Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Αλλά διά να τους δείξη ότι δεν ήτο απλώς Ναζαρηνός, αλλ' ανήκεν εις όλον τον κόσμον, τους υπέμνησεν ότι ο Ηλίας είχε βοηθήσει μόνον την χήραν την εις Σάρεφθα της Σιδωνέας, και ο Ελισαίος εθεράπευσε μόνον τον λεπρόν τον Σύρον.

Τι λες, καπετάν-Ηλία μ'; Έστειλε κάνιο ταλεύρια; Μας φάγανε ο κόσμος. — Τον είδεθ εθύ; άλλο τόθο τ' εγώ. Επανέλαβε πάλιν ο καπετάν Ηλίας, βραδύγλωσσος, εξακολουθών να ξεφορτώνη το κόττερον. — Δεν σου έδωκε κάνιο κανένα γράμμα; — Άφηθέ μας, θεια, άφηθέ μας, τ' έχουμε δουγιά!

Όλοι παρεδέχοντο ότι είχεν υψίστας αξιώσεις διά να επισύρη την προσοχήν. Άλλοι έλεγον ότι ήτο ο Ηλίας, άλλοι, ο Ιερεμίας και άλλοι, είς των Προφητών· αλλ' ο Ηρώδης προέβαλε την παραδοξοτάτην λύσιν του προβλήματος.

Να πώς τέλειωνε το τραγούδι: «Σαν κατεβαίν' η Πούλια προς το βουνό, ας πετάξη το Ουρί της Αυγούλας ανάμεσα στις Ιτιές, κι ας ράνη με τη δροσιά του τα φτερά του αηδονιού που το λαχταρεί». Ιτιές εκεί άλλες δεν είχε παρά μερικές κοντά στο ποτάμι, λίγα βήματ' από τον πύργο. Στάθηκε μια στιγμή ο Ηλίας σιωπηλός, να δη αν είτανε θάνατος ή ζωή. Είτανε ζωή.

Ο θάνατος τον οποίον του είχεν προείπη αν εφηρμόζετο είς τινα άλλον, θα εματαίωνεν αρά γε τον ιδικόν του; Αν ο Ιωάννης ήτο πράγματι ο Ηλίας, θα ηδύνατο να διαφύγη· αν δεν εγένετο φόνος δεν είχεν το πράγμα και πολλήν σημασίαν. Ο Μαναή ήτο εις το πλευρόν του και εμάντευσε τας σκέψεις του. Ο Βιτέλλιος τον εκάλεσε διά να του εμπιστευθή μερικάς διαταγάς προς την φρουράν, η οποία εφύλασσε την τάφρον.

Πηγαίνω τώρα να βρω τον πατέρα της, και να του τη ζητήσω. Προξενητάδες ο γυιος σου δε θέλει. Άφησέ τον, και παιδί δεν είναι. Η μάννα, που να είταν άλλη φορά, τα ρούχα της θάσκιζε, τώρα δεν είπε τίποτις, μόνο έκαμε το σταυρό της, που δεν είχε τον τόπο του ο μεγάλος ο φόβος της. Και πρι να προφτάξη να τονε ρωτήση ποια είταν η μάγισσα που τον αποτρέλανε, χάθηκε ο Ηλίας από μπροστά της.

Να της το μιλήση, Θεός φυλάξοι! Να της το γράψη, το πρόλαβε κι αυτό ο Προφήτης, που δεν αφίνει Τουρκοπούλα μήτε χαρτί μήτε καλέμι να πιάση. Άλλο από τραγούδι δεν έμενε. Τραγούδησε λοιπόν Τούρκικα ο Ηλίας, με σιγανή και καθάρια φωνή.

Έμενε κατά το πλάγι άνοιγμα μεγαλούτσικο, κι απ' αυτό τάνοιγμα πρόβαλε πρόσωπο που έλαμψε σαν τον ήλιο, και πάλι χάθηκε σαν την αστραπή. Είταν η Μελέκη, η πανώρια μοναχοκόρη του Χασάν Αγά. Από την ώρα εκείνη ησυχία δεν είχε ο Ηλίας. Στιγμή να καθίση δεν μπορούσε στο σπίτι. Γύριζε από δω κι από κει, ως τον κάμπο κατέβαινε, κατά τον αγάδικο τον πύργο. Τι γύρευε, δεν τόξερε μήτ' αυτός.

Αυτός ο Ναζωραίος τον προσέβαλε, και λόγος ισχυρότερος ότι έπρεπε να προηγηθή της ελεύσεως του Ηλία. Ο Ιακώβ αντέτεινεν. — Αλλ' ο Ηλίας ήλθε. — «Ο Ηλίας, ο Ηλίαςαπήντησαν τα πλήθη από άκρου εις άκρον της αιθούσης. Όλοι με την φαντασίαν παρετήρουν ένα γέροντα εις την πτήσιν ενός κόρακος, τον κεραυνόν πυρπολούντα ένα ναόν, τους ειδωλολάτρας ποντίφηκας πίπτοντας εις τους χειμάρρους.

Και μπήκε ο Χασάν Αγάς στον πύργο, και πήρε την ακρογιαλιά ο Ηλίας και πήγαινε, όχι στη μάννα που τον απάντεχε, μόνο στις ιτιές, κοντά στο ποτάμι. Εκεί τριγύριζε, αναστέναζε, ανέβαινε, κατέβαινε, κάθιζε, σηκώνουνταν, ώσπου βασίλεψ' ο ήλιος και σκορπίστηκαν ταστέρια στον ουρανό. Και παραμόνευε την Πούλια, και μετρούσε τις ατέλειωτες ώρες. Σα ψέμα του φαινότανε.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν