United States or Cabo Verde ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο καφετζής του είπε «καλώς τον» κ' εξακολούθησε το κάπνισμα. Πέρασε λίγη ώρα σε βαθειά σιωπή, όταν έξαφνα ακούστηκαν φωνές και γέλοια στο δρόμο. Ο ναύτης εσήκωσε ζωηρά το κεφάλι, σαν να τον εκέντησε κάτι ευχάριστο, σαν να του εγαργάλισε την ακοή μία γνωστή, χαρμόσυνη φωνούλα.

Λίγες δρασκελιές μου είχαν μείνει ακόμα, ως που να φτάσω στην κορφή της ράχης, που έκρυβε το πολυπόθητο χωριό μου, και λίγες ακόμα στιγμές, ως που να ρίξω τη χαρμόσυνη ντουφεκιά του ξενιτεμένου, που θα έκανε όλες τες καρδιές του Χωριού, να λαχταρήσουν από χαρά και λίγες θα είταν οι καλότυχες, που θα δέχονταν ξενιτεμένο, αλλά η ανυπομονησιά μου σήκωνε κεφάλι, μέσα στα στήθεια μου πάλι, κακομούτσουνη και φοβερή, και μ' έκανε να νομίζω, ότι τα ποδάρια τ' αλόγου μου είταν καρφωμένα ψηλά στη γη, και βρίσκομουν από πολλή ώρα στην ίδια μεριά.

Κένταγε κι’ ωριοκένταγεν η λυγερή Χρυσάιδω, Πανώρια κόρη προεστού, μοναχοθυγατέρα, Οπού δεν είχε ταίρι της σ’ Ανατολή και Δύση Στην ωμορφιά και στην τιμή και στο γλυκό τραγούδι, Κι’ απάνω στα κεντήματα, και στα ξομπλιάσματά της Γλυκό τραγούδιν έδερνε, τραγούδι της αγάπης Με μια φωνή χαρμόσυνη, σαν απ’ αγγέλου στόμα.

Πουλάκια, μικρά, τόσο μικρά, που να τα κλείση ένας στην παλάμη του, έχυναν τη χαρμόσυνη, μελωδική φωνούλα τους, τρέχοντας εναέρια από δέντρο σε δέντρο και από θάμνο, σε πέτρα, με το κυματιστό, χαριτωμένο πέταμά τους· αρνάκια σγουρόμαλλα, σωριασμένα στον απότοιχο χωραφιού, αναμασσούσαν την τροφή τους αμέριμνα.

Αν χωριστή, μετέωρος Επί την δέλφιον πέτραν Αστράψη η λύρα, καύχημα Άγγλων και χαρμοσύνη Αγηνορίδων· Ημείς όμως χηρεύομεν. Τας θλίψεις θεραπεύει, Και άγει ο θρήνος εις άμιλλαν Αρετής την φιλόδοξον Σποράν του ανθρώπου. Στροφή Α Ερατεινή, γλυκεία Θυγάτηρ Υπερίονος, Πόσον, ω χρυσοβλέφαρος, Πόσον δεκτή και νόστιμη Φέγγεις ω ημέρα.