Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Ερώτησε αν συνέβηκε τίποτε, και αυτή αποκρίθηκε γρήγορα: «Ο Βέρθερος χθες το βράδυ ήταν εδώ». Ερώτησε αν ήρθαν γράμματα, και αυτή αποκρίθηκε πως ήτανε στο δωμάτιό του μερικά δέματα και γράμματα. Επήγε εκεί και η Καρολίνα έμεινε μόνη της. Η παρουσία του ανδρός, που αγαπούοε και τιμούσε συγχρόνως, είχε κάνει νέα εντύπωσι στην καρδιά της.

Έρχεται πάλι φέρνοντας το καπέλλο και το παλτό του Φιντή. Ο Φιντής αρπάζει το καπέλλο και το φορεί. Ο υπερέτης τόνε βοηθά να φορέση και το παλτό του. Η Γιαγιά τόση ώρα στέκεται σα βυθισμένη. Που πας; που πας; Όχι, δεν πρέπει να φύγης. Έχεις υποχρέωση να καθήσης. . . Από αυτό που θέλεις να κάμης, μαντεύω πως δεν είσαι αθώος από το δυστύχημα που συνέβηκε στο εργοστάσιο.

Αλλά ο Ρόχαλτ θυμότανε τον Ριβαλάν και την Μπλανσεφλέρπου ξαναζούσε η χάρι τους και η νεότης τουςκι' αγαπούσε τον Τριστάνο σαν παιδί του, ενώ μυστικά τον εσέβετο σαν κύριο του. Και λοιπόν συνέβηκε να του αρπάξουν όλη τη χαρά του... Μια μέρα κάποιοι έμποροι από την Νορβηγία τράβηξαν τον Τριστάνο στο καράβι τους, και τον πήραν σαν ωραίο λάφυρο.

Συνέβηκε όμως κάτι που ξεσήκωσε κουτσομπολιά σ’ όλο το χωριό. Ο Έφις, αν και συνέχιζε να είναι στην υπηρεσία της ντόνας Έστερ και της ντόνας Νοέμι, κατόρθωσε να μείνει σέμπρος στο κτηματάκι, έτσι έφερνε στο σπίτι, στις κυράδες του, το μέρος εκείνο από την παραγωγή που τους αναλογούσε.

Κ' εκεί που έλεγεν αυτά, τζίτζικας φεύγοντας χελιδόνι, που ήθελε να τον πιάση, έπεσε μες στον κόρφο της Χλόης· το χελιδόνι πετώντας το κατόπι του δεν μπόρεσε να τον πιάση, μα με τις φτερούγες του άγγιξε τα μάγουλά της, επειδή κυνηγώντας το τζίτζικα επέρασε πολύ κοντά της. Κ' η Χλόη μην ηξέροντας τι συνέβηκε, αφού φώναξε δυνατά, πετάχτηκε από τον ύπνο.

Ερρίχτηκα δίπλα στον τάφο! κατάπληκτος, ταραγμένος, στενοχωρημένος, με καταξεσχισμένη καρδιά, αλλά δεν ήξερα τι μου συνέβηκε τι θα μου συμβή. — Θάνατος! τάφος! δεν καταλαβαίνω αυτές τις λέξεις! Ω, συγχώρησέ με! συγχώρησέ με! Χθες θα ήτο η τελευταία στιγμή της ζωής μου! Ω άγγελε!

Μα σαν ήρθε η νύχτα, ενώ οι άνθρωποι του Τριστάνου τούβγαζαν τα ρούχα του, συνέβηκε ώστε καθώς έβγαζαν το πολύ στενό μανίκι του κοντοκαπιού, να παρασύρουν από το δάχτυλο του το δαχτυλίδι με την πράσινη πέτρα, το δώρο της Ιζόλδης. Καθαρό ήχο άφησε πέφτοντας στης πλάκες. Ο Τριστάνος κυττάζει και το βλέπει. Ξυπνάει τότε η παληά αγάπη του· κι' ο Τριστάνος καταλαβαίνει το κρίμα που έκαμε.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν