United States or Guinea ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού η λύπη είναι χαρά, και ο θάνατος είναι ζωή και ανάστασις, τότε και η συμφορά ευτυχία είναι και η νόσος υγίεια.

Αυτό 'μπορώ να το ειπώ, αλήθεια! Είχε το χέρι του βαρύ και γρήγορα 'κτυπούσε. Απέθανε κ' εσάπισε. ΚΕΝΤ Εγώ, αυθέντα, ήμουν. Εγώ... ΛΗΡ Αυτό θα το ιδώ αμέσως. ΚΕΝΤ Εγώ είμαι, που τ' άτυχά σου ρήματα παντού ακολουθούσα, αφού σε κατεπλάκωσε η συμφορά κ' η πίκρα. ΛΗΡ Καλώς μας ώρισες λοιπόν. ΚΕΝΤ Όχι καλώς, διότι εδώ είν' όλα θλιβερά και σκοτεινά και μαύρα.

Διπλή τότε ακουγότανε η μουσική στο σπίτι γιατί εκείνος ούρλιαζε, χωρίς να τόνε μέλη για τη δική μας συμφορά, ενώ ημείς οι άλλοι εκλαίγαμε τον θάνατο της δύστυχης κυράς μας. Όμως από τον ξένο μας εκρύβαμε τη λύπη, γιατί έτσι διέταξε ο Άδμητος σε όλους.

ΧΟΡΟΣ Μέσα στην ευτυχία σου η συμφορά σ' ευρήκε ενώ δεν την περίμενες. Συ όμως ζης ακόμα και αναπνέεις. Επέθανε εκείνη και σ' αφήνει με όλες της αγάπες της. Τι τάχα νέο βρίσκεις σ' αυτό; Δεν είσαι μόνος σου. Κι' άλλοι πολλοί ως τώρα έχασαν της γυναίκες των. ΑΔΜΗΤΟΣ Η τύχη της νομίζω απ' τη δική μου πιο καλή πως είναι, αν και τω όντι έτσι δεν φαίνεται.

ΚΡΕΟΥΣΑ Μας κυνηγάνε, κόρες μου, και να μας σφάξουν θέλουν, γιατί με κατεδίκασεν η ψήφος της Πυθίας και τώρα θα με πιάσουνε. ΧΟΡΟΣ Ξέρω τη συμφορά σου, και ξέρω ακόμα, δύστυχη, ποια τύχη σε προσμένει. ΚΡΕΟΥΣΑ Αχ, που να φύγω; Πρόφθασα με τόση δυσκολία να βγω από το σπίτι μου, μην τύχη και πεθάνω, και έφθασα εδώ κρυφά, φεύγοντας τους εχθρούς μου. ΧΟΡΟΣ Πειο άλλο καταφύγιο απ' το βωμό υπάρχει;

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τι πλέον να ιδώ ή ν’ αγαπήσω, φίλοι μου, ή ακούοντας να μ’ ευχαριστήση; Πάρτε με μακριά από δω τον άνδρα τον ολέθριον, εμένα τον καταραμένον, όπου οι θεοί μισούνε πιότερο απ’ όλους τους θνητούς. ΧΟΡΟΣ Άθλιε, για τη συμφορά που σου ’τυχε, και τόσο την αισθάνεσαι ποτέ μου θα ’θελα να μη σ’ έχω γνωρίσει...

Θα στηριχτής 'πάνω στην ασπίδα και στο βασιλίσκο και δεν θα ριχτής κατάχαμα από το δάγκωμά τους!.. ΛΟΥΠΟΣ. Πέθανεν ο παλαιστής!. . . χάσαμε το καμάρι του Σταδίου. . . Συμφορά τους! ΕΚΑΤΟΝΤ. Η Ευνίκη δεν μπορεί μαζύ μου να θυμώση και χρέος ό,τι μώταξε έχει να μου το δώση. Στρατιώτες! Πίσω από το βράχο πάρτε τον βαράτε τον με τα κοντάρια στα πλευρά. Χτυπάτε τον αλύπητα, γερά! 1ος ΔΙΑΚΟΣ. Κράτει!

Ο Έφις, καθισμένος στο σκαλάκι, με ένα γιασεμί στο χέρι και το κεφάλι ακουμπισμένο στον τοίχο, περίμενε να γυρίσει ο Τζατσίντο με ένα ακαθόριστο αίσθημα φόβου. Ο Τζατσίντο δεν γύριζε. Είχε μάθει, το δίχως άλλο, τη συμφορά και δίσταζε να γυρίσει. Πού ήταν; Ακόμη στην Ολιένα ή στο Νούορο ή πιο μακριά;

Εάν όμως κανένα τον κυριεύση τόσον αθλία συμφορά, ώστε να τολμήση εκ προμελέτης εκουσίως να αποχωρίση την ψυχήν από το σώμα του πατρός του ή της μητρός του ή των αδελφών του ή των τέκνων του, τότε ο παρών νόμος του θνητού νομοθέτου νομοθετεί περί των τοιούτων προκηρύσσων ότι αποκλείεται από τα νόμιμα και ότι υφίσταται τας ιδίας εγγυήσεις, καθώς είπαμεν προηγουμένως.

ΑΡΓΓΑΝ Μήπως είνε επικίνδυνο πράγμα να κάνη κανείς τον πεθαμένο; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Όχι, όχι. Να η κυρία. Μην κουνηθήτε καθόλου. Θεέ μου! αχ! συμφορά μου! Τι ήταν τούτο το κακό; ΜΠΕΛΙΝΑ Τι τρέχει, Τουανέττα; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αχ! κυρία μου! ΜΠΕΛΙΝΑ Μα τι τρέχει; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Ο άντρας σας . . . πέθανε. ΜΠΕΛΙΝΑ Ο άντρας μου πέθανε; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Αχ' ναι· πέθανε ο μακαρίτης. ΜΠΕΛΙΝΑ Είνε βέβαιον; ΤΟΥΑΝΕΤΤΑ Βεβαιότατον.