Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025
Αλλά αυτά μεν και μετά θα στοχασθούμεν πάλε. Τώρ' όμως έλ' να σύρωμεν 'ς την θάλασσαν καράβι, Κ' εις τούτο να συνάξωμεν 'πιτήδειους λαμνοτάδαις· Και ν' αποκαταθέσωμεν την εκατόμβην μέσα· Και να την αναιβάσωμεν την εύμορφην Χρυσίδα.
ΒΑΣΙΛΕΑΣ Έλ', Αμλέτε, από εμέ το χέρι τούτο λάβε. ΑΜΛΕΤΟΣ Δώσε μου, Κύριέ μου, την συγχώρεσίν σου· σ' έχω αδικήση, αλλά συγχώρεσέ με, ως είσαι άνθρωπος ευγενής· γνωρίζουν οι παρόντες, και συ θα 'χης ακούση, πως με βασανίζει ταραχή του νοός. Ό,τι και αν έχω κάμη 'πού την ευαίσθητην καρδιά και την τιμήν σου να επλήγωσε σκληρά, δηλόν' ότ' ήταν τρέλλα.
Προς νότον δε της πολίχνης ήτο η χλοερά και στενή κοιλάς Ελ Βατιχά, ακατοίκητος και τότε όπως σήμερον. Προς τα εκεί διευθύνθη το πλοιάριον το φέρον τον Ιησούν και τους μαθητάς Του, επιζητούντας ανάπαυσιν από των κόπων. Αλλ' όσον κατ' ιδίαν και αν εγένετο η αναχώρησις, δεν παρήλθεν απαρατήρητος. Απέχει μόνον έξ μίλια διά θαλάσσης από της Καπερναούμ η ερημική παραλία προς την οποίαν διευθύνοντο.
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Μη φοβήσαι' ό,τ' είπες εγώ θα κάμω· αποτραβίξου, τον ακούω που έρχεται. Ο ΠΟΛΩΝΙΟΣ αποσύρεται οπίσω από την αυλαίαν. Εισέρχεται ΑΜΛΕΤΟΣ ΑΜΛΕΤΟΣ Λοιπόν, μητέρα, τι με θέλεις; ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Τον πατέρα σου, Αμλέτε, πλήγωσες 'ς τα σπλάχνα. ΑΜΛΕΤΟΣ Τον πατέρα μου, ω μάννα, επλήγωσες 'ς τα σπλάχνα. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ Έλ', απαντάς με γλώσσαν 'πού δεν έχει ουσίαν.
ΟΣΒ. Βοήθεια! Μ' εσκότωσε! Βοήθεια! ΕΔΜ. Τι είν' αυτό; Τι έχετε; Τι τρέχει; — Χωρισθήτε! ΚΕΝΤ Με την αράδα σου και συ. Αν θέλης να κοπιάσης, σου διορθώνω το πετσί. Έλ' αρχοντόπουλό μου ΓΛΟΣΤ. Γυμνά σπαθιά! Τι έτρεξε; ΚΟΡΝ. Σταθήτε! Το προστάζω! Σταθήτε! Τον εσκότωσα, όποιον σηκώση χέρι! ΡΕΓ. Οι άνθρωποι της αδελφής και του πατρός μου είναι. ΚΟΡΝ. Τι πολεμάτε; Λέγε συ.
Ας υποθέσωμεν άρα ότι αναμιγνυόμεθα με τα πλήθη εκείνα, τα οποία κατά τους χρόνους τούτους παρεφύλαττον και έτρεχον κατόπιν Του, και ας προσβλέψωμεν εις Αυτόν καθώς προσέβλεπον εκείνοι, όταν έζη ως άνθρωπος επί της γης. Ευρισκόμεθα εις την μικράν εκείνην πεδιάδα την απλουμένην μεταξύ των ορέων Ζαβουλών και Νεφθαλί, μεταξύ των χωρίων Κεφρ Κενά και Κανά Ελ Ζουλίλ.
Έλ', αγάπη μου, απάνω, και στο πλάι μου κοιμήσου, να γλυκάνω την ψυχή σου. Ο έρωτας με τυραννεί για τα ωραία σου μαλλιά, και έχω μια φωτιά τρανή που μου φαγε την αγκαλιά. Έρωτα! σε παρακαλώ, κάμε μου τούτο το καλό και φέρτ' τον γρήγορα ναρθή στο πλάι μου να κοιμηθή! Θέλω, φίλη μου, απάνω στη γλυκειά σου αγκαλιά δυνατό καυγά να κάνω με τα δύο σου τα κωλιά!
Αληθινά η λύπη μου εσάλευσε τον νουν μου Ω! τι νυκτιά! Παρακαλώ, αυθέντα, άκουσέ με ΛΗΡ Συμπάθησέ με. — Λέγε συ, καλέ φιλόσοφέ μου. ΕΔΓΑΡ Ω! πώς κρυώνει ο τρελλός! Εις την καλύβα μέσα πήγαινε συ, να ζεσταθής. ΛΗΡ Όλοι εκεί ελάτε! ΚΕΝΤ. Έλ' απ' εδώ, αυθέντα μου. ΛΗΡ Μ' αυτόν εγώ πηγαίνω· μαζί με τον φιλόσοφον. Ας γίνη ό,τι θέλει. Άφησ' αυθέντα μου, κι' αυτόν μαζί του να τον πάρη.
Πηδώ 'στη βάρκα γελαστός. . . τι χαλασμός και κρότοι! από ουρά και ορυγμούς ο ποταμός αντήχει· τόσην βοήν κι' αλαλαγμόν δεν θάκαμαν κι' οι Σκώτοι, οπόταν του Τελ Ελ Κιμπίρ ανέβησαν τα τείχη. Κι' εγώ εν μέσω μυκηθμών και κτύπων παραφόρων επέβην πλοίου Ρωσσικού με τόσας συγκινήσεις, και έφυγα καθώς ο Λωτ τας φλόγας των Γομόρων, χωρίς καν χαίρε ύστατον να 'πω της μαγειρίσσης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν