United States or Namibia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ύστερον ο Δαλήκ άρχισε να του διηγηθή τα βάσανά του, και τους τόσους πόνους που απέρασε και την αιτίαν που ήλθεν εις αυτό το νησί, και τα όσα η βασίλισσα έκαμε διά να την αγαπήση.

Κρατούσε στα χέρια της ένα γράμμα και δυο λίρες, δυο λίρες κίτρινες κίτρινες και κατάχρυσες που ποιος ξέρει με τι βάσανα τις κέρδισε και τις απόχτησε εκείνος εκεί πέρα για να τις της στείλη.

Μπήκα, πια τώρα σταληθινά τα βάσανα. Παν τα παιχνίδια, παν τα χρόνια που λάμπουνε στο πρόσωπό μας σαν το γλυκοχάραγμα της αυγής, κι αρχίζει δουλειά φοβερή μέσα στον ήλιο που τονε λένε ζωή· ήλιο που μας φέγγει να δούμε τι μεγάλο καλό είχαμε και το χάσαμε. Όχι πως δεν ξανάρχεται η χαρά.

Η απρονοησία μας γίνετ' ωφέλειά του, πολλούς λιμένας μας κρυφά τους έχει πατημένους, και δεν θ' αργήση φανερά σημαίαν να υψώση. Αν θέλης εις τα λόγια μου να δώσης, φίλε, πίστιν, αμέσως τώρα κίνησε και πήγαινετο Δούβρον. Κάποιος εκεί θα σε δεχθή και θα σε ευχαριστήση, όταν ειπής καταλεπτώς τα όσα υποφέρει ο βασιλεύς: τι βάσανα, τι λύπαις, τι φαρμάκια!

Τίποτις και καλά να μη μείνη δικό μας, εθνικό μας χτήμα, ως μήτ' αυτό το &Κοτζαπασιλήκι&, που το κάτω κάτω μας γλύτωσε από αξέχαστα βάσανα! Όλα μας από την αρχαιότητα κι από την Ευρώπη φερμένα! Και τώρα ρωμαίικο άλλο δε μένει παρά το &Εγώ&, λεύτερο, απαιδαγώγητο, αχαλίνωτο.

Είσαι εις όλα υπερβολικός, και τουλάχιστον έχεις αναμφιβόλως άδικον, παραβάλλοντας την αυτοκτονίαν περί της οποίας τώρα ο λόγος, προς μεγάλας πράξεις, ενώ δεν μπορεί κανείς να την θεωρήση παρά ως αδυναμίαν. Γιατί βέβαια ευκολώτερο είναι ν' αποθάνη κανείς παρά να υποφέρη καρτερικά ζωήν γεμάτη βάσανα.

Ακούω έν' αηδόνι σε χαμηλό κλαδί να πικροκελαϊδή και η ψυχή μου λυόνει. Και γάιδαρος παρέκει αποσταμένος στέκει με φόρτωμα 'στή ράχη.. Θεέ μου, πως γκαρίζει! ποιος τάχατε γνωρίζει τι βάσανα να τάχη! Κι' εγώ για να ξεχάνω των στεναγμών τον δρόμο μου έρχεται να κάνω συχνά τον Αστρονόμο. Και λησμονών τα βάρη κυττάζω προς τον Άρη, και βλέπω προς τον Κρόνο για να περνώ τον χρόνο.

Ένας ένας, όποιος προβάλη να σε χτυπήση, ένας ένας θα τσακιστή και θα πέση, τι να κάμη; Εσύ έπαθες πολλά, εγώ για σένα ήθελα να χύσω ένα δάκρι, που μέσα του να είναι όλα τα δάκρια της καρδιάς μου, που με το δάκρι μου αφτό να κλάψω τα βάσανά σου όλα μαζί. Εσύ αιώνες κ' αιώνες ζης, πολεμάς, κι αναστενάζεις.

Τους έτρεμε ο κόσμος, τους σιχαινότανε, τους απόφευγε, κι ως τόσο τους πίστευε, και τους μάγους και τις ζαροπρόσωπες στρίγλες, που γύριζαν από τόπο σε τόπο σαν τους σημερνούς τους Ατσιγγάνους, κι άλλο δεν έκαμναν παρά να προσκαλούνε δαιμόνια και να σπέρνουνε στον κόσμο παντής λογής βάσανα.