United States or Yemen ? Vote for the TOP Country of the Week !


Έλαβε δε τα μέτρα ταύτα ο βασιλεύς και έδωκε τας διαταγάς ταύτας διότι ήθελε ν' αντιληφθή τας μικράς συγκεχυμένας κραυγάς των παιδίων τούτων και ν' ακούση ποίαν λέξιν κατ' αρχάς ήθελον εναρθρώσει.

Εν τούτοις φοβηθείσα μη απολέση τα πάντα, ενόησεν ορμεμφύτως ότι ώφειλε να υποχωρήση προς καιρόν. Αλλ' η Αϊμά κατείχετο και αυτή υπό υψίστου διαφέροντος. Ήλπιζε ν' ακούση τι παρά της Σιξτίνης περί της τύχης της. Επάλαιε δε μεταξύ διττών αισθημάτων. Η Σιξτίνα τη είπεν·Ας αναβάλωμεν, κόρη μου, αφού δυσκολεύεσαι να το είπης.

Μούκοψε το καλάμι ετούτο μου το δάχτυλο και μου πονάει ακόμα. ΜΕΝΑΛΚΑΣ Ποιος θα μας κρίνη τώρα 'δώ και ποιος θα μας ακούση; ΔΑΦΝΙΣ Εκείνο το γιδοβοσκόπου ο σκύλλος του γαυγύζει απόκοντα στα γίδια τουας κράξωμε για νάρθη. Και τα κοπέλια εκράξανε κι αυτός ήρθε ν' ακούση. Κ' έβαλαν κλήρο κ' έλαχε κι άρχισεν ο Μενάλκας κι ο Δάφνις αποκρίνονταν μ' αγροτικό τραγούδι και τραγουδούσε δεύτερος.

ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Ποίος; εκείνος όστις ήτο πάντοτε πλησίον σου. Κάλεσε τον Αινόβαρβον· δεν θα σε ακούση, ή θα σου φωνάξη από το στρατόπεδον του Καίσαρος: «Δεν είμαι πλέον ιδικός σου». ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Τι λέγεις; ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Είναι με τον Καίσαρα, στρατηγέ! ΕΡΩΣ. Αλλά δεν επήρε μαζύ του ούτε τα κιβώτια ούτε τους θησαυρούς του, στρατηγέ. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Έφυγε; ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Βεβαιότατα.

Διότι έτυχε να μου είναι ο συγγενέστερός μου και να κατοική εις το ίδιον μέρος. Μόλις λοιπόν εμβώ εις την οικίαν μου και με ακούση να λέγω αυτά, με ερωτά, αν δεν εντρέπομαι που τολμώ να συζητώ περί ωραίων ασχολιών, αφού τόσον φανερά εντροπιάζομαι εις την συζήτησιν του ωραίου, ότι δεν γνωρίζω τι είναι ούτε αυτό ακόμη.

Αλλά δεν είχε τελειωμό. Το κατώγειον επλησίαζε να τελειώση, αλλ' ο Σαϊτονικολής επέμενε να του κτίση και ανώγειον κ' έτσι θα ήρχετο και ο άλλος χειμώνας· και αν αι βροχαί διέκοπτον την εργασίαν, θα ήρχετο και η άνοιξις και ... ζήσε, Μάη μου. Είχεν αποτολμήση προ ημερών να είπη προς τον πατέρα του ότι ήτον αρκετόν το κατώγι, αλλ' ο Σαϊτονικολής δεν ηθέλησε ν' ακούση τίποτε. Ήξευρε αυτός τι έκανε.

Το άδραχνε τέλος νικητής στα χέρια του, έβγαινε απάνω γελαστός και το έδινε στον καπετάνιο, ελπίζοντας ν' ακούση τον γλυκό λόγο του κ' έναν έπαινο. Μα εκείνος σκυθρωπός, κρύος τον εδεχόταν σαν ν' αναγνώριζε τίποτα το κατόρθωμά του και δεν έβγαζεν από τα χείλη του παρά χολή το βρισίδι: — Κεραταΐμκερατά!

Έμεινε λοιπόν αυτή πολλά ευχαριστημένη εις το να ακούση τον Κουλούφ ότι αυτή υπερέβαινεν εις την ευμορφιάν την αγαπητικήν του Βασιλέως, και τούτος ο έπαινος την έκαμε πλέον ζωντανήν και χαροποιάν· όθεν τον καιρόν του δείπνου είπε πολλά πράγματα νόστιμα, και ετελείωσε με το πνεύμα της εις το να ανάψη του Κουλούφ την φλόγα του έρωτος προς αυτήν.

ΗΡΑΚΛΗΣ Αν με αφήσης, Άδμητε, θα σ' το χρωστώ ως χάριν. ΑΔΜΗΤΟΣ Δεν είναι πρέπον, Ηρακλή, να πας σε άλλο σπίτι. Οδήγησε τον ξένον μας απ' έξω στους ξενώνας, και σύστησε στους φύλακας να στρώσουν το τραπέζι με άφθονα τα φαγητά. Να κλείσουνε της θύρες που φέρνουν μέσα. Ο ξένος μας δεν πρέπει να ακούση τους στεναγμούς, να λυπηθή την ώρα που θα τρώγη. ΆδμητοςΧορός

Πάλιν εις της Λιζιέ ήσουν; ποιος ξεύρει τι λογαριασμοί με περιμένουν! υπολαμβάνει ο Ιωάννης, στενάζων εκ των εγκάτων αυτού. — Ου! καϋμένε Γιάγκο! να σε ακούση κανείς, θα ειπή πως σ' επτώχυνα· τι λογαριασμοί; Δύο μήνας έχω τώρα που σε παρακαλώ διά τον παληό της λογαριασμό από χίλια πεντακόσια φράγκα, και ακόμη . . . — Θαλθή και αυτουνού η ώρα του, διακόπτει ο Περδίκης, και μη στενοχωρηέσαι.