Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Ημέρα μήνας μώρχεται, κι' η εβδομάδα χρόνος· Κι' όσο απερνάει ο καιρός, τόσο αβγατάει ο πόνος, Επάντεχα την ξενιτιά προς ώρας πανηγείρι, Κι' αυτή ακράτο με κερνάει φαρμάκι στο ποτήρι. Κυττάζω εδώ, κυττάζω εκεί δε βλέπω να γνωρίσω, Το φίλον που παραποθώ να του γλυκομιλήσω. Κι' είμαι σαν έρημο πουλί, σαν έρημο τρυγόνι, Οπού κοιμάται στο κλαρί, και τη φωλιά δε στρόνει.

Και όταν εξύπνησα εκατάλαβα πώς ανέλαβα ολίγον τι τας δυνάμεις μου και ανέβηκα υψηλά εις ένα λόφον, διά να αγναντεύσω το νησί και να ημπορέσω να γνωρίσω πού ευρίσκομαι.

Οπόταν δε αυτή ήθελε να έμβη εις την καλύβαν διά να τελειώση την θυσίαν της εσήκωσεν ένα χρυσόν μανδήλι, που είχεν εις την κεφαλήν, και που της εσκέπαζε τους οφθαλμούς, το οποίον έως εκείνην τη ώραν με είχεν εμποδίσει να την γνωρίσω με όλον που ήμουν εκεί σιμά.

Όταν σκέπτομαι ότι η Λίγεια είναι καθαρά ως η χιών των ορέων, την αγαπώ περισσότερον, και όταν σκέπτομαι ότι υπάρχει τοιαύτη χάρις εις την διδασκαλίαν σας, αγαπώ την διδασκαλίαν ταύτην και θέλω να την γνωρίσω! Μου είπαν ότι η θρησκεία σας εις ουδέν λογίζεται την ζωήν, ούτε τας ανθρωπίνους ηδονάς, ούτε την ευτυχίαν, ούτε τους νόμους ούτε την ρωμαϊκήν ισχύν.

Και αντίς να τον εύρω θυμωμένον οπόταν του εφανερώθηκα εις το παράθυρον, έμεινα εκστατικός βλέποντάς τον από τον φόβον του να μου προσφέρη σέβας και τιμήν· αυτός άφησε και έπεσε το σπαθί από το χέρι του· και πέφτοντας εις τους πόδας μου, τους εφιλούσε λέγοντας· ω μεγαλώτατε προφήτα, ποίος είμαι εγώ, και τι αγαθόν έκαμα που εκαταδέχθης να μου κάμης την τιμήν να σου είμαι πενθερός σου; Από ετούτα τα λόγια εκατάλαβα εκείνο που ακολούθησεν αναμέσον του βασιλέως και της θυγατρός του· και εγνώρισα ότι ο καλός Βαχμάν δεν ήτον πλέον δύσκολον να γελασθή από την θυγατέρα του· έλαβα χαράν εις το να τον γνωρίσω τέτοιον και μάλιστα που δεν μου έτυχε να κάμω με κανέναν γεμάτον από πνεύμα, που να κάμη τον προφήτην να χάση τα κατάστιχά του υποκάτω εις τες εξέταξές του· και ενδυναμούμενος από την αδυναμίαν του βασιλέως τον εσήκωσα και του είπα.

Μίαν φοράν απέπλευσα από τας Ηρακλείους στήλας και βοηθούμενος υπό ουρίου ανέμου επροχώρησα εις τον Εσπέριον ωκεανόν. Ο λόγος δε και ο σκοπός του ταξειδίου μου ήτον η περιέργεια και ο πόθος να γνωρίσω νέα πράγματα και να μάθω που τελειόνει ο ωκεανός και τίνος είδους άνθρωποι κατοικούν πέραν αυτού.

Την «Ιστορίαν ορνιθώνος» αρχίζει διά των εξής: «Εξ όσων ηυτύχησα ή δυστύχησα να γνωρίσω είμαι, πιστεύω,ο μόνος άνθρωπος όστις, αν τον ωνόμαζον ζώον, δεν θα εθεώρει ούτο ως προσβολήν, Όσον συναναστρέφομαι ζώα, τόσον μάλλον πείθομαι, ότι δεν υπάρχει μεταξύ αυτών και των ανθρώπων καμμία διαφορά, ως ηθέλησαν παραδοξολόγοι τινές να ισχυρισθώσιν, αλλά μόνον ότι τα πράγματα κατά τα οποία διαφέρομεν από τα ζώα, δεν αποδεικνύουν όλα την ανθρώπινην υπεροχήν

Ουδένα τω όντι ηξιώθην να γνωρίσω άνθρωπον ούτε εγκυκλοπαιδικώτερον αυτού ούτε προθυμότερον να καθιστά τας γνώσεις του χρησίμους εις πάντας. Των μαθητών του διώρθωνε τας παρεκτροπάς, όχι μόνον των ποδών και των βραχιόνων, αλλά και τας πολύ βαρυτέρας της γλώσσης, όταν ωμίλουν γαλλικά.

Αλλά τότε έγινε ανάγκη να πάω σανώτερο σχολείο στην πόλη, που απείχε μιας μέρας και περισσότερο δρόμο από το χωριό μας. Εγώ δεν ήθελα να πάω. Ούτε φιλοδοξία να μάθω περισσότερα είχα, ούτε να γνωρίσω άλλους τόπους πεθυμούσα. Το χωριό, όπου 'τον το Βαγγελιό, οι δικοί μου κοι φίλοι μου, ήτον αρκετό για την ευτυχία μου. Αλλά τι να κάμω; το μόνο που μπορούσα ήτο να κλαίω κέκλαψα πολύ.

Τον βλέπει ο μεγαλόφωνος, που στα νερά φυλάει, Και του σιμόνει σιγανά, και τον γλυκορωτάει. Ξένε μου πούθεν έρχεσαι; ποιος είσαι; και οχ τι τόπο; Μη φοβηθής να μου το ειπής· μην έχεις κάναν κόπο. 60 Γιατί αν από το στόμα σου την πάσα αλήθια μάθω, Και σε γνωρίσω για σωστόν και φίλο δίχως λάθο, Σου τάζω μες το σπίτι μου να σε φιλοξενήσω, Κι' ως πρέπει, με χαρίσματα πολλά να σε τιμήσω.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν