Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Ιουνίου 2025
Θα φέρουν την είδησι στο Βασιληά: θα ιδούν την τρυφερότητα να γίνεται μανία, τον Τριστάνο διωγμένο ή σκοτωμένο, και της Βασίλισσας τα μαρτύρια. Εφοβούντο μολαταύτα το θυμό του Τριστάνου. Αλλά στο τέλος το μίσος ενίκησε τον τρόμο: μια μέρα οι τέσσερες βαρώνοι εζήτησαν ακρόασι από το Βασιληά Μάρκο. Και ο Αντρέ του είπε: — Ωραίε Βασιληά, δίχως άλλο η καρδιά σου θα οργισθή.
Δε λένε πώς αυτό το πουλί κελαδάει όταν είναι να πεθάνη κανείς; Το θάνατό μου βέβαια αγγέλλει το τραγούδι σας: γιατί πεθαίνω από την αγάπη σας! — Έστω, του είπεν η Ιζόλδη. Μακάρι το τραγούδι, μου να σημαίνη το θάνατό σας, γιατί ποτέ δε μπήκατε δω μέσα χωρίς να μου φέρετε κάποιο κακό μαντάτο. Πάντοτε εγίνατε νεκροπούλι και γκιώνης για να πήτε κακά για τον Τριστάνο.
Την τρίτη μέρα ο Καερδέν κάλεσε τον Τριστάνο: «Φίλε, συμβουλεύτηκα την καρδιά μου: Ναι, αν μούπατε την αλήθεια, η ζωή που κάνετε σ' αυτό τον τόπο είναι παραφροσύνη και τρέλλα, και τίποτε καλό δε μπορεί να βγη ούτε για σας ούτε για την αδερφή μου την Ιζόλδη με τα Λευκά Χέρια. Λοιπόν ακούστε τι θα σας πω. Θα περάσουμε τη θάλασσα και θα πάμε μαζύ στο Τινταγκέλ.
Με μεγάλη χαρά, φέρανε τα λείψανα των Αγίων, και οι εκατό ιππότες ωρκίσθηκαν ότι είπε την αλήθεια. Ο Βασιληάς πήρε την Ιζόλδη από τα χέρια και ρώτησε τον Τριστάνο αν θα την ωδηγούσε τίμια στον κύριό του. Μπρος στους βαρώνους της Ιρλανδίας και τους εκατό ιππότες του, ο Τριστάνος ωρκίστη. Η Ιζόλδη η Ξανθή ανατρίχιαζε από ντροπή και αγωνία. Ώστε ο Τριστάνος αφού την κατέκτησε, την περιφρονούσε!
Αλλά οι προδότες είπαν: «Βασιληά, άκουσε τη συμβουλή που τίμια σου δίνουμε και πιστά. Εσυκοφάντησαν τη Βασίλισσα, άδικα, το παραδεχόμαστε. Αλλά, αν ο Τριστάνος κι' αυτή γυρίσουν μαζύ στην Αυλή, πάλι θ' αρχίσουν τα λόγια. Άφησε καλλίτερα τον Τριστάνο να φύγη για λίγον καιρό, και μια μέρα βέβαια θα τον ανακαλέσης».
Αλλά οι βαρώνοι φώναξαν όλοι μαζύ, πλήθος: — Κάμετέ το, Μεγαλειότατε, κάμετέ το! Ό Βασιληάς είπε: «Το υπόσχομαι!» Μα η Ιζόλδη γονάτισε τότε στα πόδια του. «Πατέρα, δώσε μου πρώτα το φίλημα της ευχαριστίας και της ειρήνης, ως σημείο ότι θα το δώστε όμοια και σ' αυτόν τον άνθρωπο!» Όταν πήρε το φίλημα, πήγε και ηύρε τον Τριστάνο, και τον ωδήγησεν από το χέρι στη συνάθροισι.
Ο Γκορνεβάλης και οι εκατό ιππότες θρηνούσαν από τέσσερες ημέρες που έχασαν τον Τριστάνο. Και πολύ χάρηκαν με την παραγγελία του. Ένας-ένας, στην αίθουσα όπου άρχιζαν να μαζεύονται αναρίθμητοι οι βαρώνοι της Ιρλανδίας, μπήκαν και κάθησαν γραμμή στην ίδια σειρά. Και τα πολύτιμα πετράδια λαμποκοπούσαν απάνω στα πλούσια πορφυρά ενδύματά τους, τα μεταξωτά και βελουδένια.
Κι' έπειτα από χίλιους κινδύνους, μια μέρα παρουσιάστηκε πάλι μπρος στον Βασιληά Μάρκο. Μέσ' την αυλή του Βασιληά Μάρκου ήτανε τέσσερες βαρώνοι — οι πειο άπιστοι των ανθρώπων — που μισούσαν με μαύρο μίσος τον Τριστάνο για την αντρεία του και για την τρυφερή αγάπη που του είχε ο Βασιληάς. Και ξέρω καλά να σας ξαναπώ τα ονόματά τους: Αντρέ, Γκενελόν, Γοντοΐν, και Ντενοαλέν.
— Διάλεξα εκείνη που έπεσε από τα μαλλιά της αυτή η χρυσή τρίχα, και μάθετε ότι δε θέλω καμμιά άλλη. — Κι' από που, ωραίε άρχοντα, έρχεται αυτή η χρυσή τρίχα; — Έρχεται, άρχοντες, από την ωραία με τα χρυσά μαλλιά. Δυο χελιδόνια μου την έφεραν. Αυτά ξέρουν από ποιον τόπο». Οι βαρώνοι κατάλαβαν ότι τους εκορόιδευε. Εκύτταζαν τον Τριστάνο με πείσμα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν