Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025
Όπισθέν μου αφικνείται τρισμέγιστος Τουρκικός στόλος, καθ' ου είνε αδύνατον ν' αντιταχθώσι τα σκάφη σας.
Έφθασαν δε μετ' ολίγον εις την κατοικίαν του αρχηγού, και οι στρατιώται μετά της Αϊμάς ανέβησαν εκείσε, ο δε Μάχτος έμεινε διστάζων κάτωθεν του οίκου. Ο δε Σκούντας εκρύπτετο, και είχε σταθή κατασκοπεύων όπισθεν του τοίχου. Προ μιας μόλις ώρας εις την οικίαν ταύτην είχε συμβή το εξής. Άνθρωπός τις επαρουσιάσθη και έκρουσε την θύραν.
Όπισθεν οικιών νεφέλαι φωτειναί από των καιομένων λαμπάδων αναβαίνουσι προς το στερέωμα. Η ευωδία των θυμιαμάτων, τα οποία καίονται κατά την δίοδον του Επιταφίου από τας οικίας όλας, φθάνει από μακράν ως άρωμα αυτής της νυκτός ανέκφραστον.
Αίφνης ακούω όπισθεν μου φωνήν γλυκείαν ψιθυρίζουσαν το όνομά μου― Λουκή ! Πριν ή προφθάσω να σκεφθώ ότι αν στραφώ προδίδομαι και αν φανερωθώ κινδυνεύω, εστράφην. Εστράφην και είδα το κοράσιον ιστάμενον ολίγα βήματα μακράν μου. Τα άλλα παιδία είχον προχωρήσει. Άμα με είδε στρεφόμενον εγονάτισεν επί του εδάφους. Την εγνώρισα!
Είνε τέλος μέταλλον πολύτιμον, φρουρούμενον από τα ευτελέστερα· χρυσός, φυλαττόμενος από σίδηρον και από τ ε ν ε κ έ δ ε ς. Και το Φάσμα ήνοιξε βραδέως του κιβωτίου το πώμα κάτωθεν δε αυτού απήστραψαν νομίσματα χρυσά. — Κλέψε τώρα εξ αυτών, λέγει, εκατόν δραχμάς. Έκλεψα εκατόν δραχμάς· αλλά μόλις απεμακρύνθην, ήκουσα φωνάς όπισθεν μου να λέγουν: — Ο άτιμος. . . ο άτιμος!. . .
Σου την έδωκα εγώ. Πλησίασε τώρα κρυφίως και άρπασέ την μόνος όπισθέν μου. Εγώ δεν θα σε ιδώ. Πλησιάζω κρυφίως, προτείνω το ράμφος, και τρώγω κλέπτων. Ήτον η ιδία τροφή, και όμως ήτο τόσον γλυκεία, και τόσον χωνευτική! Τότε ηννόησα την φυσιολογίαν του ανθρωπίνου του στομάχου. Εχώνευεν ανενοχλήτως δηλητήριον, και ότε του είπον: — «Τρώγεις δηλητήριον», τότε ησθάνθη τας αλγηδόνας.
Η Μαλάμω δεν συνηκολούθει εις τον ναόν. Έμενεν εκεί, τηρούσα, την αγαλματώδη στάσιν της προ της θύρας και ατενίζουσα μακράν, ως να διέκρινεν ακόμη μέσα εις το σκότος τον υιόν της. Αίφνης όμως συνέσπασε τας οφρύς κ' εν σπουδή εισήλθεν εις τον οικίσκον κ' έκλεισε θορυβωδώς την θύραν όπισθέν της.
Αυτός δε εφορτώθη εις τον ώμον τον τορβάν και το κιλίμιον, έβαλεν όπισθέν του εις την μέσην μικρόν κλαδευτήρι, και κρατών την λεπτήν ράβδον του, εξεκίνησε πεζός. Είχε χασομερήσει σωστήν μίαν ώραν εις όλας αυτάς τας φροντίδας.
Έφθασαν μετά ταύτα οι Λυδοί φέροντες το πτώμα· όπισθεν δε αυτών ήρχετο ο φονεύς. Σταθείς ούτος πλησίον του σώματος παρέδωκεν εαυτόν εις τον Κροίσον· προτείνων δε τας χείρας τον παρεκάλει να τον σφάξη επί του νεκρού, αναφέρων την πρώτην του συμφοράν και λέγων μεγαλοφώνως ότι ήτο ανάξιος πλέον να ζη αφού επέφερε την δυστυχίαν και εκείνου όστις τον εκαθάρισεν.
Άμα εισελθών, εστράφη προς εκατέραν των παραστάδων της θύρας, όπως ίδη μη είνε τις κεκρυμμένος όπισθεν των θυρωμάτων, είτα εχαιρέτισεν έπιπλόν τι εκλαβών αυτό εν τη ταραχή του ως έμψυχον ον. Μετά τούτο εχαιρέτισεν εμέ και τελευταίον έκαμε πολλάς προσκυνήσεις ενώπιον του αρχηγού. Έτρεμε δε τα γόνατα, και μετέφερεν αδιαλείπτως τον σκούφον ον εκράτει από της μιας εις την ετέραν χείρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν