United States or Solomon Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ουχ ήττον όμως εις καθέν των σωματικών μερών υπάρχουσιν όλα τα μέρη της ψυχής τα οποία, είναι ομοειδή προς άλληλα και προς την όλην ψυχήν, προς άλληλα μεν ως όντα αχώριστα, προς δε την όλην ψυχήν ως ούσαν διαιρετήν . Και η αρχή δε, ήτις είναι εν τοις φυτοίς, φαίνεται ότι είναι ψυχή τις• διότι τα φυτά και τα ζώα μόνην ταύτην την ψυχήν έχουσι κοινήν.

Αλλ' εις μεν τα φυσικά πράγματα η ύπαρξις του πράγματος και το είδος ή η έννοια αυτού είναι χωριστά, ενώ εις τα άυλα, τα νοητά, λ. χ. εις το άπειρον, τα δύο στοιχεία, είναι αχώριστα. Η σαρξ αύτη ην βλέπομεν ή εγγίζομεν, είναι αισθητή, καθ' όσον σύγκειται εξ υλικών στοιχείων. Η σιμότης δεν είναι άνευ της ρινός, διότι είναι μορφή αυτής. Λογικώς χωριστή, ο νους. λ.χ. η ευθεία γραμμή.

ΑΘ. Δεν πιστεύετε λοιπόν ότι το μεν συμφέρον είναι συνδεμένον με την ασφάλειαν, το δε δίκαιον και το έντιμον είναι αχώριστα από τους κινδύνους, εις τους οποίους εις ελάχιστον βαθμόν εκτίθενται οι Λακεδαιμόνιοι.

Αλλ' όμως τίποτε δεν εμποδίζει μέρη τινά της ψυχής να είναι χωριστά, διότι δεν είναι εντελέχεια κανενός σώματος, λ.χ. ο νους . Εν γένει λοιπόν δι' όσων είπομεν προσδιωρίσαμεν την ψυχήν δώσαντες υποτύπωσιν αυτής. &Σημείωσις.&— Η ψυχή είναι το είδος, η μορφή του σώματος και επομένως ψυχή και σώμα είναι αχώριστα, είναι έν.

ταγέρι κρεμασμένα Ωσάν καντήλια τ' ουρανού, αποβραδής δύο φώτα Εφάνηκαντη σκοτεινιά... Κάνεις δεν τάχε ανάψη... Κ' ένας που επέρασε απεκεί, καλόγερος, διαβάτης, Κ' είδε το θάμμα κ' έδραμε, 'ς τη λάμψη δύο κεφάλια Ηύρε που πλάγιαζαν γλυκά... Τώνα του Παπαγιάννη Και τάλλο του Δεσπότη του. — Γονατιστός εμπρός τους Έμειν' ο γέρος κ' έκλαψε... Τους έρριξε τρισάγιο, Τα φίλησετο μέτωπο και με το δοκανίκι Έσκαψε λάκκο κ' έθαψε τ' αχώριστα τ' αδέρφια.

Διότι μερικά ενοήθησαν και ωνομάσθησαν μόνον ως αχώριστα από την χυδαιότητα, καθώς η χαιρεκακία, η αναισχυντία, ο φθόνος, και διά τας πράξεις η μοιχεία, η κλοπή, η δολοφονία. Δηλαδή όλα αυτά και τα όμοιά των κατακρίνονται, διότι είναι καθ' εαυτά ποταπά, και όχι διά τας υπερβολάς των ούτε διά τας ελλείψεις των.

Τώρα δε δυνάμεθα να είπωμεν κεφαλαιωδώς, ότι η κίνησις είναι οργανική εκεί όπου είναι έν η αρχή και το τέλος, ως εις τον γιγγλυμόν. Διότι εις ένα γιγγλυμόν το κυρτόν και το κοίλον είναι το έν μεν τέλος, το δε άλλο είναι αρχή. Και διά τούτο το μεν μένει ακίνητον, το δε κινείται, και ενώ είναι νοητώς ταύτα διακεκριμένα, πραγματικώς είναι αχώριστα.

Επειδή τα εναντία είναι αχώριστα, ο γινώσκων το έν αυτών γινώσκει και το άλλο, και ο απατώμενος περί του ενός απατάται και περί του άλλου. Οι άνθρωποι μόνοι και εκ τούτων ουχί πάντες έχουσι νόησιν. Υπόληψιν λέγει ο Αριστοτέλης. Είδη της υπολήψεως είναι επιστήμη, δόξα, φρόνησις και τα εναντία αυτών. Να φέρωμεν κρίσιν επί αντιλήψεως.

Πώς έγιναν άξαφνα εχθροί και μισητά βαρούν κ' εγωιστικά σπρώχνονται οι χθεσινοί σύντροφοι, τα δύδιμα και τ' αχώριστα; Λέγει το σώμα τους άσβυστους καϋμούς, τους πόθους τους απλήρωτους, την αδοκίμαστη χαρά· λέγει και αναρρίχνεται στο στρώμα, ψηλαφά τα σεντόνια, σφίγγει με κερένια δάχτυλα τα προσκέφαλα, πάσχοντας να σφίξη τον δραπέτη άγγελο.

Επί του τάφου ούτε όνομα εφαίνετο, ούτε σταυρός, ούτε κυπάρισσος ή ιτέα, τ' αχώριστα σύμβολα του θανάτου· μόνον μία κέραμος, ημιτεθραυσμένη και αυτή, ώριζε το μέρος όπου ανεπαύετο η κεφαλή του νεκρού και παρ' αυτήν έκειντο απεσβεσμένοι άνθρακες και λίβανος απηνθρακωμένος.