United States or United States Minor Outlying Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ήναπτε τα κανδήλια του αγίου, σαράντα μέραις και σαράντα νύκτες, όλον το σαρανταήμερον. Ήναπτε κηράκια προ της εικόνος του αγίου, εις το ξύλινον μικρόν μανουάλιον. Ήναπτεν ανθρακιάν εντός θραυσμένης κεράμου, κ' εθυμίαζε τον μικρόν ναΐσκον, σαράντα μέραις και σαράντα νύκτες.

Εις τας δεινάς τότε στενοχωρίας του εσυλλογίζετο την πρώτην του εργασίαν και τω ήρχετο σκέψις ν' αναβή εις τον Άγιον Γεώργιον, να βάλη μετάνοιαν εις τον Γέροντα και να ζητήση συγχώρησιν από την Μοίραν του. Φοβεραί της στενοχωρίας του παρετείνοντο αι νύκτες τότε.

Μου ωμίλησες περί της Σικελίας. Εις την Σικελίαν θέλουν και οι Άουλοι να διέλθουν το γήρας των. — Ναι, αγαπητή μου. Τα κτήματά μας είναι πλησίον. Είναι μία θαυμασία παραλία, όπου το κλίμα είναι ηπιώτερον και αι νύκτες γαληνιώτεραι παρά εις την Ρώμην . . . Εκεί η ζωή και η ευτυχία είναι ηνωμέναι. Έμειναν και οι δύο σιωπηλοί προβλέποντες το μέλλον. Εκείνος την έθλιψεν επί του στήθους του.

Καθώς με είδεςτον ύπνο σου Λαλεμήτρο, είπε τότε η Θωμαή. Εγώ σαράντα μέραις και σαράντα νύκτες άναβα τα κηράκιατην εκκλησίτσα του, και ελιβάνιζα την εικόνα του, σαράντα μέραις και σαράντα νύκτες, σαν να μου έλεγε κάποιος ότι κακό θα πάθης, και ο Μεγαλομάρτυς σου τα έφερνεν εκεί μπροστά σου, τα κηράκι μου και το λιβάνι μου.

Ναι μεν το είπεν, αλλά βεβαίως δεν θα ήτον ικανή να το κάμη ποτέ . . . Και η ιδία δεν το επίστευεν. Ούτω είχον διαρρεύσει πολλαί νύκτες από του τοκετού της Δελχαρώς, της Τραχήλαινας.

Έλα να λογαριάσωμε από την αρχή τι και τι μου έφερες. ΔΩΡ. Καλά λες, Μυρτάλη, ας τα λογαριάσωμε. Στην αρχή σου έφερα υποδήματα από την Σικυώνα δύο δραχμών• έχομε λοιπόν δύο δραχμές. ΜΥΡΤ. Ναι, μα κοιμήθηκες δύο νύκτες. ΔΩΡ. Και όταν ήρθα από την Συρίαν σου έφερα ένα βάζο με άρωμα της Φοινίκης, δύο δραχμών και αυτό, μα τον Ποσειδώνα.

Από ενενήντα δραχμές εξέπεσαν την άλλη μέρα εις ογδοήντα δύο, κ' έπειτα εβδομήντα, πενήντα, σαράντα, είκοσι, έως ότου δεν τους ήθελε πια κανένας σε καμμιά τιμή. Δε σου λέγω τι νύκτες περνούσα. Δεν κατώρθωσα όχι να κοιμηθώ αλλ' ούτε καν να σταθώ στον ίδιο τόπο πέντε λεπτά.

Μάθε ότι εις τους χορούς Των πολέμων, ως έσωσεν Η ανδρεία τον στρατιώτην, Ούτω εις αυτούς η ομόνοια Σώνει τα έθνη. Στροφή Α Ον, συ που η φαντασία Φλογώδης των θνητών 'Σάν πτερωμένην βλέπει Παρθένοντον αέρα, Ουράνιον έργον. 'Σ το μέτωπόν σου πάντοτε Άσβεστος λάμπει αστέρας, Ω Νίκη, συσσωρεύονται Τριγύρω σου ματαίως Νύκτες αιώνων.

Αλλά την στιγμήν που έκανα προπόσεις με χρυσά ποτήρια για καθένα από τους παρόντας και οι υπηρέται έφερναν το γλύκυσμα, έκραξες και μας έκανες άνω κάτω το συμπόσιον, αναποδογύρισες τα τραπέζια και όλα εκείνα τα πλούτη διελύθησαν ως όνειρον. Βλέπεις λοιπόν ότι δεν εθύμωσα εναντίον σου άδικα. Και τρεις νύκτες αν διαρκούσε αυτό το όνειρο, θα το έβλεπα ευχαρίστως.

Εγώ σε ερώτησα, είπεν η Τουρανδότη, ποίον είνε εκείνο το δένδρον που τα φύλλα του είνε από το ένα μέρος μαύρα, και από το άλλο άσπρα. Ετούτο το δένδρον, απεκρίθη ο Καλάφ, είνε ο χρόνος, ο οποίος είνε συνθεμένος από ημέρες και νύκτες. Ετούτη η απόκρισις εφάνη παρομοίως επαινετή εις όλους του Ντιβανιού, και έλεγαν ότι αυτή είνε αληθινή διάλυσις και έδιδαν χιλίους επαίνους εις τον Καλάφ.