Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Μην κυττάς που ψευτίζουμε με τον καιρό. Φεύγουμε από τη μάννα και πάμε στην παραμάννα γι' αυτό. Δόξα σοι ο Θεός, εγώ δεν τόπαθα τέτοιο κακό. Έμεινα πάντα στον κόρφο της μάννας μου. — Αλήθεια· δόξα σοι ο Θεός! είπε ο Δημητράκης με λύπη. Μα εγώ δε μπορώ να το καυχηθώ για τον εαυτό μου. Εγώ έφυγα έφυγα κ' είνε ζήτημα αν θα μπορέσω να την ξαναυρώ. Για τούτο τώρα δε μπορώ να νοιώσω το κέντημά σου.
Δεν βουβαινόμουνα που είπα να αναιβούνε 'ς τη καρυά! Κ' εκράτει σφιγκτά τους κροτάφους της· της εφαίνετο ότι ήθελε να 'φύγη ο νους της. Ενίοτε δε διέκοπτε τας θρηνώδεις αναφωνήσεις της λέγουσα: — Δεν τούπα να μη πάρ' βακούφκα! Να κακό πάλι που μας ηύρε!
Όσο για το δεύτερο κανείς δεν το ξέρει». Ταυτίζει τη μορφή με την ουσία, τη θεωρεί μάλιστα κι ανώτερη. «Η τέχνη είναι συγχρόνως φόρμα και σύμβολο. Όσοι πάνε βαθειά από την επιφάνεια γυρεύοντας το σύμβολο το κάνουν για κακό δικό τους», λέει σαν καλός φορμίστας. Αγαπά τις γραμμές σαν αρχαίος έλλην ο νέος αυτός κι ασύγκριτος ωραιοπαθής.
Εκείνη επάλαιψε με τον κόσμο, ανάθρεψε γαρυφαλίτσα πρόσχαρη τη Λενιώ. Δεν έλεγεν όμως ποτέ να της δώση άντρα γέροντα. Ούτε καν εδιάβαινε στον νου της τέτοιο κακό.
Του κάκου ζητήσαμε, ας είταν και μια φορά, τον ηρωισμό, την αρετή, το κατιτίς εκείνο που τον έκαμνε τρομερό τον Ελληνισμό και στα περασμένα, μα και πολύ κατόπι, όταν κακό μεγάλο τη φοβέριζε την Ελλάδα. Κι ο λόγος πια τώρα δε φαίνεται δυσκολοξήγητος.
Τι πράμα και τι κακό σαν την πρωτοείδα την Πόλη! Τι απέραντη μερμηγκιά, τι λαμπρότη και τι ομορφιά! Εκείνα τα κυπαρίσσια, εκείνοι οι μιναρέδες κ' οι θόλοι!
Και μίαν ημέραν είπε: — Μα είντα διάολο, μέλι έχει αυτή η σουρσουράδα τση χήρας και δεν μπορεί να τήνε παραιτήση με τόσες προσβολές απού του κάνει; Η Πηγή η κακορρίζικη δεν τούκαμε κιανένα κακό και τον αγαπά που χάνεται κι' αυτός δεν έχει μάτια να τήνε δη. Είντα άνθρωπος είν' αυτός δε μπορώ να καταλάβω. Απεφάσισε δε να δώση τέλος εις αυτήν την κατάστασιν.
Κι όταν τώρα μου ήρθε αυτή η ανάμνηση τόσο καθαρά, όσο δεν μπορούνε να το αποδώσουνε τα λόγια, μου φάνηκε πως εκείνο, που είχα πει τότε, της έκαμε μιαν εντύπωση διαφορετική παρότι είταν το νόημά μου κ' ένοιωσα στην καρδιά μου μια κεντιά, σα να της έκαμα κακό δίχως να το θέλω. Μ' έκοψε λέγοντας: — Δεν μπορώ να το εννοήσω αυτό. Ούτε να πιστεύω, ούτε να μην πιστεύω ! Πρέπει να κάνω ένα από τα δυο.
Ούλη μου τη ζωή επέρασα τίμια, χωρίς ν' αδικήσω και να που εκατάντησα. Από τι; Από κάτι κακό που τόφερε η Τύχη. Δε νοιώθω τι είν' αυτά, μα είνε πολύ παράξενα. Ούλη μου τη ζωή τίμιος και για μια στιγμή παν όλα. Με βλέπουνε πως χάνομαι, βυθίζομαι και κανένα χέρι δεν απλώνει να με πιάση.
Και ύστερα κορδόνεσαι και θεωρείς ως δώρον και το μυαλό της κεφαλής και το μυαλό της ράχης, συ, του Δαρβίνου η μαϊμού, συ, δίπουν μαστοφόρον, συ, άνθρωπε θαυμάσιε, που κακό ψόφο νάχης. Βρέχε, ουρανέ, και νερό να ρίξης οπού να μας πνίξης. Βρόντα, κεραυνέ, κι' ας ανάψ' η σφαίρα όλη πέρα πέρα. Δίσκε της ημέρας, που ζωή μας είσαι, πάγωσε και σβύσε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν