Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025


Ευθύς που οι ναύται έρριψαν την άγκυραν και έδεσαν το πλοίον εγώ βλέποντας έξωθεν κτίρια μεγαλοπρεπή, δεν επρόσμενα τας αδελφάς μου διά να με συνοδεύσουν, αλλ' όντας ανδρικά ενδεδυμένη έζωσα το σπαθί μου και εκίνησα προς την θύραν της πόλεως.

Αλλ' εις εμέ! εμέ! εμέ! που αυτά μόνον και μόνον επρόσμενα, δεν έπεφταν! — Η καρδιά μου της έλεγε «μυριάκις έχαιρεΚαι αυτή δεν 'με έβλεπεν! Η άμαξα επέρασε και έν δάκρυ μού στεκότουν στα μάτια.

Με όσην λύσσαν μάχονται αλεκτρυόνων ζεύγη, και καρτερούν οι θεαταί μετά παλμών και φρίκης τις εκ των δυο νικητής αγέρωχος θα έβγη, κι' ακούονται διθύραμβοι Πινδαρικοί της νίκης, και αποσπούν οι όνυχες τεμάχια κρεάτων, και χύνονται εγκέφαλοι, εντόσθια και μάτια, κι' οι πολεμούντες κολυμβούν εις χείμαρρον αιμάτων, ως να κοπή ο νικηθείς εις χίλια δυο κομμάτια, με τόσην ώρμησαν κι' αυταί η μια κατά της άλλης, της συμπλοκής των θεατής εγώ ευρέθην μόνος, και με παλμούς επρόσμενα κατάπαυσιν της πάλης, να 'δώ εις ποίαν θα δοθή το γέρας του αγώνος.

Ιδέ την το άνθος που λαχτάριζες, το 'μάδησεν εκείνος· ο Χάρος κληρονόμος μου, γαμβρός μου είν' ο Χάρος Αυτός εστεφανώθηκε την κόρην μου· και τώρα θα ξεψυχήσω, κ' εις αυτόν θ' αφήσω ό,τι έχω. Και η ζωή μου και το παν ανήκουν εις τον Χάρον! ΠΑΡΗΣ Τόσον καιρόν επρόσμενα να έλθη τούτ’ η 'μέρα, κι' αυτό το θέαμα εδώ μου έμελε να φέξη! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Κατηραμένη, άτυχη, πικρή και μαύρη 'μέρα!

Τα δυο του μάτια μεγάλα και λαμπρά, εγύριζαν φωτεινούς κύκλους την ίριδα κ' έβλεπαν υπερήφανα τον Κόσμο πριν τον λαχτίσουν στην ανυπαρξία. Νάτος! είπα ο θεόσταλτος άγγελος, ο χαλαστής και σωτήρας. Τον έβλεπα με μάτια ορθάνοιχτα και είχα σύγκρυο στην ψυχή. Από στιγμή σε στιγμή επρόσμενα σφυρί να πέση απάνω μου το φριχτό χτύπημα. Πάει τόρα η γη με τους καρπούς, πάει και η θάλασσα με τα ξύλα της!

Ουχί βεβαίως άψογον κατά την γλώσσαν και την στιχουργίαν, αλλ' απαράμιλλον κατά πατριωτικόν αίσθημα, φαίνεται ημίν και το κατωτέρω απόσπασμα εκ του αυτού ποιήματος: Πόσαις φοραίς από μακράν ανήλικο παιδάκι, Με δακρυσμένο βλέφαρο, μ' απόκρυφην ελπίδα, Ο δύστυχος εκύτταξα την καταχνιά του Πίνδου Μου εφαίνετο πως ήτανε καπνός από τουφέκι Κ' επρόσμενα, κ' επρόσμενα ν' ακούσω τη βοή του!

Και τότε μοναχός μου, την ώραν που επρόσμενα η νέα να ξυπνήση, ήλθα απ' τον τάφον μυστικά να την ελευθερώσω, κ' εις το κελλί εσκόπευα να την κρατώ κρυμμένην, έως να στείλω μήνυμα και πάλιν ‘ς τον Ρωμαίον. Αλλ' όταν έφθασα εδώ, λεπτά ολίγα μόλις πριν να την εύρω ξυπνητήν, τους ηύρα και τους δύο, τον Πάρην τον ενάρετον και τον πιστόν Ρωμαίον, αποθαμμένους καταγής.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν