United States or Turkmenistan ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και την ιδίαν στιγμήν που εμβήκεν εις αυτό γίνεται μία βοή και θόρυβος· και ύστερον από ολίγον γυρίζει η Αροούγια πολλά έντρομη λέγοντάς του Κατή· αφέντη, ημείς είμεθα χαμένοι· ένας σκλάβος μας σε είδε που εμβήκες εις το σπήτι μου, και επήγε και το είπε του ανδρός μου· ο οποίος θέλει να έλθη εδώ να ζητήση ανίσως και είναι αλήθεια· Εγώ επάσχισα με κάθε τρόπον να τον εμποδίσω, μα δεν ημπόρεσα να τον καταπείσω· και ούτως έστειλε και έκραξε τους εδικούς του και έρχονται μαζί διά να σε εύρουν, να σε θανατώσουν σήκω το λοιπόν ογλήγορα και έλα μαζί μου διά να μη μας καταλάβουν.

Αύτη άμα με είδε πάλιν να ξαναπάγω εκεί με εκύτταξε με βλέμμα φοβερόν, που μου επροξένησε φόβον, και άρχισε να μου λέγη· δυστυχισμένε, ύστερα από τόσους φοβερισμούς, που σου έκαμα, ακόμα τολμάς να φανής εδώ; φεύγα το λοιπόν ογλήγορα από εδώ· τώρα ευθύς κάνω και σε θανατώνουν.

Όχι, μου απεκρίθη, δεν το ηξεύρω· μα ο αδελφός μου ο πλέον γεροντότερος, που θέλεις εύρει παρεμπρός, ελπίζω πως θέλει σου το φανερώσει. Ακολούθησα να περιπατώ και είδα πολλά ογλήγορα και τον τρίτον γέροντα που εδούλευε την γην· αυτός δεν είχε μίαν τρίχα άσπρην εις το κεφάλι του, και μου εφαίνονταν τόσον δυνατός, που δεν ημπορούσα να στοχασθώ πως ήτον ο πλέον γεροντότερος από τους άλλους δύο.

Β’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Γίνεται, σου λέγω· σκάψε της λοιπόν ογλήγορα τον λάκ- κον· ο βασιλικός κριτής εκάθισε να την κρίνη κ' ευρίσκει ότι τούτος ο ενταφιασμός είναι χριστιανικός. Α’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Πώς γίνεται αυτό; εκτός αν αυτή επήγε να πνιγή διά να υπερασπίση τον εαυτόν της. Β’ ΝΕΚΡΟΘΑΠΤΗΣ Έλα τώρα, αυτό ηύραν.

Δεν είδα πλέον το καράβι του επιβούλου γέροντος, με το να εμίσευσε πάραυτα. Και τότε άρχισα να στοχάζωμαι τον κίνδυνον, εις τον οποίον πάλιν ευρισκόμουν, φοβούμενος να μη με καταφάγωσιν αι τίγρεις, θηρία τόσον άγρια· μα ο φόβος μου ογλήγορα έπαυσε, με το να εξάνοιξα ένα καράβι μακρόθεν το οποίον βλέποντάς το εχάρηκα κατά πολλά και έλαβα καλήν ελπίδα.

Αυτά 'πε και το μέγαρον εδιάβηκεν η γραία. 185 να παραγγείλη ογλήγορα των γυναικών να φθάσουν.

Οι προσκυνηταί συγκινηθέντες το έλαβον αλλά την νύκτα επιφανείς ο άγιος Νικόλαος: Ογλήγορα, λέγει, να ρίψετε το λαδικόν εις την θάλασσαν. Είνε τέχνασμα του δαίμονος να καή ο ναός μου.

Ήτον καλύτερα, παιδί μου, να μην την ιδής, μου απεκρίθη ο γέρων, μα σαν η επιθυμία σου είνε τέτοια, ογλήγορα θέλεις την ιδεί να έλθη εδώ. Και ακόμη δεν είχαμεν καλά τελειωμένα αυτά τα λόγια, ιδού και έρχεται μία σκλάβα μπουλωμένη προς ημάς και μου λέγει· ύπαγε ευθύς να μάσης λουλούδια και άνθη να τα προσφέρης της βασιλοπούλας, που ευρίσκεται εδώ εις το περιβόλι.

Βιασμένος λοιπόν από την πείναν, και ανυπόμονος διατί δεν του έφερναν ογλήγορα καθώς εποθούσεν, εκτυπούσε τους πόδας του κατά γης, και έτριζε τα δόντια του γυρίζοντας τους οφθαλμούς του εις τρόπον που έκανεν εις όλους φόβον. Τέλος πάντων βλέποντας να του φέρουν το φαγί που επιθυμούσεν, ευθύς ερρίχθη επάνω του με με μίαν προθυμίαν, που μας εθαύμασε.

Α, ακριβόν μου πουλί, διατί με υστέρησες έτσι ογλήγορα; πώς ημπορώ να υποφέρω μην ακούοντας πλέον την γλυκειάν σου φωνήν και τα νόστιμά σου παιγνίδια; Αυτά και άλλα λέγοντας ήτον τόσον περίλυπη, που καμμιά από τες σκλάβες της δεν ημπόρεσε να την παρηγορήση.