United States or Malta ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πρώτον λοιπόν δυνάμεθα να αισθανώμεθα πολλά συγχρόνως, κατά ταύτην την σημασίαν, ότι αισθανόμεθα διά διαφόρων της ψυχής μερών και ουχί δι' ενός αδιαιρέτου μέρους, διά μερών όμως, άπερ είναι αδιαίρετα ως αποτελούντα συνεχές όλον; Ή, ίνα πρώτον ομιλήσωμεν περί των ανηκόντων εις μίαν μόνην αίσθησιν, ως λ.χ. την όψιν, θα είπωμεν ότι, αν διάφορα χρώματα αντιλαμβάνηται διά διαφόρων μερών αυτής, θα έχη άραγε πολλά μέρη, ταύτα όμως κατά το είδος; Διότι τα επανειλημμένα αισθήματα αυτών είναι του αυτού γένους . Αλλ' εάν τις λέγη ότι, όπως τα δύο όμματα δεν εμποδίζουσι να βλέπωμεν το αντικείμενον έν, ούτω και εν τη ψυχή παράγεται εκ τούτων μία ενότης και μία ενέργεια, ουδέν εμποδίζει να θεωρώμεν την ψυχήν ομοίως.

Σαν φώσφορα σου φαίνονται και σαν πυροτεχνήματα, οπού ευκόλως ειμπορείς να τα παρομοιώσης με όσα καίομεν εδώ κι' εμείς τα περιτρίμματα εις τους Επιταφίους μας και τας διαδηλώσεις. Τι χάσκεις έτσι, Μεφιστό, το στόμα σου ανοίγων;... τέσσαρα νέα φώσφορα εντός στιγμών ολίγων, κι' οι κάτοικ' οι ευδαίμονες του Κρόνου αλαλάζουν και κάθε τόσο χρώματα τα μούτρα των αλλάζουν.

Να και κάτι λεροφορεμένοι απ’ τη Σιγδίτσα με μεγάλους κουβάδες γεμάτους, νερό φωνάζοντας: «Γάλα καλό-ο-ο!» . . Κυττάτέ την εκείνη εκεί ! μια Κυρία της μόδας με σκούπα για βεντάγια, που σηκώνει τις φούστες της ως τα γόνατα και δείχνει, με χίλια τσαλιμάκια, γάμπες ευζωνικές κι αντρίκια χοντροπάπουτσα λαστιχένια με ταυτιά απόξω. . . . . Και πάλι αμάξια με ντόμινα και σούστες φορτωμένες με μισόγυμνους ανθρώπους τυλιγμένους σε σεντόνια που πήγαιναν τάχατις στο Φάληρο! κι ο κόσμος τους φώναζε : «Κρύο ! κρύο ! μπούζι! » και πάλι μάσκες και κουρελομάνι και χρώματα και χρυσόχαρτα και λουλούδια και γέλοια και φωνές και χαχαρίσματα και σερπαντέν και σκουντιές και τσιμπιές και πατήματα κάλων και κερατιλίκια και στανιά και «Χαρτί και πόλεμοςκαι παλαμάκια που δεν παίρνουν τέλος απ’ την μιαν άκρη του δρόμου ίσαμε την άλλη. . . Αχ, τι ζωή ! τι χαρά ! Τι όμορφα που είναι ! Τι όμορφα ! Κύτταζε η Λιόλια ολοένα, κύτταζε και δε χόρταινε.

Η απλότης, που εις τη νεώτερη ζωή δεν είναι παρά η τάσις των κατωτέρων τάξεων προς το γούστο των χρωμάτων, έχει την καλλιτεχνική της αξία και τα νεωτεριστικά χρώματα καλυτερεύουν συχνά πολύ με το να ξεθωριάζουν λιγάκι.

Διότι ως και αυτά ακόμη τα βαθουλά μέρη της, τα οποία είναι γεμάτα από νερόν και αέρα παρουσιάζουν έν είδος χρώματος, διότι γυαλίζουν μέσα εις τα πολλά και διάφορα άλλα χρώματα, ώστε η θεωρία της να παρουσιάζηται ωσάν έν αδιάκοπον όλον με πολλά και διάφορα χρώματα.

Αυτοί είχαν κορμί ωσάν ημάς· μα το πρόσωπόν τους και τα μάγουλά τους, τα καμώματά τους και το φέρσιμόν τους εφαίνονταν πολλά παράξενα· τα φορέματά τους δεν ήτον ολιγώτερον παράξενα· εφορούσαν αυτοί μακρυάν φορεσιάν από πανί άσπρον εις την οποίαν εφαίνονταν ζωγραφισμένοι εις διάφορα χρώματα δαίμονες και δράκοντες, και άλλα φοβερά θηρία εις διάφορες μορφές· και εις το κεφάλι τους εφορούσαν κάποιες σκούφιες μυτερές καμωμένες από χαρτί, και ζωγραφισμένες με διάφορα χρώματα.

Κι' ήθελα κάποιο να με καταλάβει, ίσα-ίσα την ώραν αυτή που έκανα ένα περίεργο συλλογισμό. — Όλο ιδέες κατεβάζεις σήμερα! — Το καράβι μας είναι φτιασμένο από σίδερο, ξύλα, σχοινιά, χρώματα. Όλα αυτά ενωθήκανε σ' ένα σχήμα. Στη θάλασσα όλα τα καράβια γίνηκαν από τα ίδια υλικά κι' έχουνε το ίδιο σχήμα.

Η ομίχλη αραίωνε, σκουρόχρωμα δάση έκαναν την εμφάνισή τους με φόντο το ξεθωριασμένο γαλάζιο του ορίζοντα∙ έπειτα παντού γαλήνη, λες και αόρατα χέρια τράβηξαν απ’ όλες τις μεριές τα πέπλα της κακοκαιρίας και ένα μεγάλο ουράνιο τόξο με εφτά ζωηρά χρώματα, και ένα μικρότερο πιο ξεθωριασμένο, καμπύλωσαν πάνω από το τοπίο.

Έρχεται λοιπό στο Θεοδόσιο και του την περιγράφει μ' όσο γίνεται ζωηρότερα χρώματα. «Άσπρη χιόνι, μαυρομάτα, σγουρόμαλλη, λυγερόκορμη, μυριόχαρη» — τι δεν του είπε πως είναι! Πηγαίνει τότες ο Θεοδόσιος και κρύβεται πίσωθε από παραπέτασμα στο παλάτι της αδερφής του, τη βλέπει, και την ερωτεύεται. Σ' όλο το κράτος μέσα αντιλάληξε ο βασιλικός αυτός έρωτας.

Όπως δε το φως ποιεί ορατά τα χρώματα, ούτως ο νους ποιεί νοητά τα καθόλου είδη. Το υλικόν αυτού, όπερ διαπλάσσει ως καλλιτέχνης, είναι τα περιεχόμενον της παραστατικής συνειδήσεως. Αντίληψις και νόησις συμπληρούσιν αλλήλας• η μεν νόησις απαιτεί την φαντασίαν, η δε αντίληψις μένει τυφλή, εάν δεν φωτίζηται και δεν ανυψούται εις έννοιαν υπό του νου.