United States or Burkina Faso ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Φλέρης και ο Μιστράς τον κυττάνε εκστατικοί. Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΑχ! κύριε Τάσσο μου. Αχ! δε βαστάω πια. Δεν μπορώ να στο κρύψω. Θα με κολάση ο Θεός. Έλα, κύριε Τάσσο μου. Έλα, πρόφτασε. ΦΛΕΡΗΣΤι τρέχει; Τι είναι. Μίλα. Χάνω τα μυαλά μου. Αθεόφοβε τι είν' αυτό πού κάνεις; Ξέρεις τι κάνεις; Μίλα! Μίλα! Τι μου κρύβετε; Μιλάτε . . . Μ-ΑΡΓΥΡΗΣΑχ! κύριε Τάσσο. Σε γυρεύει η δυστυχισμένη.

Εκεί επάνω, εις τον κρημνόν, έβλεπε της νεράιδες, ένα πλήθος λευκοφορεμένων γυναικών, που ήσαν πιασμέναι εις χορόν, κ' εχόρευαν «στον καλό τους καιρό», κ' ετραγωδούσαν. — Και τι τραγούδι, έλεγαν, μάνα; ηρώτησεν η μικρά Τσιτσώ, εννέα ετών παιδίσκη, την μητέρα της. — Έλεγαν, κορίτσι μου : «Ακούτε μας· μιλάτε μας· ημείς, καλές κυράδες . . .» — Ήθελα κ' εγώ να τώβλεπ' αυτό, μάνα, είπεν ο Φάλκος.

Αυτό εύχομαι κ' εγώ, είπεν ο Αγαθούλης· γιατί λογάριαζα να την παντρευτώ και το ελπίζω ακόμα. — Σεις, αυθάδη! του απάντησε ο βαρώνος, θάχετε την αναίδεια να παντρευθήτε την αδερφή μου, πόχει εβδομήντα-δυο γενιές! Σας βρίσκω πολύ ξετσίπωτο να τολμάτε να μιλάτε για ένα σχέδιο τόσο θρασύ!

Να που έχουν πάρει τα μυαλά σου αέρα!» «Γιατί μιλάτε έτσι, ντον Πρέντουείπε ο Έφις με αξιοπρέπεια. «Το παλικάρι είναι ντόμπρο και καλό: δεν έχει ελαττώματα, δεν καπνίζει, δεν πίνει, δεν αγαπά τις γυναίκες. Θα κάνει περιουσία. Εάν το θελήσει μπορεί να βρει αμέσως δουλειά στο Νούορο.

Και εκείνος, καθισμένος πίσω, λαχάνιαζε γιατί τον πλάκωνε ένα βάρος μεγαλύτερο από το δισάκι από το οποίο ο ντον Πρέντου ήθελε να τον απαλλάξει. «Θεέ μου! Γιατί μιλάτε έτσι, ντον Πρέντου, σαν εχθρός των καημένων των ξαδερφάδων σας;» «Στο διάβολο να πάνε οι ξαδέρφες που έχουν πάρει τα μυαλά τους αέρα! Εκείνες είναι που με μεταχειρίστηκαν πάντα σαν εχθρό. Ας γίνει το θέλημά τους.

Τελικά ο ντον Πρέντου ρώτησε σχεδόν δειλά: «Κι εσύ τι λες;» «Για τι πράγμα μιλάτε;» «Νοέμι!», διαμαρτυρήθηκε η ντόνα Έστερ, αλλά ο αρραβωνιαστικός τής έκανε νόημα να σωπάσει και ξανάρχισε να τραβά το ύφασμα από τα γόνατα της μνηστής του. «Για τα μάγια μιλάμε! Να τα διαλύσουμε πριν παχύνω υπερβολικά. Πώς θα τα διαλύσουμε, λες εσύ; Έτσι, να έτσι! Στην υγειά εκείνου που μας βλέπει

Πληρώνω Άκουσες; ΤΡΟΦΙΜΟΣ. Καίσαρ, Ελληνικούς τους θέλεις νάνε; ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Βέβαια, ό,τι διαλεγμένο λογιέται σήμερα, στη γλώσσα της Ανατολής γραμμένο το θέλει η συνήθεια. Σιγά! Δεν την ξεθηλικώνουν έτσι την χλαμύδα, Ζω! ΤΡΟΦΙΜΟΣ. Ποιον; ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Δεν μίλησα. . . Πώς; είπα τίποτε; Τι κούρασι. . . Να μιλάτε χαμηλότερα κι' έχει τα νεύρα του. . . Ούτε πως γύρισα τον μέλει. . . Γιατί με κυττάζετε;

Είπε, και ζητωκράβγασαν οι Δαναοί, και γύρω χιλιόστομα αντιλάλησε απ' τη φωνή η αρμάδα, κι' όλοι τα λόγια παίνεσαν του θεϊκού Δυσσέα. 335 Τότες τους λέει ο Νέστορας, ο γερο-αλογολάτης «Ω Θέ μου! αλήθια σαν παιδιά στη συντυχιά μιλάτε αθώα, που δεν πιάσανε ποτές σπαθί στο χέρι.