United States or United Arab Emirates ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλ' όταν, κατά το έθος του τόπου ετελέσθησαν τα μβασίδια, και εισήχθη διά πρώτην φοράν ο γαμβρός εις το σπίτι, ο νέος είδε την αρραβωνιαστικήν την οποίαν του είχον προορίσει, είδε και την μικροτέραν αδελφήν της, την Μαργαρώ. Η καλύπτρα, φευ! προ πολλού είχε καταργηθή εις τα ήθη μας. Ο Παναγής δεν ηθέλησε την Λείαν, την Ελενιώ, αλλ' ηθέλησε την Ραχήλ, την Μαργαρώ.

Ούτος μετά την λήξιν του πολέμου κατά των Γάττων επέστρεψεν εις Ρώμην, έφερε δε μαζί του και την Λίγειαν, την οποίαν ενεπιστεύθη εις την αδελφήν του Πομπωνίαν Γραικίναν, την σύζυγον του Πλαυτίου.

Ο Μούρος βλέπων την Αμέρσαν να τρέχη προς την θύραν, εφαντάσθη, εν τω παραλογισμώ της μέθης του, ότι η αδελφή του ήθελε ν' ανοίξη την θύραν και τον παραδώση εις τους χωροφύλακας. Τότε τυφλός εκ μανίας, έσυρεν όπισθεν, από τα νώτα της οσφύος του, τροχισμένην μάχαιραν, την οποίαν είχε και ορμήσας εκτύπησε την αδελφήν του εις το πλευρόν όπισθεν κατά την δεξιάν μασχάλην.

Και σ' ευχαριστώ διά τον κόπον οπού έλαβες. — Έλα δα! Και ο Τρέκλας απήλθε μυρμυρίζων· — Α! αδελφή του. Κ' εγώ είχα τέτοιας λογής αδελφήν. Τώρα δεν έχω πλέον, μου έφυγε. Μα να σου πω, μου έκαμε και τη χάρι. Απελθόντος τούτου, η Αϊμά ενέκυψεν εις το υπερφυές τούτο έργον, του να δυνηθή ναναγνώση το χειρόγραφον εκείνο χωρίς να έχη βεβαιότητα ότι είξευρε γράμματα.

Σε προσκαλώ δε να έλθης, ίνα ίδης την αδελφήν μου· θα σε οδηγήσω προς αυτήν κατ' ευθείαν. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Ελθέ, Λέπιδε, μη μας στερήσης της παρουσίας σου. ΛΕΠΙΔΟΣ. Ουδέ ασθένεια θα με ημπόδιζε, γενναίε Αντώνιε. ΜΑΙΚΗΝΑΣ. Καλώς ήλθες εξ Αιγύπτου, φίλε. ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Ο λαμπρός Μαικήνας, το ήμισυ της καρδίας του Καίσαρος! Ο αξιότιμος φίλος Αγρίππας! ΑΓΡΙΠΠΑΣ. Φίλε Αινόβαρβε!

Δεν έχει καλά και καλά, είπε σοβαρά ο Αντωνέλλος· αυτή τη διαφορά θα σου τηνε ζητώ όλη μου τη ζωή! Πάντοτε ο Αντωνέλλος έδιδε τα χρήματά του εις την αδελφήν του, εκρατούσε όμως και διά τον εαυτόν του ένα ποσόν. Από την ημέραν εκείνην ουδέ οβολόν εκρατούσε πλέον και διά τας μικράς του ανάγκας εζήτει από την αδελφήν.

Κανένα πράγμα δεν ημπορούσε να παρομοιάση την ανησυχίαν της Κατηγέ, η οποία βλέποντας ότι η νύκτα επλησίαζεν ευρέθη εις μεγάλην αδημονίαν· απόπερνε με ονειδισμούς τον γέροντα· εσύ είσαι εκείνος του έλεγεν, που μου επροξένησες ετούτην την δυστυχίαν, και αν δεν ήθελε μας τύχη το κακόν συναπάντημα, εγώ ήθελα είμαι με την αδελφήν μου.

Ο Άουλος έθεσε τελευταίαν φοράν την χείρα επί της κεφαλής της κόρης και οι στρατιώται προπεμπόμενοι υπό των κραυγών του μικρού Αούλου, όστις ήθελε να υπερασπισθή την αδελφήν του και ηπείλει τον εκατόνταρχον με τας ασθενείς πυγμάς του, απήγαγον την Λίγειαν εις την οικίαν του Καίσαρος.

— Ω, αχ, έκαμεν ο Μάχτος. — Διά μίαν αδελφήν; επανέλαβεν ο φρουρός. — Ναι, δι' αδελφήν, είπεν ο Μάχτος. — Σε λυπούμαι, φίλε μου, είπεν ο φρουρός. Και εκινήθη όπως απομακρυνθή. Ο Μάχτος τον εκράτησεν εκ της χειρίδος του χιτώνος. — Στάσου, είπε. — Τι θέλεις; — Ειξεύρεις πού θα την πάγουν; ηρώτησεν ο Μάχτος, λησμονήσας ότι την αυτήν ερώτησιν απηύθυνεν αρτίως ο φρουρός προς αυτόν.

Και πάλιν, εάν ο αδελφός φονεύση τον αδελφόν ή την αδελφήν, ή η αδελφή τον αδελφόν ή την αδελφήν εν βρασμώ, οι μεν καθαρμοί και οι εκπατρισμοί πρέπει να γίνουν ομοίως, καθώς ωρίσθη διά τους γονείς και τα τέκνα, δηλαδή με όσους αδελφούς εφόνευσαν τους αδελφούς των και με όσους γονείς εφόνευσαν τα παιδιά των, με αυτούς ας μη γίνη ποτέ σύνοικος ούτε συμμέτοχος εις τα ιερά.