Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Μαΐου 2025


Την αυγήν ο καραβοκύρης όταν εγνώρισε τα νησιά εκείνα μας λέγει· ηξεύρετε ότι εδώ κατοικούν άνθρωποι άγριοι, μαλλιαροί και πυγμαίοι εις το μέγεθος, ήγουν μίαν πήχυν το ύψος, και να μην αποτολμήσετε να βλάψετε ή να κτυπήσετε κανένα, διότι εν τω άμα μας θανατώνουν όλους.

Εμείς εκυτταζόμασθε ο ένας με τον άλλον, και όλοι είμεθα εκστατικοί εις μίαν τέτοιαν διήγησιν, και εστοχασθήκαμεν όλοι ότι ο κίνδυνος, εις τον οποίον είχεν ευρεθή, τον έκανε να μην ηξεύρη τι ομιλεί. Μα ο καραβοκύρης κρίνοντας ότι αληθώς είχε πείναν, επρόσταξε διά να του φέρουν να φάγη τόσον, όσον ήθελε χορτάσει έξη ανθρώπους πεινασμένους, ομοίως και φορέματα διά να τον σκεπάσουν.

Ο καραβοκύρης θέλοντας να δοκιμάση πού ήθελεν υπάγει να τελειώση αυτουνού η πείνα, επρόσταξε να του φέρουν άλλα τόσα φαγητά, ωσάν την πρώτην φοράν, τα οποία δεν εφτούρησαν περισσότερον από τα άλλα, με το να εκατέφαγε και αυτά ευθύς. Ημείς ελογιάσαμεν ότι αυτός θα εχόρτασε, μα εγελασθήκαμεν.

Όσον διά τα φορέματα, είπεν εκείνος, δεν μου κάνουν χρείαν, με το να στέκω πάντα γυμνός. Μα στοχάσου, του είπεν ο καραβοκύρης, ότι δεν είνε τιμημένον πράγμα να στέκης έμπροσθέν μας έτσι γυμνός. Ω! ω! απεκρίθη εκείνος με θυμόν, θέλετε λάβει καιρόν να με συνηθίσετε. Αυτή η θηριώδης απόκρισις μας έβαλεν εις κάποιες υποψίες και φόβον.

Όταν εβγήκεν έξω ο καραβοκύρης τον ερώτησαν οι πραγματευταί πόθεν ήρχετο· αυτός τους διηγήθη, ότι ήρχετο από τα παραθαλάσσια της Βαβυλώνος και εις το αναμεταξύ του ταξειδιού του εσυναπάντησαν ένα νησί, εις το οποίον εβγήκαν οι περισσότεροι πραγματευταί και ναύτες διά να περιηγηθούν· και άναψαν και φωτιάν διά να μαγειρεύσουν· εκείνο το νησί ήτον μία μεγάλη χελώνη, που εκοιμάτο εις την επιφάνειαν της θαλάσσης· και όταν αγροίκησε την φωτιάν, εσείσθη και εβυθίσθη εις την θάλασσαν, και όσοι επρόφθασαν να έμβουν εις το καΐκι εσώθησαν.

Τότε έδραμεν ο καραβοκύρης και οι άλλοι συντρόφοι του και πραγματευταί, οι οποίοι με αγκάλιασαν, με εφίλησαν και με εσυγχάρηκαν βλέποντές με υγιή· και λαμβάνοντας τες πραγματείες μου, εδιάλεξα τα πλέον εκλεκτά πράγματα της Βαβυλώνος και τα επρόσφερα δώρον εις τον βασιλέα Μιράγη διά τες περιποιήσεις που έλαβα παρ' αυτού· αυτός τα εδέχθη με μεγάλην ευχαρίστησιν και με αντήμειψε με άλλα δώρα ασυγκρίτως πλέον πολύτιμα.

Παρά τέτοια ντροπή, να γυρίσω και να με περιγελάη το χωριό, κάλλιο ναύτης αγνώριστος, ώσπου να με βοηθήση ο Θεός να γείνω και γω κάτι. Με βοήθησε ο Θεός. Γύρισα στον τόπο μου μερικά χρόνια κατόπι καπετάνιος, και με πάντρεψε η γριά μου. Είτανε μαζί μου κι ο Μοσκοννησιώτης ο καραβοκύρης, κι αυτός είταν που με βάφτισε Πολίτη , ο κανάγιας».

Ο πατέρας του ήταν καλός καραβοκύρης στο νησί μας· αλλά κάποια Κοντοσκαλιώτισα του εσήκωσε τα μυαλά. Και αν ήταν τα μυαλά, μικρό το κακό· του εσήκωσε όμως και το ψωμί των παιδιών του. Άφησε τέσσερα κορίτσα, τη γυναίκα του και τον Μανωλιό μικρόν κ' εκόλλησε μαζί της. Ούτε γράμμα, ούτε λεφτά έστελνε σπίτι του. Πού να χόρταση ο ρούφουλας!

Τότε όλοι του καραβιού με εβεβαίωσαν ότι έλαβον άκραν χαράν διά την ελευθερίαν μου· ευθύς μου έδωσαν και έφαγα αρκετά· έπειτα ο καραβοκύρης με ένδυσε με μίαν φορεσιάν ρούχα, βλέποντας τα δικά μου όλα ξεσχισμένα και μετά δύο ημερών αρμένισμα αράξαμεν εις ένα νησί, ονομαζόμενον Σενταχί, εκεί που βγαίνει το ξύλον Σαντάλιον, τόσον χρήσιμον εις την ιατρικήν.

Εγνωρίσαμεν με άκρον πόνον ετούτην την δυστυχισμένην αλήθειαν επειδή και εστάθη τρία μερόνυκτα πάντα τρώγοντας χωρίς να λάβη παραμικρόν ύπνον, το οποίον μας έρριξεν εις την υστερινήν απελπισίαν διά την κακήν μας κατάστασιν. Και ο καραβοκύρης δεν ήλπιζε ποτέ με τούτο το συμβάν διά να ιδή ποτέ την χώραν Γολκόνδα· οπόταν αιφνιδίως μας εφάνη να ιδούμεν τον αέρα να σκοτεινιάση επάνωθέν μας.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν