United States or Austria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εκείνος την έθλιψεν επί του στήθους του μετά ζέσεως, έπειτα έλαβε τους κροτάφους της διά των δύο χειρών και την κατεφίλει εις το μέτωπον και τους οφθαλμούς· τέλος της διηγήθη την αναχώρησίν του, την άφιξη του, και πώς την είχε ζητήσει εντός των τειχών και εις την οικίαν του Λίνου, και πόσον είχεν υποφέρει, έως ότου ο Απόστολος του υπέδειξε το άσυλόν της.

Εστήριξε το χαριτωμένον πρόσωπόν της επί του ώμου του νεανίου. — Μάρκε, αγαπητέ μου! Δεν ηδυνήθη να είπη περισσότερα. Η χαρά, η ευγνωμοσύνη και η βεβαιότης ότι τώρα εκείνη είχε το δικαίωμα να αγαπά, είχον πληρώσει δακρύων τους οφθαλμούς της. Ο Βινίκιος την έθλιψεν επάνω του. Εκείνη είπε χαμηλοφώνως: — Σε αγαπώ, Μάρκε. Έμειναν πάλιν σιωπηλοί.

Ο Βινίκιος ακούσας τας λέξεις ταύτας της ευλογίας ώρμησε προς τον Πέτρον, και ο απόγονος αυτός των Κυριτών, όστις προσφάτως ακόμη δεν ήθελε να αναγνωρίζη πάντα ξένον ως άνθρωπον, έλαβε τας χείρας του γέροντος Γαλιλαίου και τας έθλιψεν ευγνωμόνως εις τα χείλη του.

Αλλά τις εκ των γερόντων συμπολιτών μου δεν έχει να διηγηθή περιπετείας, υπερβαινούσας συχνάκις κατά την δραματικότητα ό,τι η γόνιμος μυθογράφου φαντασία δύναται να συλλάβη; Προχθές έτι είς εξ αυτών έλεγεν ενώπιον μου πώς δεκαετή τότε τον είχεν αιχμάλωτον εις την οικίαν του Χίος Τούρκος, την δε ημέραν της απαγχονίσεως των ομήρων τον έφερεν εκ της χειρός εις τον δρόμον, όπως ίδη διαβαίνουσαν την πομπήν των μαρτύρων εκείνων• μεταξύ δε των αγομένων εις το μαρτύριον ήτο ο πατήρ του• και τον είδε τον πατέρα του, και αποσπασθείς εκ των χειρών του Τούρκου εχύθη εις τας πατρικάς αγκάλας• ο δε πατήρ ήρπασε τον υιόν, τον έθλιψεν επί του στήθους, του έδωκεν ένα ασπασμόν, ένα μόνον, και αποθέσας αυτόν κατά γης τον έσπρωξε μακράν του, ωσεί φοβούμενος μη συμπεριληφθή το τέκνον εις του πατρός την καταδίκην!

Πράγματι, ήτο φανερόν ότι η Λίγεια τον ανέμενε, διότι, αντί φαιού ενδύματος, το οποίον έφερε συνήθως, είχε φορέσει λευκήν εσθήτα εκ λεπτού υφάσματος, εκ του οποίου οι ωμοί της και η κεφαλή της ανεδύοντο ως ηράνθεμα εκ της χιόνος. Ολίγαι ροδόχροες ανεμώναι εστόλιζον την κόμην της. Ο Βινίκιος έθλιψεν εις τα χείλη του την χείρα της λατρευτής του.

Μου ωμίλησες περί της Σικελίας. Εις την Σικελίαν θέλουν και οι Άουλοι να διέλθουν το γήρας των. — Ναι, αγαπητή μου. Τα κτήματά μας είναι πλησίον. Είναι μία θαυμασία παραλία, όπου το κλίμα είναι ηπιώτερον και αι νύκτες γαληνιώτεραι παρά εις την Ρώμην . . . Εκεί η ζωή και η ευτυχία είναι ηνωμέναι. Έμειναν και οι δύο σιωπηλοί προβλέποντες το μέλλον. Εκείνος την έθλιψεν επί του στήθους του.

Τω έτεινε την χείρα ως παλαιά φίλη, εκείνος δε, ατάραχος, διηγήθη τα κατ' αυτόν, ευτράπελα, μ' ευγλωττίαν. Περί του παρελθόντος ούτε λέξεις και ότε ο νέος απήρχετο, η Αρσινόη του έθλιψεν εκ νέου την χείρα. Μετά χαράς είδεν ο Άγγελος τον Φωκίωνα. Οι δύο άνδρες ανενέωσαν τας προτέρας των σχέσεις.

Και ευχαριστήθηκα εις αυτήν την εκδίκησιν. Μα από το άλλο μέρος στοχαζόμενος πως δεν ήθελα ιδεί πλέον την πατρίδα μου, και τον πατέρα μου, ομοίως και την μητέρα μου και εδικούς, όντας σκλάβος, μου εφαίνονταν αυτή η σκλαβιά σκληροτέρα από τον θάνατον· πολλά με έθλιψεν εις τας πρώτας ημέρας· μα ύστερα κάνοντας από την χρείαν καρδίαν και υπομονήν, εδόθηκα όλος εις το να δουλεύσω τον αυθέντην μου με κάθε εμπιστοσύνην.