United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Άκουσε λοιπόν. Η Αϊμά ετοποθετήθη καλλίτερον επί του σκίμποδος εφ' ου εκάθητο, και ητοιμάσθη ν' ακούση απλήστως τας τοσούτον πομπωδώς προαγγελλομένας αποκαλύψεις της αδελφής Σιξτίνης. Ιππόται και πειραταί. Η Σιξτίνα ήρχισεν ως εξής·Προ δέκα ετών ήμην εν Ρόδω περιποιουμένη τους ασθενείς και τους πληγωμένους.

Ακόμη δε και μεταξύ τινων εκ των σημερινών βαρβάρων, και μάλιστα των Ασιανών τίθενται άθλα πάλης και πυγμής, και διεζωσμένοι αγωνίζονται ούτοι περί αυτών. Πολλάς δε και άλλας αποδείξεις ηδύνατό τις να φέρη ότι οι παλαιοί Έλληνες διητώντο ομοιοτρόπως με τους σημερινούς βαρβάρους. Και οι νησιώται δε ήσαν όχι ολιγώτερον πειραταί.

Ούτε αυτός δε ο ίδιος δεν έκρινε πλέον δίκαιον να πειράται την παραβίασιν των αυστηρών εκείνων διαταγών, και εσύρετο από στοάς εις στοάν.

Αλλά τολμηρός ακόμη, προκειμένου να υπερασπισθή τη ζωή του, μπόρεσε γρήγωρα να βρη ωραία πονηρά λόγια. Διηγήθη ότι ήτανε τραγουδιστής, και ταξίδευε μ' ένα εμπορικό καράβι για την Ισπανία όπου ήθελε να μάθη να διαβάζη στ' αστέρια. Πειραταί είχαν προσβάλει το καράβι, κι' αυτός πληγωμένος ξέφυγε μ' αυτή τη βάρκα. Τον πίστεψαν.

Τω όντι, ούτε η ιδέα δεν του ήλθε του πτωχού αιπόλου, του βόσκοντος ολίγας αίγας εις το κατάμερον των Τριών Σταυρών, να ζητήση παρά του μπάρμπα-Δήμου να του ρίψη την σχοινίνην κλίμακα ή να του καταβιβάση τον κάλων με την αρπάγην και την θηλειάν, δι' ης ανήλθεν εις την Ταράτσαν του φρουρίου ο παραγυιός του, κατά την αφήγησιν του πυλωρού· αλλά πρώτον ήλπιζεν ότι οι πειραταί δεν θα υπωπτεύοντο το παρ' αυτού γενόμενον διάβημα, έπειτα αυτός, όστις εγνώριζεν όλους τους κρημνούς και όλα τα μονοπάτια, εγνώριζεν επίσης και όλα τα σπήλαια και τας κρύπτας, τας ανοιγομένας ανά τας βραχώδεις βορεινάς εσχατιάς της νήσου.

Επερίμεναν οσονούπω την εμφάνισιν του πλοίου των. Αυτοί ούτοι ήσαν οι συλλαβόντες τον πτωχόν αιπόλον. Τον εκράτησαν εν ασφαλεία και δεν τον ηνώχλησαν άλλως. Προφανώς ούτοι ευρίσκοντο εν αγνοία της καθόδου του βοσκού προς το φρούριον, και ουδ' υπώπτευσαν ότι αυτός είχε φέρει εις τους συμπατριώτας του την είδησιν της αφίξεώς των. Παρήλθε μακρά ώρα και οι πειραταί ήρχισαν ν' ανησυχώσι.

Εγώ έχω τα γίδια μου, και ξέρω κι' όλαις ταις σπηλαίς να κρυφτώ, απήντησεν ο βοσκός. Τω όντι, την τελευταίαν στιγμήν του ήλθε του μπάρμπα-Δήμου η απορία: διατί, αν πράγματι είχαν έλθει πειραταί, ο Τσόμπανος δεν εφρόντιζε και περί της προσωπικής ασφαλείας του; Αλλ' ο βοσκός εξηκολούθησε ν' απομακρύνεται και μετ' ολίγον έγεινεν άφαντος,

Αυτοί εφέρθηκαν προς εμέ ως πειραταί γενναίοι· αλλά ήξευραν τι έκαμναν· εγώ θα τους ευεργετήσω. Κάμε να λάβη ο Βασιλέας τα γράμ- ματά μου, και συ τρέξε προς εμέ με όσην σπουδήν ήθελε φεύγης από τον θάνατον. Έχω να σου προφέρω λόγια οπού άμα τ' ακούσης θα μείνης άλαλος, και μ' όλον τούτο είναι πολύ ελαφρά, αν συγκριθούν με το βάρος της υποθέσεως.

Οι κάτοικοι τω προσήνεγκον άλλην καινουργή και στερεάν, πλην ο κ. λιμενάρχης συνειθισμένος εις τα πολεμικά ήθελε «βασιλική βάρκα» να την ίδουν από μακράν οι πειραταί και να τρομάξουν.

Αλλά αίφνης κρότοι βηματισμών βαρέων επί του καταστρώματος, διέκοψαν τας φαιδράς του ναυκλήρου αναμνήσεις, Ως ν' ανήλθον πειραταί τω εφάνηέρημος ο λιμήν και δεν ήτο παράδοξοναλλ' ο κύων ο Μαύρος δεν υλάκτησεν· ως δεν υλάκτησε και όταν ήλθεν ο καπετάν-Φαφάνας, με τον οποίον όμως ο κύων είχε παλαιάν γνωριμίαν. Απορών ανήλθε φυλαττόμενος ίνα ίδη.