United States or Ethiopia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιατί, αν γίνεται συ να ’σαι κείνος που τούτος λέγει, βέβαια δύστυχος είσαι. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Αλλοίμονον! Αλλοίμονον! Αλλοίμονό μου! Διάφανα πλέον όλα! Τελευταία, ω φως, θα σ’ ατενίσω τώρα πιά, που εφανερώθη πως εγεννήθηκ’ απ’ αυτούς που να με κάμουν δεν άξιζε° κοιμήθηκα με τη μητέρα μου και τον πατέρα σκότωσα, που μ’ έχει σπείρει. Στροφή α΄

Φόρτε! εκέλευσεν ο αρχιεργάτης, όταν συνεπληρώθη η μία στροφή του ατράκτου, εκτεθέντος του σχοινίου του μοχλού. Οι νεανίαι έπαυσαν τότε να στρέφωνται, ανέκυψαν.

Αν χωριστή, μετέωρος Επί την δέλφιον πέτραν Αστράψη η λύρα, καύχημα Άγγλων και χαρμοσύνη Αγηνορίδων· Ημείς όμως χηρεύομεν. Τας θλίψεις θεραπεύει, Και άγει ο θρήνος εις άμιλλαν Αρετής την φιλόδοξον Σποράν του ανθρώπου. Στροφή Α Ερατεινή, γλυκεία Θυγάτηρ Υπερίονος, Πόσον, ω χρυσοβλέφαρος, Πόσον δεκτή και νόστιμη Φέγγεις ω ημέρα.

Στροφή Α Ένας Θεός και μόνος Αστράπτει από τον ύψιστον Θρόνον· και των χειρών του Επισκοπεί τα αιώνια Άπειρα έργα. Κρέμονται υπό τους πόδας του Πάντα τα έθνη, ως κρέμεται Βροχή έτι εναέριος Εν ώ κοιμώνται οι άνεμοι Της οικουμένης. Αλλ' η φωνή του ακούεται, Φωνή δικαιοσύνης, Και η ψυχαί των ανόμων Ως αίματος σταγόνες Πέφτουντον άδην.

Τοιαύτη και ολόκληρος η προτελευταία του ποιήματος στροφή, ήτις έπρεπεν ίσως να ήναι τελευταία: Κάμνει στεφάνια το νερό που εκτείνονται πλαταίνουν Και στα ποδάρια του Αλή να ξεψυχήσουν πγαίνουν. Λες και το κύμα τη νεκρή σα νύφη του αγκαλιάζει Και με στεφάνια από νερό το γάμο του γιορτάζει κτλ.

Καλά στοχάσου μπαίνοντας στο παλάτι σου αυτά που λέγω° κι αν εύρης ότι ψέματα σου λέγω, τότε να μην πιστεύης στη δική μου την μαντείαν. Στροφή α΄ Ποιος είν’ αυτός, που ο Δελφικός μαντικός είπε βράχος πως έκαμε με φονικά τα χέρια κακά τόσα; Είναι καιρός, πιο γλίγωρα από τ’ ανεμόποδ’ άτια το πόδι του γοργό να πάρη να πάη μακριά.

Γι’ αυτό δεν θενά φρόντιζα για τις μαντείες, ούτε σ’ αυτούς πιστεύοντας τους λόγους, ούτε σ’ αυτούς που εχρησμοδότησεν ο Φοίβος τάχα. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ορθά όσα λες, βασίλισσα, αλλ’ όμως στείλε νά ’λθη ο βοσκός να τον ιδώ. Και μη αμελήσης. ΙΟΚΑΣΤΗ Θα στείλω όσο πιο γλίγωρα μπορώ. Μα ωστόσο εις το παλάτι ας έμπωμε, γιατί κανένα πράγμα δυσάρεστο σε σέ δεν θενά πράξω. Στροφή α΄

Επάνω εις τον βωμόν Της αληθείας, τα σφάγια Τώρα εγώ ρίπτω· μ' άφθονα Τον λίβανον σωρεύω, Μ' άφθονα χέρια. Ως απ' ένα βουνόν Ο αετός εις άλλο Πετάει, καιγώ τα δύσκολα Κρημνά της αρετής Ούτω επιβαίνω. Στροφή Α Ας μη βρέξη ποτέ Το σύννεφον, και ο άνεμος· Σκληρός ας μη σκορπίση Το χώμα το μακάριον Που σας σκεπάζει.

Ιδού κροτούν, συντρίβουσι τους πύργους θαλασσίους Εχθρών απείρων· σκάφη, Ναύτας, ιστία, κατάρτια Η φλόγα τρώγει· Και καταπίνει η θάλασσα Τα λείψανα· την νίκην Ύψωσ' ω λύρα· αν ήρωες Δοξάζωνται, το θείον Φιλεί τους ύμνους Ωθωμανέ υπερήφανε, Πού είσαι; νέον στόλον Φέρε, ω μωρέ, και σύναξε· Νέαν δάφνην οι Έλληνες Θέλουν αρπάξειν. Στροφή Α

Στροφή Α Ω φιλτάτη πατρίς, Ω θαυμασία νήσος, Ζάκυνθε· συ μου έδωκας Την πνοήν, και του Απόλλωνος Τα χρυσά δώρα! Και συ τον ύμνον δέξου· Εχθαίρουσιν οι Αθάνατοι Την ψυχήν, και βροντάουσιν Επί τας κεφαλάς Των αχαρίστων. Ποτέ δεν σε ελησμόνησα, Ποτέ·Και η τύχη μ' έρριψε Μακρά από σε· με είδε Το πέμπτον του αιώνος Εις ξένα έθνη