Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουλίου 2025
Ω! πώς επεθύμουν να πλησιάσω προς την πάσχουσαν, ν' αποτείνω προς αυτήν ολίγας λέξεις συμπαθείας, να σύρω το σκέπασμα επί της άκρας του μικρού ποδός, τον οποίον έβλεπα μακρόθεν ασκεπή, να υψώσω το προσκέφαλόν της ότε έστρεφε το βλέμμα προς την απέχουσαν ήδη ξηράν και προς την κορυφήν του καπνίζοντος ηφαιστείου!
Τον είχεν εύρει ο φίλος εκείνος εις ένα ξενώνα, της «Πελοποννήσου», πάσχοντα ήδη, πλαγιασμένον επί της κλίνης, και δίπλα, επί της τραπέζης, ήτο έν ρεβόλβερ ολογέμιστον, και το ειρημένον ποσόν, μέρος εις λίρας και μέρος εις χαρτονόμισμα, υπό το προσκέφαλόν του, διά να το καταθέση την αύριον εις την Εθνικήν.
Η μήτηρ του τον κατέκλινε δίπλα εις την παραστιάν, επί μαλλίνου κυλιμίου, τον εσκέπασε με μίαν άκραν της βελέντζας, εσταύρωσε τρις το προσκέφαλόν του και τον άφησε να κοιμηθή. Η Λενιώ δεν ηθέλησε να πλαγιάση, λέγουσα ότι ήθελε να περιμείνη τον πατέρα της, όστις είχε τάξει να της φέρη ένα ώμορφο στολίδι από το χωρίον.
Τότε ήτο ελεύθερος να το κάμη ό,τι ήθελε το δισάκκιον εκείνο, όπως ποτέ το έκαμε και προσκέφαλον. Ήτο ελεύθερος να το ρίψη κάτω από των ασθενικών του ώμων όπως και το έρριψε, διότι ήτο άψυχον και άπνουν δισάκκιον.
Ο γλυκύς αυτός πόθος του δεν εβράδυνε να εκπληρωθή, διότι μίαν άλλην ημέραν φορτωμένος το δισσάκιον των ελεών, με τα χονδρά του ράκη και τα μεγάλα κρητικά υποδήματα, με τα λεπτοκαμωμένα και σκολιά ποδαράκια του, αναβαίνων τον ελικοειδή δρόμον, κατέπεσεν από του καύματος υπό τινα δροσεράν πευκών συστάδα, και ανακλιθείς, με προσκέφαλον το δισάκκιον, εβυθίσθη εις δροσερόν ύπνον, και εβράδυνε να κομίση προς τον Γέροντά του το δισάκκιον με τα ελέη, διαρπαγέντα, κατά τον ύπνον του, υπό λωποδυτών.
Ο Θανάσης είχε τω όντι υπό το προσκέφαλόν του το μέγιστον μέρος των χαρτίνων νομισμάτων, τα οποία είχε φέρει ο Στάθης εκ Βώλου — περί τας ένδεκα χιλιάδας δραχμών.
Επειδή και έχεις τόσην καρδίαν και ανδρείαν, απεκρίθη η Γουλνάζε, η ελευθερία μου εις του λόγου σου στέκει· ύπαγε εις το περιβόλι, και εκεί θέλεις εύρει την αδελφήν μου που κοιμάται επάνω εις ένα κρεβάτι από χόρτα και άνθη και υποκάτω από το προσκέφαλόν της έχει μίαν σακκούλαν από ατιλάζι, και αν ημπορέσης να της πάρης την σακκούλαν χωρίς να την εξυπνήσης, η δουλειά έγινε, επειδή εκεί έχει τα κλειδιά από τες αλυσίδες μου, και τούτο είναι ο τρόπος που ημπορείς να με ελευθερώσης· μα ανίσως και εξυπνήση η Μερχάνη, εκεί που παίρνεις την σακκούλαν, σου δίνω είδησιν πως θέλεις είσαι χαμένος.
Ήτον ημέρα Κυριακή προ της Χριστού Γεννήσεως, και η γρηά Παντελού, επιστρέψασα εκ της λειτουργίας, όπου είχεν ακούσει «ταις γεννεαίς δεκατέσσαρες», ανέβη εις την οικίαν. Η ασθενής ανέκειτο επί της στρωμνής παρά την εστίαν, και η μικρά Αικατερίνη καθημένη παρά το προσκέφαλόν της τής εκράτει την χείρα.
Και λέγουσα έρριπτε βλέμματα πλήρη απληστίας υπό το προσκέφαλον, ως να ήθελε να ίδη μέσω του λινομετάξου περιβλήματος, και κάτωθεν του πατημένου μαλλίνου όγκου, τι εκρύπτετο υποκάτω. Έκαμε δε κίνημα ως διά να χώση την χείρα της κάτωθεν του προσκεφαλαίου.
Ας είνε, εξαναείπεν αυτός· πλησίασε εδώ εις την κλίνην μου, και θέλεις ιδεί πράγμα που θέλει σου προξενήσει μεγάλην έκστασιν. Τότε εγώ πλησιάζοντας εις το προσκέφαλον, εγνώρισα με μεγάλον μου θαυμασμόν μίαν νέαν γυναίκα, που καθολικώς με παρωμοίαζε, και είχε την ιδίαν μορφήν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν