Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Λαμπρέ καινούριε κόσμε, ωραία πούσαι κατοικημένος! ΠΡΟΣΠ. Για σε είναι καινούριος. ΑΛΟΝΖ. Ποία είν' αυτή η κόρη, πού έπαιζε μαζί σου; η γνωριμία σας μπορεί νάναι, το πολύ, από τρείς ώρες· είν' αυτή τάχα η θεά, πού μας εχώρισε και μας ένωσε πάλι;

Κρίτων Όχι, μα τον θεόν, δεν το πιστεύω· διότι, αν πραγματικώς τα είπεν αυτά, τότε σου λέγω ότι δεν έχει ανάγκην ούτε τον Ευθύδημον ούτε κανένα άλλον άνθρωπον να πάρη δάσκαλον. Σωκράτης Τότε, λοιπόν στο θεό σου! μήπως ήτανε τάχα ο Κτήσιππος που τα είπε αυτά και εγώ δεν το ενθυμούμαι; Κρίτων Ποιος Κτήσιππος;

Από τι; Από τι φτερουγίζουν οι ανήσυχες πεταλούδες των φύλλων της ; Από αύρες τάχα που σβύσαν εδώ και χρόνια ; Από φιλιά που πήρε μια φορά ; Ως που νάρθουν καινούργιες χαρές θυμάται της παληές η τρελλή λεύκα και της ξαναζή. Ξέρω μια λεύκα με κορμί σαν γυναίκειο, που ζη και το τελευταίο της φύλλομια λεύκα τρελλή, πολύ τρελλή. Το κυπαρίσσι έστεκεν αντίκρυ κι' η λεύκα το ρωτούσε.

Επάνω εις αυτήν την κτιστήν όχθην, παρά το χείλος της στέρνας, εκάθηντο δύο μικρά κοράσια, το έν ως πέντε ετών, το άλλο ως τριών ετών, και έπαιζαν με μίαν καλαμιάν και με σπάγγον και έν καρφίον δεμένον εις την άκρην, ως να εψάρευαν τάχα εντός της στέρνας.

Και σα μέπαιρνε από κάτω και μεσήκωνε στο ύψος του αναστημάτου της, ήμουν στα ουράνια. Για να γελούν άλλα κορίτσια, άρχισαν τάχα να κάνουν αντίπραξη του Βαγγελιού και προσπαθούσαν με χάδια και δώρα να μαποσπάσουν από την αγάπη της. Αλλ' εγώ ήμουν ακλόνητος.

Η’ ΓΥΝΗ Βέβαια, μα την Άρτεμι! μαζύ μ' αυτή πηγαίνω• και τάχα τι χειρότερα θ' ακούσω κι'αν θα ξαίνω; Είν' τα παιδάκια μου γυμνά. ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Κατάλαβες τι κάνεις, να πας και συ να ξάνης την ώρα, που δεν πρέπει κανένας ίχνος γυναικός απάνω μας να βλέπη; Καλά θα την παθαίναμε αν έβγαινε καμμιά, κι' αδρασκελώντας τα σκαμνιά τη φούστα της ν' ανοίξη, και στη γεμάτη τη Βουλή το πράμα της να δείξη.

Ησύχασε, κυρά μου, κι' ο λύκος τη φωλιά του δεν τη μολύνει ποτέ!... Εδώ η κυρά Γιάνναινα, δεν της αρέσουν τα παιγνίδια, μήτε τα λαλούμενα. Η Κατερνιώ έβαλε το λαγούτο πλάγιον επί του στέρνου της, κ' έκαμνε τάχα πως το παίζει. — Άφησέ το, κυρά μου, μη το καταπιάνεσαι! ...Δεν είνε για τα χεράκια σου...

Άμοιρη, πούν' ο νους σου; Σιχαμερή είμαι τάχα εγώ και περιγέλιο μ' έχεις; Σκόρπα και λέγε αυτά: «σκορπώ τα κόκκαλα του Δέλφι». Φέρε τον, σουσουράδα μου, τον άντρα μου στο σπίτι. Ο Δέλφις μου με πίκρανε· δάφνη γι' αυτόν θα κάψω· κι όπως η δάφνη στη φωτιά κροταλιστά θα σκάση και θε ν' ανάψη στη στιγμή και στάχτη δε θ' αφήση έτσι κι ο Δέλφις να καή στου πόθου μου τη φλόγα.

Ώφειλε να τους εμβιβάζη με τρόπον εις τον τόπον της εκλογής, χωρίς να κάμνη ότι αυτός τάχα τους ωδήγησε και τους παρέπεμψεν όπως ψηφοφορήσωσιν. Οι εντροπαλώτεροι των εκλογέων, σχεδόν όλοι, με όλην την μέθην ην είχον τινες αυτών εστενοχωρούντο και διεμαρτύροντο λέγοντες ότι «τι; πρόβατα είμαστε, να μας παν έτσιΕν τοσούτω ενομίζετο επάναγκες να τους επιτηρώσιν.

Δι' αυτό δα λοιπόν που έκαμα εξηγέρθη με αγανάκτησιν μεγάλην εναντίον μου όλη η οικογένεια, ο πατέρας και οι επίλοιποι συγγενείς μας, διατί τάχα εγώ χάριν του ανθρωποκτόνου εκείνου δούλου μας να καταγγείλω τον πατέρα μου εις την δικαιοσύνην διά φόνον, και να επιζητώ την καταδίκην του, αφού ούτε τον εφόνευσε, καθώς λέγουν εκείνοι, ούτε και αν ακόμη τον εφόνευσεν, αφού μάλιστα ο αποθανών είναι ένας κακούργος, ένας φονεύς, δεν πρέπει να φροντίζη κανείς δι' ένα τέτοιον εγκληματίαν.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν