United States or Palestine ? Vote for the TOP Country of the Week !


Οι Φαρισαίοι πικρώς προσεβλήθησαν εκ του λόγου τούτου.

Είδεν εαυτήν μόνην και εγκαταλελειμμένην εν μέσω του σκότους της νυκτός, και τρόμος επάγωσε την καρδίαν της· ενθυμήθη πόθεν και πώς ευρέθη εκεί, ανελογίσθη την φοβεράν της τύχην, ανέπλασεν εν φρίκη το απαίσιον μέλλον της, και αναίσθητος προς τα κύκλω θέλγητρα της θερινής νυκτός, απαθής προς την περιβάλλουσαν αυτήν μαγείαν της φύσεως, ανελύθη εις δάκρυα και έκλαυσε πικρώς.

Ο Κανίδιος και όσοι άλλοι ηυτομόλησαν, έχουν μεν υπηρεσίαν, ουδεμιάς όμως απολαύουσιν εμπιστοσύνης. Κακώς εφέρθην, τόσω δε πικρώς μέμφομαι εμαυτόν διά τούτο, ώστε ουδέποτε πλέον θα αισθανθώ χαράν. ΣΤΡΑΤΙΩΤΗΣ. Ο Αντώνιος, Αινόβαρβε, σου στέλλει όλους τους θησαυρούς σου, και δείγματα τινα της μεγαλοδωρίας του.

Κατ' αρχάς ο Αμλέτος ελέγχει πικρώς τον εαυτόν του διότι δεν ανταπέδωκεν ακόμη αίμα αντί αίματος, χαρακτηρίζει τον εαυτόν του ως άνανδρον, ως ουτιδανόν, διότι ακόμη δεν επάχυνε όλα τα όρνεα τ' ουρανού με τα σπλάχνα του αδελφοκτόνου· άρα είναι πεπεισμένος περί της ενοχής του θείου του, και όμως αμέσως κατόπιν αμφιβάλλει περί αυτής, δυσπιστεί εις την υπερφυσικήν αποκάλυψιν του στυγερού οικογενειακού δράματος, φοβείται μήπως την έπλασε ο Πειρασμός διά να τον παρασύρη εις άδικον φόνον και να κολάση την ψυχήν του.

Εγώ διετέλουν εν αμηχανία και δεν είξευρον πλέον τι να πράξω. Είχον μετανοήσει πικρώς, διότι ήνοιξα την θύραν του προθαλάμου εις τον ξένον. Τώρα δε μοι επήλθεν επί μίαν στιγμήν η ιδέα να καλέσω εις βοήθειαν και να εκδιώξω διά της βίας τον άνθρωπον τούτον.

Διά πάντα ταύτα, παρά την παρουσίαν εν τω Βουλγαρικώ κόμματι εντίμων ονομάτων, πάσα σχεδόν η υγιής μερίς της κοινωνίας είχεν εν τέλει ταχθή κατ' αυτού. Τοιαύτη όμως ήτο η τέχνη του έλληνος λιθοξόου, ώστε ο μετά προσοχής το έργον του παρατηρών ευθύς εννοεί ότι αν δεν ήτο εκ μαρμάρου ο γελών ούτος Σάτυρος, μετ' ολίγον ήθελε κλαύσει πικρώς.

Οι δε Λακεδαιμόνιοι και οι σύμμαχοι ηκολούθουν μεν τον Άγιν ως ηγεμόνα των, κατά τον νόμον, αλλά παρεπονούντο εναντίον αυτού πικρώς μεταξύ των λέγοντες ότι, ενώ τοιαύτη καλή ευκαιρία διά να πολεμήσουν τον εχθρόν περικυκλωμένον πανταχόθεν υπό των ιππέων και των πεζών παρουσιάσθη εις αυτούς, έφευγον χωρίς να κάμουν τίποτε άξιον των προπαρασκευών των· διότι τωόντι ο στρατός εκείνος ήτο ο κάλλιστος από όσους συνηθροίσθησαν εις την Ελλάδα μέχρι της εποχής εκείνης· εφάνη δε προ πάντων εις όλην την λαμπρότητά του ότε συνηθροίσθη εις την Νεμέαν, όπου ευρέθησαν οι Λακεδαιμόνιοι πανστρατιά, οι Αρκάδες, οι Βοιωτοί, οι Κορίνθιοι, οι Σικυώνιοι, οι Πελληνείς, οι Φλιάσιοι, οι Μεγαρείς, όλοι άνδρες εκλεκτοί από κάθε έθνος και οίτινες εφαίνοντο δυνάμενοι να αντιμετρηθούν όχι μόνον προς την συμμαχίαν του Άργους αλλά και προς πάσαν άλλην πού ήθελεν ενωθή με αυτήν.

Η αγωνία της βάρκας του Πλαντάρη ήτο ορατή από την πολίχνην, ορατή και από τον μεμονωμένον οικίσκον. Η Πλανταρού ήρχισε τότε να μέμφεται πικρώς τον υιόν της διά την τόλμην και την αποκοτιά του. Τι ήθελε, τι γύρευε, τέτοιαις μέραις, να κάμη ταξείδι; Δεν άκουε, ο βαρυκέφαλος, τη μάννα του, τι του έλεγε. Ακόμη τα Φώτα δεν είχαν έλθει. Ο Σταυρός δεν είχε πέσει στο γιαλό.

Το λευκάζον και κιτρινωπόν ράκος της έφυγεν από την χείρα· το επήρεν ο άνεμος, και το έρριψεν επί της κεφαλής και των ώμων της γυναικός. — Αυτό θα είναι το σάβανό μου! εψιθύρισε πικρώς μειδιώσα η Φραγκογιαννού. Τέλος, καθώς εκάθησε κάτω επί του βράχου, βλέπει μίαν βάρκαν, μικράν φελλούκαν, να έρχεται, παραπλέουσα την ακτήν. Είχε μικρόν ιστίον και δύο κουπιά, τα οποία έτυπτον ραθύμως το κύμα.

Αν αύτη απηγγέλθη εν τω ναώ, ή ενώπιον επιτροπής τινος του Συνεδρίου, δεν γνωρίζομεν αλλ' όπως και αν έχη, οι μεγάλοι Ραββίνοι και οι αρχιερείς οίτινες Τον εκάλεσαν ενώπιόν των διά να Τον τιμωρήσωσιν επί αθετήσει του Σαββάτου κατεπλάγησαν και ετρόμαξαν, αν και πικρώς εξεμάνησαν, προς τους λόγους ους ήκουσαν. Τον είχον φέρει ενώπιον των διά να Τον νουθετήσωσι, και αι νουθεσίαι έπεσαν επ' αυτούς.