήτο δυνατή και η ιδική μου παρουσία εις αυτήν. — Έτσι ενόμιζα.

Ο παππά Συνέσιος επροχώρησε για να μιλήση, μα τον αποπήρε ο δήμαρχος με δυνατή φωνή. — Τι τέχνες είν' αυτές που κάνετε; — Δεν είνε τέχνες, είπεν ο γούμενος· είνε γάμος! — Θα το ιδούμε τώρα. Ο παππά Κρητικός εζήτηξε να γλυστρήση να φύγη, μα του έφραξε το δρόμο ο ειρηνοδίκηςΣτάσου, παππά, να μάθωμε την αλήθεια, είπε. Τότ' επροχώρησε ο γέρω Μουρούπας.

Έδωκε μια δυνατή ατομικότητα στο ύφος του, που δεν θα την είχε σίγουρα το αρχικό του έργο.

Το αίσθημα, επειδή είναι γεγονός μόνον και ως αισθητική κίνησις δεν ποιεί κρίσιν, είναι πάντοτε αληθές, αλλά όταν η αισθητή ποιότης κατηγορήται κατά τινος και σχηματίζηται κρίσις, τότε είναι δυνατή η πλάνη.— Της κοινής αισθήσεως το διάμεσον είναι το αίμα και τα μερικά αισθητήρια, όργανον δε είναι η καρδία. Τα χρώμα θα βλέπη 1ον η συνήθης όψις και 2ον η όψις της όψεως.

Από όταν ξαναγύρισε στην Καρολίνα, αυτός ήτανε ο σκοπός του και η τελευταία του ελπίδα, αλλά είχε αποφασίσει η πράξη του αυτή να μην είναι πρόωρη και απερίσκεπτη, να κάμη το διάβημα με αληθινή πεποίθηση και με τη δυνατή αταραξία.

Τότε ο Πηνέλας σέρνοντας τη σπάθα τού καθίζει μια δυνατή κατάσβερκα, που κεφαλή και κράνος κύλησαν χάμου αχώριστα, ενώταν μέσα ακόμα στο μάτι τ' όπλο.

Και πολύ σωστά· το ερεθιστικό τσιτσίρισμα των τηγανιών από το ένα μέρος και από το άλλο η μυρωδιά που εχυνότανε γύρω, δυνατή και γαργαλιστική καθώς και τα πολλά μπουκάλια του ρετσινάτου, έδιναν μεγάλη ευθυμία στους χωριανούς, οπού καθισμένοι, από τρεις τέσσερες, δεν έβλέπανε την ώρα να ριχτούνε στο θησαυρό αυτό και να του δώσουν να καταλάβη. Όλ' αυτά επαρουσίαζαν μίαν εικόνα αρκετά φανταστική.

Λέξη Της Ημέρας

ορέων·

Άλλοι Ψάχνουν