Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Κατάλαβε λοιπόν που σημάδευε το ρώτημα κιάρπαξε την ευκαιρία μιας μαντικής επιτυχίας. — Και δεν τήνε γνώρισες ποια είνε; ρώτησε ακόμη η μητέρα μου. — Ήτονε σ' ασκιανάδα και δεν εξεκαθάρισα τα πιθέματά τση. — Μελαχροινή δεν ήτονε; — Έτσα μου φάνηκε. — Αι τη σκύλα! έκαμε με υπόκωφο μουγκρητό η μάνα μου· αι, τη σκύλα, κήφαε το παιδί μου!

ΟΣΒ. Επιάσθηκ' η φωνή μου, αυθέντα μου. ΚΕΝΤ Βέβαια! Εκουράσθηκε από την μεγάλη του παλληκαριά! Άκαρδον κτήνος! Η φύσις σε αποκηρύττει. Ράπτης ήτον οπού σ' έκαμε. ΚΟΡΝ. Τι αλλόκοτος άνθρωπος είσαι συ! Διατί τον έκαμε ράπτης; ΚΕΝΤ Ράπτης τον έκαμε. Αν τον έκαμνε ζωγράφος ή πετροπελεκητής, και εις δύο ώραις μέσα να τον έκαμναν, δεν θα ήτο τόσον κακοκαμωμένος. ΚΟΡΝ. Λέγε μου, διατί εμαλλώσατε;

Μου ήρθαν όμως εκείνον τον καιρό τόσο άσχημες και μωρές ιδέες. Η φωνή της έγινε όπως ενός παιδιού, που έκαμε κάτι κακό, και μ' έκαμε να γελάσω όταν την άκουσα. — Όχι, μη γελάς, ξακολούθησε. Γιατί είναι αλήθεια πως πίστευα πως δε με νοιώθεις και το είπα μάλιστα. Μπορείς να με συχωρέσης; Μιλούσε τόσο σοβαρά, που με συγκίνησε.

Ο καινούργιος ο δήμαρχος, με τη δωδεκάδα, προσκάλεσεν απ' την Χαλκίδα τον κυρ-Μαχανικό με τη μαχανή. — Α, την κυρά-Μαχανή, την μάγισσα! Καλά έκαμε, διέκοψεν ο ποιμήν. — Όχι, χριστιανέ μ'. Ακούς να σ' πω. Τον κυρ-Μαχανικό. — Α, τον κυρ Μαχανικό! επανέλαβεν ο γέρων μετά σοβαρότητος. Κατάλαβα! — Ναι, εξηκολούθησεν η γραία, Τον κυρ-Μαχανικό, απ' λες, για να φκιάση, λέει, το χωριό.

ΚΕΝΤ Εάν και ήχον δανεικόν 'μπορέσω ν' αποκτήσω, ως κ' η φωνή μου να κρυφθή, τότ' εκτελείται ίσως ο αγαθός μου ο σκοπός που μ' έκαμε ν' αλλάξω μορφήν και πρόσωπον. — Λοιπόν, ω Κεντ, εξωρισμένε, εκεί οπού σ' επαίδευσαν, αν σε δεχθούν ως δούλον, ο σεβαστός σου κύριος ακούραστον θα σ' εύρη! ΛΗΡ Να μην αργοπορήση ούτε στιγμήν το γεύμα μου. Ετοιμάσατέ μου το αμέσως. — Ποιος είσαι συ;

Τι να είταν το μυστήριο που κρυφοχύθηκε και μου την έκαμε βλαστάρι τρυφερό την καρδιά μου! Αγάπη δεν μπορούσε να είναι· πρέπει να είταν ο ανθός της αγάπης, μοσκοβότανο φυτρωμένο στο μίσος του άγριου του Τούρκου. Είχα ηρωΐδα μπροστά μου, μια ψυχή που τη διάλεξε ο Θεός να την αγιάση από δέκα χρονώ, και να τη γλυτώση με παράξενο θάμα. Και πώς να μην τη λατρεύω, που έβλεπα πως όλα είταν αλήθεια, όλα.

Ανάγκη ο Χριστός δεν έχει να πάνε να τον λειτουργήσουνε... Μα όπου είναι μια μερική προαίρεσις καλή, κι έχει κανείς και χρέος να πληρώση, ας είναι, και τόλμη ακόμα, και όπου πρόκειται να βοηθήση κανείς ανθρώπους, καθώς εδώ, εκεί ο Θεός έρχεται βοηθός, και εναντίον του καιρού, και με χίλια εμπόδια... Εκεί ο Θεός συντρέχει και με ευκολίας πολλάς, και με θαύμα ακόμα, τι νομίζεις, Πανάγο; Έπειτα, πώς θέλεις να κάμη ο Χριστός καλόν καιρό, αφού άλλες φορές έκαμε, κι ημείς από αμέλεια δεν πήγαμε να τον λειτουργήσουμε;

Κατόπιν τον ξαναείδε πάλιν, κοντόν και χονδρόν, κατάλευκον, με τον ρωσσικόν επενδύτην του, όταν πωλών κουλουράκια ζαχαρένια, όπου τα εζήμωνεν η γυναίκα του, εκέρδιζεν ικανάς δραχμάς την ημέραν. Ολίγας ημέρας μετά το όνειρον, εγέμισεν η Αθήνα από κουλουροπώλας, και έκαμε λογαριασμόν ότι τα πωλούμενα κουλούρια αναλογούσαν δέκα προς έκαστον Αθήναιον.

Ποιος ήλθε τόσον ενωρίς να με καλημερίση; Παιδί μου! πρέπει ταραχή της κεφαλής μεγάλη να σ' έκαμε την κλίνην σου τόσον πρωί ν' αφήσης. Μετρά τας ώρας η φροντίς ‘ς τα μάτια των γερόντων, κι όπου Φροντίδες κατοικούν ο Ύπνος δεν φωληάζει· αλλ' όμως, όπου τα γερά τα μέλη της 'ξαπλόνει Νεότης ξέννοιαστη, εκεί ο Ύπνος βασιλεύει.

Ο βασιλεύς της Δαμασκού εξέστη εις το να ακούση τον βασιλέα του Αστραχάν να ομιλήση με αυτόν τον τρόπον· και ανάφτοντάς του την περιέργειαν εις το να μάθη το αίτιον της ανησυχίας του, έκαμε τόσον, που ο Ορμώζ του έταξε διά να του το φανερώση οπόταν εύρη καιρόν αρμόδιον.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν