United States or Mayotte ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η νεάνις μετ' ολίγον, τακτοποιήσασα πάντα, ήναψε τας κανδήλας, η γραία έρριψε θυμίαμα επί του προχείρου εκείνου θυμιατού, ήναψε τα κηρία οπού έφερε μαζί της, και προσηύχετο ενώπιον της εικόνος του Χριστού, παραπονουμένη μετά δειλίας πενθίμου: — Για πέντε συχνάτσες!

Ο Τρέκλας είχεν οπισθοχωρήσει και εν ακαρεί συνέκρουσε τον πυρίτην λίθον με τον σίδηρον, και ήναψε δάδα. Ο Σκούντας ερρίφθη ορμητικώς επ' αυτής και την έσβεσεν. Αλλ' όσον ασύλληπτος εν νω και αν ήτο η στιγμή καθ' ην διήρκεσε το φως, ο Τρέκλας είδε το πρόσωπον του ανθρώπου τούτου. — Συ είσαι! Σε αναγνωρίζω! έκραξε μανιωδώς. Και τον ήρπασεν εκ του λαιμού.

Ανεσηκώθη και ησθάνετο μέγαν σπαραγμόν, αλλά συγχρόνως και καλλιτέραν σωματικήν άνεσιν. Ο σύντομος εκείνος ύπνος είχεν εξαλείψει παρ' αυτή το νευροπαθές και το ανήσυχον. Εψηλάφησεν, εύρε τα σπίρτα, ήναψε το κηρίον, επήρε το ραβδί της, το καλάθι της, έβαλε μέσα εις αυτό και τας εμβάδας της, και ανυπόδυτη, με της κάλτσες, εκίνησε να φύγη.

Μετ' ολίγον ο ιερεύς εσηκώθη και όλοι τον εμιμήθησαν. Ήτο καιρός ν' απέλθουν. Η Πηγή είχεν ήδη ετοιμάσει «πάπυρον», τυλίξασα ύφασμα εις ξύλον και εμβαπτίσασα αυτό εις το έλαιον και αφού τον ήναψε τον προσέφερεν εις τον Σαϊτονικολήν, όστις ούτω προηγήθη φωτίζων τον δρόμον εις τους οικείους του. Ο Μανώλης ηκολούθει κλονούμενος και παραληρών εκ της μέθης.

Ο διδάσκαλος ήναψε δεύτερον τσιγάρον, και ήρχισε να εξετάζη εις την Γεωγραφίαν. — Εκ πόσων νήσων αποτελείται η Επτάνησος; Ο πρώτος των μαθητών απήντησεν — Η Επτάνησος ή Ιόνιος Πολιτεία, αποτελείται εξ επτά νήσων. — Πολύ καλά, είπεν ο διδάσκαλος. Είτα στραφείς προς τον δεύτερον μαθητήν·Εις ποίαν εξουσίαν υπόκειται η Επτάνησος; Ο δεύτερος απεκρίθη απνευστί·

Επερίμεναν το σημείον των πέντε τουφεκισμών, τα οποίον είχε συμφωνηθή μεταξύ αυτών και των προπορευθέντων συντρόφων των. Άμα επατείτο το Κάστρον, είχον καιρόν να ψήσωσι τα σφάγια και να ευωχηθώσιν. Ουχ' ήττον είς τούτων ήναψε πυρ και κατεγίνετο να ψήση το τρυφερώτερον των εριφίων. Τρεις ή τέσσαρες αυτών είχον τοποθετηθή παρά τον κρημνόν επισκοπούντες προς τον Άγιον Σώστην.

Και την πρωίαν εκείνην, κατά την συνήθειάν της η Αρφανούλα, πριν μεταβή εις το εργοστάσιον, διερχομένη, εμβήκεν εις την Καπνικαρέαν, κ' ελαφρά-ελαφρά, ως πτηνόν βηματίζουσα, με την ελαιόχρουν κοντήν μπερτίτσαν της και με το εκ μαύρου ψιαθίου καπελάκι της, ήναψε κηρίον εις το εικονοστάσιον, ησπάσθη ευλαβώς την εικόνα της Θεοτόκου και ρίψασα βιαστικά βλέμματα προς το βάθος όπου ετελείτο η θεία Μυσταγωγία, έκαμε πεντέξ σταυρούς ακόμη, βιαστικά, κ' εξήλθε πάλιν, ελαφρά-ελαφρά βηματίζουσα ως πτηνόν, η Αρφανούλα με την κοντήν μπερτίτσαν της, κατευθυνομένη με σπουδήν, προς την οδόν Ερμού, εις το εργοστάσιον, ως πτηνόν κυνηγημένον.

Την εσπέραν εκείνην, Τρίτην της εβδομάδος, πέντε ημέρας προ της εκλογής, περί την ογδόην ώραν, ο Λάμπρος ο Βατούλας ήναψε μετά τον δείπνον το φαναράκι του, και συνοδευόμενος από τρεις ή τέσσαρας φίλους εξήλθεν εις επισκέψεις κατ' οίκους προς ψηφοθηρίαν. Διήλθον διά της αγοράς, και είτα, δι' ανωφερούς δρομίσκου, εβάδισαν ανερχόμενοι εις την άνω λαϊκήν συνοικίαν.