Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Τώρα περάσανε σιμά μου χωρίς να μου αφήσουνε σημάδι, σα να μην είχανε ειπωθεί. Τα πήρα σαν τα τελευταία κύματα έπειτα από την τρικυμία, σαν την τελευταία αλαφρή φουσκοθαλασσιά έπειτα από την ταραχή του πελάγου. Χαμογέλασα με τη βεβαιότητα του νικητή, που την ξανακέρδισε πάλι, και την κοίταξα στα μάτια κ' είπα: — Τώρα όμως θέλεις να ζήσης; — Ναι, είπε. Θέλω να ζήσω για σένα και για τα παιδιά.

και προχωρούσε ολάρμενο κι αργό και σιγαλό κι ολόλευκο σαν την αυγή που ανέβαινε ολοένα και θέρμαινε και τη ζωή ξυπνούσε στο γιαλό, και τα κλειστά παράθυρα άνοιγαν ένα ένα. Καθόμαστε· σε κοίταξα, με κοίταξες αργά· το βλέμμα σου έφεγγε θαμπό σα σκοτεινό πετράδι. Μου φάνηκε πώς έτρεμε μη φύγη η αυγή γοργά και φτάση η μέρα σέρνοντας κοντά της το αχνό βράδυ.

Έσκυψα κ' έβρεξα με νερό τη γλώσσα και τα χείλη της και κοίταξα το πρόσωπό της όσο που θολώσανε τα μάτια μου και δεν έβλεπα τίποτε πια! Ωστόσο πίστευα πως είμαι κοντά της κι αν της έμενε μια ανάμνηση, πουάφταστη σε μένα, χωρισμένη απ' όλα όσα ονομάζουμε θνητή ύπαρξηγυρνούσε γύρω στην ίδια της ζωή, ήξερα πως είμουνα και γω εκεί μέσα.

Έπειτα μου έδωσε το χέρι κ' είπε: — Είμαι τόσο χαρούμενη, που είμαι πάλι σπίτι. Δεν μπορούσα ναπαντήσω τίποτε. Κοίταξα μόνο τους μαζεμένους μπροστά μου κ' ήξερα πως είχα εδώ την ευτυχία, που λίγες βδομάδες προτήτερα μόλις τολμούσα να την ελπίζω. Την άνοιξη, που ήρθε τώρα, τη θυμούμαι σα μια θάλασσα από άνθη, που γέμισε κάθε άδειο μέρος του σπιτιού μας.

Την κοίταξα καλά μέσα στα μάτια και της είπα: «Θεία Νοέμι, εγώ θα παντρευτώ την Γκριζέντα, επειδή μόνο η Γκριζέντα, φτωχή σαν κι εμένα, νέα και μόνη σαν κι εμένα, μπορεί να είναι η σύντροφός μου». Τότε η Νοέμι χλόμιασε σαν να ήταν νεκρή∙ φοβήθηκα και έφυγα. Έκλαιγα∙ σου το είπε; Έλα, Έφις, δεν με ακούς. Έλα! Να η θεία Έστερ.

Δεν μπορώ να περιγράψω με ποια περιφρόνηση μου απάντησε ο Σβεν, μια περιφρόνηση για κάθε λογική εξήγηση εκείνου που αιστανότανε και γνώριζε: — Όχι, δεν κοίταξα. Κοίταξα, μαμά; Κ' η μαμά τον παρηγόρησε βεβαιώνοντας πως δεν κοίταξε. Εμένα όμως μου είπε: — Δεν μπορείς να πιστέψης πόσες φορές έγινε το ίδιο πράμα. Είναι σα να με προαιστάνεται στον αέρα πως έρχουμαι.

Μου το έταξε ο θεός. — Νομίζεις ωστόσο πως θα μου φύγης γλήγορα; είπα. Ανατρίχιασα με τα λόγια μου κ' αιστάνθηκα πως λίγο έλειψε να μην μπορέσω να τα προφέρω. — Αυτό δεν το ξέρω, είπε και ξανακκούμπησε το κεφάλι απάνω μου. Ξέρω μόνο πως δε θα το κάμω ποτέ μόνη. Σώπασε και δε βρήκα και γω λόγο να της απαντήσω. Την κοίταξα. Είτανε πάλι απαράλλαχτη όπως τα ευτυχισμένα χρόνια μας.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν