Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Ιουνίου 2025
Αλλά όταν ήκουσαν τον ποδόκτυπον του αλόγου, παρεζαλίσθησαν και οι δύο, και η κυρά παρεκάλεσε τον καλόγηρον να κρυφθή μέσα εις έν μεγάλον κιβώτιον, ο δε καλόγηρος εχώθη μέσα, διότι εγνώριζεν ότι ο γεωργός δεν ημπορούσε να τον υποφέρη, και εφοβείτο. Το φαγητόν και το κρασί τα έκρυψε βιαστικά μέσα εις τον φούρνον, διότι αν ο άνδρας της τα έβλεπε, θα την ερωτούσε τι τρέχει.
Βασίλισσα Ιζόλδη δε θυμόσαστε εκείνη την τόσο ωραία, την τόσο θερμή μέρα μέσα στην πλατειά θάλασσα; Είχατε δίψα!, δε θυμώσαστε, ω κόρη Βασιληά; Στο ίδιο ποτήρι ήπιαμε μαζύ. Από τότε είμαι παντοτεινά ζαλισμένος από κακό μεθύσι...» Μόλις άκουσε η Ιζόλδη αυτά τα λόγια, που μοναχά αυτή και κανένας άλλος μπορούσε να καταλάβη, έκρυψε το κεφάλι μέσα στο μαντύα της, σηκώθηκε και θέλησε να φύγη.
Άλλα όταν ήρθε η νύχτα, η Βραγγίνα για να κρύψη την ντροπή της Βασίλισσας και για να ν' τη σώση από το θάνατο, επήρε τη θέσι της Ιζόλδης, στο γαμήλιο κρεβάτι. Για να τιμωρηθή που δε φύλαξε καλά το μαγεμένο ποτό, και από αγάπη για τη φίλη και κυρία της, εθυσίασε, η πιστή, την αγνότητα του κορμιού της. Το σκοτάδι της νύχτας έκρυψε από το Βασιληά την πανουργία της και την ντροπή της.
Τάχα δεν υπήρξεν είς Άγιος όστις έκρυψε και έσωσε μη θελήσας να τον παραδώση εις την εξουσίαν, τον φονέα του ιδίου αδελφού του; Πόσω μάλλον ο παπ' Ακάκιος δεν θα έσωζε και θα έκρυπτεν αυτήν, ήτις δεν είχε κάμει κακόν ατομικώς εις τον σεβάσμιον ερημίτην; Μήπως δεν επερνούσαν καθημερινώς πλοία, γιαλό ή ανοιχτά από τον Άι Σώστην, και δεν θα ηδύνατο να την φυγαδεύση αν ήθελε;
Ύστερα ένα χαμόγελο άνθισε στα χείλια της. — Τόσον ωραία, θα τρελλαθή όταν ιδή αύριο ο βασιλιάς τη βασίλισσά του... Άνοιξε ένα ασημόχρυσο κουτί κ' έκρυψε μέσα το πολύτιμο πετράδι. Και μ' ένα χαρούμενο τραγουδάκι άρχισε να βγάζη τα πλούσια φορέματα, νοιώθοντας τα βλέφαρά της να βαραίνουν από μια γλυκύτατη νύστα. Σε μια γωνιά της κάμαρης ήτανε πεταμένη η μεγάλη κερένια κούκλα.
Ο αέρας ήταν ίδιος όπως και πριν λίγο δροσερός, υγρός περισσότερο και τα ξύλα, τα σίδερα, τ' άρμενα του καραβιού δεν είχαν κανένα σημάδι. Κάτω στα βάθη του βοριά κάποιο μενεξεδένιο σύγνεφο άπλωσε κ' ετύλιξε μέσα γαλαζόχρωμα τ' αστέρια και τέλος τα έκρυψε κάτω από το πυκνό μαγνάδι του.
Εάν ο άγγελος της Αθωότητος τον είχε καταλίπει, ο άγγελος της Μεταμελείας τον προσέλαβεν, ύψωσε την άκραν του ιματίου του, έκρυψε το πρόσωπόν του, και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς, έκλαυσε και απέπλυνε το σφάλμα του, έκλαυσε και ανεγεννήθη, έκλαυσε, και ητοιμάσθη ν' ακολουθήση τον δεσπότην Του, αμετακλήτως την φοράν ταύτην, «και εις φυλακήν και εις θάνατον», εις θάνατον σταυρικόν.
Αφού λοιπόν έπεισε μερικούς να πάνε μαζί του, και τους είπε πως σε λίγες μέρες έρχεται κι από τη Ρώμη βοήθεια, και τέλος τους έκαμε και κατάλαβαν πως εδώ είναι ζωή ή θάνατος, τους μοίρασε σε μικρές παρέες, τους έκρυψε σε σύδεντρα ξοχικά κατατόπια, κι από κει ξεχύμιζαν και κόβανε Γότθους. Τέλος και στην Αθήνα μέσα ώρμησαν, τους ξάφνισαν απάνω στα ξεφαντώματά τους και τους ανεμοσκόρπισαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν