Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Γι' αυτό έχουνε να πουν πως οι παλιοί ανθρώποι, που χρόνια τώρα τους έχει φαγωμένα το χώμα, και που μια φορά κ' έναν καιρό περάσανε στον απάνω κόσμο μεγάλα βάσανα και πάθη, σε αγάπες, σ' έχθρητες και σε πολέμους, θέλοντας να μη ξεχασθούν τα βάσανά τους, ξαναγυρίζουνε στον κόσμο και ανιστορούνε τη ζωή τους στους αλαφροΐσκιωτους ανθρώπους.

Μοιάζουνε σκαφτιάδες που θέλουν να δείξουν το δρόμο του στον Ασπροπόταμο. Αν το καταφέρουν, χαλάλι τους οι κόποι και τα βάσανα. — Α, να! είπε ξαφνικά με χαρούμενη φωνή ο Περαχώρας· ακούστε κι αν μπορήτε μη θαυμάζετε. — Τ' είνε; τον ρώτησε ο Αλαμανός. — Διαβάστε, παρακαλώ, διαβάστε! του είπε κι ο Γκενεβέζος ανυπόμονα. Σηκώθηκαν μονόγνωμοι και πήγαν κοντά στον καθηγητή να ιδούνε στο χερόγραφο.

Και μπορούμε μα την αλήθεια να πούμε πως ο Εθνισμός, καθώς άλλοτε θέλοντας καταδίωχνε με βάσανα το Χριστιανισμό, τώρα μη θέλοντας τονέ φοβέριζε με όπλο φοβερό, με την τέχνη εκείνη που μπορούσε να σκίζη τρίχες, μα και βαθιόρριζα δέντρα να ρίχνη· με την ξεπεσμένη του τη φιλοσοφία, που αργαστήρι της ξακουσμένο σταθηκε η μεγαλονόματη η Αλεξάντρεια.

Τότε, επιπλήττοντάς τους για την έλλειψη νοημοσύνης τους και συναισθημάτων, o ξένος τους έδειξε πως σε όλη την Παλαιά Διαθήκη από τον Μωυσή και μετά υπήρχαν προφητείες όχι μόνο για την δόξα του Χριστού αλλά και για τα βάσανά του.

Ύστερα, με τον καιρό, ανιστόρησε ο γέρος στον καινούργιο βασιλιά, το χάσιμο του θησαυρού του, τη λύπη της μητέρας του, τα βάσανά τους, τα καρδιοχτύπια τους, για το τάξιμο, που τούχε τάξει απ' την κούνια του, για να στολίση το λαιμό της νέας βασίλισσας. Ο νέος ο βασιλιάς σαν άκουσε τα λόγια αυτά έγινε χλωμός σα θειαφοκέρι. — Μη χολοσκάς, παιδί μου, είπε ο γέρος σύνωρα.

Η μια μεγαλόσωμη, όχι πολύ περασμένη, αγκαλά το φως έρχεται πίσωθέ της και την κάνει και φαίνεται κάτι νεώτερη. Αυτή είναι η αρχόντισσα, η κερά του σπιτιού. Κρίμας που δεν είναι μέρα να καλοδής ταγαθώτατο πρόσωπό της. Η άλλη, που κάθεται δίπλα της και της κρυφομιλεί, αυτή με τα μαύρα, είναι γειτόνισσα, και πρέπει νάρθε να της δηγηθεί τα μύρια της βάσανα.

Ω! ο Παράδεισος, απ' αυτόν τον κόσμον ήδη, ήνοιγε τας πύλας διά να δεχθή το μικρόν άκακον πλάσμα, το οποίον ηυτύχησε να λυτρώση τους γονείς του από τόσα βάσανα. Χαρήτε, αγγελούδια που πετάτε γύρω-τριγύρω με τα φτερά σας, τα χρυσόλευκα, και σεις, ψυχαί των Αγίων, υποδεχθήτε το!

Αχ ακριβέ μου Σαέδ, εφώναζα κάθε στιγμήν, πού είσαι τον καιρόν που σε είχα συντροφιά, και με εσυμβοηθούσες να φέρω το βαρύ φορτίον της εναντίας μου τύχης, και να με ελαφρώνης από τα βάσανα; με απαράτησες, διά ποίαν δυστυχίαν, ή διά ποίαν μαγείαν μου αρπάχθης από το πλευρόν μου, ποία δύναμις από εκείνην των Μώρων πλέον βάρβαρος μας απεχώρισεν; ήθελε μου ήτον πλέον γλυκύ να ήθελα αποθάνει μαζί σου, παρά που να ζήσω μοναχός, και χωρίς την συντροφιά σου.

Ίσως κι' εκείνον γύρω του πέρα στη Φτιά οι γειτόνοι τον τυραγνούν, δίχως βοηθό κοντά του ναν τον σώσει οχ τα δεινά και βάσανα. Μα αφτός πως ζεις μαθαίνει, 490 κι' όλο η ψυχή του χαίρεται και κρυφολπίζει πάντα να δει το λατρεφτό του γιο όταν γυρνά απ' την Τροία· όμως εγώ ο βαριόμοιρος που γιους τούς πιο λεβέντες σ' όλη την Τροία εγώ 'κανα, κανείς πια δε μου μένει.

«Ο Ξένος μες στη Ξενιτειά, σαν το πουλί γυρίζει, «Σαν τον βασιλικόν ανθεί, αλλ' όμως δεν μυρίζει. «Ανάθεμα σε, Ξενιτειά, κι' εσέ και τα καλά σου, «Ούτε τ' άσπρα σου ήθελα, ούτε τα βάσανά σου.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν