Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025
Με μια κοντή ρεμπούμπλικα καφετιά, μ' ένα κοντό σακκάκι, μ' ένα κόκκινο λαιμοδέτη και με στενά πανταλόνια. Είχε ένα σιγαλό, κοριτσιάτικο περπάτημα, μια ντροπή πάντα στα μεγάλα στρογγυλά μάτια του. Στον ντόπο, τον είχα για πρώτο μπουζουκιτζή, και γλέντι μ' αυτόν και με το μπουζούκι του είταν σωστό ξεφάντωμα.
Τον απέσπασεν αποτόμως της κλίνης, τον ένιψε και τον ενέδυσε με διπλά υποκάμισα, δύο φανέλλας, χονδρόν μάλλινον γελέκιον, διπλούν σακκάκι κ' επανωφόρι, και περιετύλιξε τον λαιμόν του με χνοώδες μάλλινον μανδήλιον, ποικιλόχρουν και ραβδωτόν, μακρόν καταπίπτον επί το στέρνον και τα νώτα.
Για τον μπαμπά σακκάκι, για τη μαμά τρικό και δυο ζευγάρια κάλτσες για το μικρό αδερφό. Είναι το βράδι του Άιγιαννιού κι ο Σβεν είναι ευτυχισμένος. Γιατί η μαμά του είχε τάξει πως αυτό το βράδι μπορεί να πάη να κοιμηθή όποτε θέλη αυτός.
Και το είχε φέρει ο κολλήγας του προ μιας ημέρας, ο Κομποδήμος, εμφανισθείς πρωί-πρωί φορτωμένος με ένα σακκάκι δεμένον επάνω καλά περί τον λαιμόν. — Γεια-χαρά σας! εφώνησεν ο Κομποδήμος με την έρρινον οξείαν φωνήν του, ηχούσαν ως γκάιδας ήχον. Και απέθεσε το σακκάκι με προσοχήν εις τα σανίδια του πατώματος.
Εκύτταξε το ωρολόγιόν του, είδεν ότι ήτο ενδεκάτη παρά τέταρτον, και διέταξε τον πρωτόσχολον να σημάνη την κατ' ενορίας κατάταξιν, όπως ψαλή το σύνηθες άσμα της εξόδου και παύση το πρωινόν μάθημα. Ό,τι καθίστα τον διδάσκαλον δυστυχή, ήτο ο περιορισμός τον οποίον είχεν επιβάλει εις τον εαυτόν του, αφ' ότου ηρραβωνίσθη, να φορή κατά το θέρος το σακκάκι του.
Ευθυτενής, βαδίζει με τα χέρια συνήθως εντός των θυλακίων του τριμμένου, του πολλά και διάφορα ιδόντος και δοκιμάσαντος πανταλονίου του. Το αληθές είνε ότι και το σακκάκι του δεν έχει με τι να καυχηθή, θα είχε δε τουναντίον πολλά τα δραματικά να ιστορήση, αν είχε στόμα. Μόνον ο κολλάρος και ο λαιμοδέτης του είνε νωπά πάντοτε και ανεπιλήπτου λευκότητος.
Από όλα τα τραγούδια, που έλεγε ο Σβεν, ωραιότερα τραγουδούσε το εξής: Μπε μπε, άσπρο αρνί, έχεις και μαλλί; Ναι, ναι, μικρό παιδί, γεμάτο το σακκί! Για τον μπαμπά σακκάκι, για τη μαμά τρικό και δυο ζευγάρια κάλτσες για το μικρό αδερφό. Το τέλος του τραγουδιού αυτού είταν η μεγαλήτερη επιτυχία του Σβεν.
Ηύρε τη Βεργινία στο κρεββάτι, κλαμένη, με ταριά της τα κόκκινα μαλλιά μουσκεμένα· δεν μπόραγε να σήκωση το χέρι της απ' την αδυναμία Δεν έβγαλε το σακκάκι του, ούτ’ έβαλε ψωμί στο στόμα του· μόνο το ένα του παπούτσι τράβηξε λιγάκι, γιατί τονέ στένευε.
Στολισμένος, ξυρισμένος, μοσχομυρισμένος. Με άσπρο-κάτασπρο υποκάμισον. Με σακκάκι καινουργές, σκούρο, γελαστός, Χριστουγεννιάτικος. — Άιντε ντε! Και περιμένω τόση ώρα. Πού χαζεύετε; Και προπορευόμενος έλεγε προς τον φίλον μου, — Πού είνε εκείνος ο άλλος ; — Εδώ είνε. Έρχεται, απήντησεν ο φίλος μου δι' εμέ.
Το σακκάκι του λοστρόμου με τα παπούτσια του βουλευτή που κλαίγανε μισοτριμμένα και ξεθωριασμένα απάνω του, μου φαινότανε πως μου λέγαν: «Μην τον ξεσυνερίζεσαι τον άνθρωπο». — Μα γιατί, χριστιανέ μου, αν αγαπάς το Χριστό, γιατί; — Γιατί, λέει; φώναξε με μια ιερή αγανάκτησι. Στέλνει ο κόσμος τα κορίτσια του να βγάλουν το ψωμί τους και βγάζουν... τα μάτια τους. Τι είδανε τα μάτια μου εγώ το ξέρω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν