Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025


Κύτταζε το χέρι του που κρατούσε το φλυντζάνι, το αντρίκιο και δυνατό με τις μαύρες τριχίτσες ως απάνω στα δάχτυλα, πούτον αγριεμένο και χονδρόπετσο απ’ τα ξύλα και τα εργαλεία, και τώρα γινότανε σα γυναικείο, για να της δώση να πιή και της ήρθε να το φιλήση, να το φιλήση -μα ντράπηκε- Κι αυτός δεν της έλεγε τίποτα. Στην αρχή, καθώς μπήκε μέσα, της είπε : Δεν έχεις τίποτα.

Τότε μου λέγει εκείνη· αναμεταξύ μας δεν υπάρχει ζυλοτυπία ούτε φθόνος· τοιαύτην συμφωνίαν έχομεν, ότι κάθε μία έχει να λάβη την αυτήν τιμήν μίαν βραδυάν θα κοιμηθή μαζί σου, έως να περάσουν και αι σαράντα και ύστερα πάλιν αρχίζεις από την πρώτην, και ούτω καθεξής. Εγώ τότε διά να μη φανώ αχάριστος και αδιάκριτος, έδωσα το χέρι μου εκείνης που μου ωμιλούσε και επήγαμε εις το κρεββάτι.

Όχι μονάχα ο αδερφός του αλλά κ' η μάννα του πολλές φορές προσπάθησε να τους αγαπήση. Ήξερε πως η Αρχόντω δεν εσύντρεξε και λίγο τον Αντρέα τον Ευμορφόπουλο στον αγώνα του. Αληθινά εκείνος εκόπιασε. Μα κ' εκείνη με την αντρίκια της ψυχή του έδωκε την κυριώτερη ορμή. Ήταν τ' ακόνι που ακόνισε το λεπίδι του. Τ' ακόνι και το χέρι και το λεπίδι μαζί.

Μπορείς να μου δώσης το χέρι σου, για τελευταία φορά. Για να μ' αποχαιρετίσης. Μη με παρεξηγής, Λέλα. Το βλέπω πως σου φέρθηκα άσχημα, το καταλαβαίνω. Όμως ξέρεις αν είμαι κακός. Πώς είναι δυνατό να πιστέψης αυτά που λες για μένα. Το καθετί δεν τέλειωσε μεταξύ μας. ΛΕΛΑΤο καθετί ετέλειωσε. ΦΛΕΡΗΣΌχι. Δεν είναι ανάγκη να φύγης για πάντα. Μην τη λες αυτή τη λέξη.

Κ' έκαμε να σηκωθή, πιάνοντας με το δεξί χέρι της τη μέση και με τ' άλλο ακουμπώντας στο κοτρώνι που κάθονταν. Μα δεν την άφηκα, για ναρθή στα ύπατά της, καλλίτερα.

Το χέρι οπού τα πέπλα Των ουρανών κατέστρωσεν, Από σύγνεφα ολόχρυσα Εκβαίνει, και σου δείχνει Ανδρείους ανθρώπους. Πετάεις εσύ κ' επάνω τους Σκορπίζεις φύλλα αμάραντα· Τέρπουν αυτά τους ζώντας, Και τους γενναίως θανόντας Τέρπουν ακόμα. Αι, πώς υπό την πτέρυγα Ταχείαν του Νότου ή τ' Έβρου, Πολλά βλέπεις να σκήπτωσι Τ' ανήσυχα της λίμνης 'Ψηλά καλάμια!

Και ο Ευκράτης ως να ανεμνήσθη από την εμφάνισιν των υιών του• Έτσι να τα χαρώ αυτά τα παιδιά, Τυχιάδη, είπεκαι έβαλεν επάνω των το χέρι τουόπως είνε αλήθεια αυτά που θα σου 'πω.

Βλέπω πως με ακολουθείτε, όπως το συνειθίζουν μερικές γυναίκες, απ' τις οποίες σας πίστευα πιο περήφανη . . . Δε ήρθα να μείνω, ούτε να σας ενοχλήσω πια. Ήρθα να σας δώσω για τελευταία φορά το χέρι μου, στην παραμονή ενός μεγάλου ταξιδιού μου. Αν σας πειράζη κι' αυτό, με συγχωρείτε για την ενόχληση που σας έδωκα. Χαίρετε. ΦΛΕΡΗΣΔεν είπα αυτό, δε σας διώχνω. Είπα πως κάματε...

Σαν άνοιγε τα μάτια της, η πρώτη της ματιά έπεφτε στο ραβδί της, χαϊδευτική και παραπονεμένη. Και το κοκκαλιάρικο χέρι της άπλωνε λες μοναχό του κ' έπιανε το ξερό ραβδί και το πασπάτευε μέσα στο σκοτάδι, σα να χάιδευε ανθρώπινο χέρι. Και το ραβδί πάλι, μολονότι που ήτανε ξύλο, φαινότανε να τη συμπονάη και να τη λυπάται, περισσότερο απ' τους αγίους και τους ανθρώπους.

Και όταν ετελείωσε ταύτα τα λόγια, με έπιασεν από το δεξιόν χέρι και τες σκύλλες με το άλλο και αμέσως ευρέθημεν εις Βαβυλώνα μέσα, εις το σπήτι μου.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν