Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Έπειτα είναι δυνατόν άλλος να σκεφθή πολλήν ώραν και επιτύχη, και άλλος γλήγορα. Επομένως ούτε εκείνο δεν είναι ακόμη περίσκεψις, αλλά απλώς ορθότης ως προς το ωφέλιμον, και δι' ό,τι πρέπει, και καθώς πρέπει, και όταν πρέπη. Έπειτα είναι δυνατόν να προμελετά κανείς ορθώς και γενικώς, αλλά και εν σχέσει προς κάποιον αποτέλεσμα.
Περί του ότι λοιπόν παραδέχονται ευλόγως κάθε άνθρωπον ως σύμβουλον, όταν χρειασθή αυτή η αρετή, επειδή νομίζουν ότι ο καθείς έχει μέρος από αυτήν, αυτά έχω να είπω· ότι δε νομίζουν εξ άλλου μέρους ότι αυτή η αρετή δεν είναι φυσικόν χάρισμα, ούτε έρχεται μόνη της εις εκείνον ο οποίος την έχει, αλλά κατόπιν διδασκαλίας και φροντίδος, τούτο έπειτα από το πρώτον θα προσπαθήσω να σ' αποδείξω.
Εις τούτον τον τρόπον ετελείωσεν ο Σεβάχ θαλασσινός την διήγησιν του εβδόμου και τελευταίου ταξειδιού του· έπειτα, επιστραφείς, προς τους περιεστώτας φίλους, τους λέγει· τι σας φαίνεται; ηκούσατε ποτέ συμβεβηκότα παρόμοια; ταξείδια πλέον παράδοξα; περιστάσεις τόσον φοβεράς, εις τρόπον που εκπλήττουσι κάθε άνθρωπον, κινδύνους και διά ξηράς και διά θαλάσσης, ώστε που μένει εκστατική η γλώσσα να τα διηγηθή, και ακοή να τα ακούση; όθεν μετά τοσαύτα παράδοξα συμβάντα, δεν είνε δίκαιον να αναπαύωμαι εις το εξής, να ξεφαντώνω, να ευθυμώ, και να ευφραίνομαι; Τότε απεκρίθησαν πάντες ομοφώνως· όντως ηρωικά σου τα έργα, γενναία τα κατορθώματα, ανεκδιήγητος η υπομονή, και ασύγκριτός σου η μεγαλοψυχία.
Λυπούμαι διά την βαναυσότητά σου, και αν η ανθρωπίνη αχαριστία ηδύνατο ακόμη να με εκπλήξη, θα εξεπληττόμην από την ιδικήν σου. — Πού είναι η Λίγεια; — Εις την λυκοφωληάν, δηλαδή εις του Νέρωνος. Ησύχασε και κάθησε. Εζήτησα από τον Καίσαρα δύο υποσχέσεις. Πρώτον ν' αποσύρη την Λίγειαν από την οικίαν του Αούλου και έπειτα να σου την παραδώση.
Μου έδωσε μια συναλλαγματική υπογραμμένη από τον ντον Πρέντου. Πώς μπορούσα να πω όχι; Έπειτα γύρισε εδώ. Μου είπε ότι τα λεφτά από τη Ρώμη τα έπαιξε με τον Μιλέζο και έχασε. Εγώ του είπα ότι θα πήγαινα την συναλλαγματική στον ντον Πρέντου. Τότε φοβήθηκε και μου έφερε μιαν άλλη με την υπογραφή της ντόνας Έστερ. Κι έτσι του έδωσα και άλλα χρήματα.
Έπειτα έχει και λεφτά στην τράπεζα.» «Τα μέτρησες εσύ, βλάκα; Α, Έφις, μα την πίστη μου σε ταΐζουν κουτόχορτο, αντί για ψωμί. Πες μου, πόσα σου χρωστάνε τώρα οι ευγενικές σου κυράδες;» «Τίποτα δεν μου χρωστάνε. Εγώ χρωστάω τα πάντα σ’ αυτές.» «Πάψε, γιατί θα σε ρίξω στο ποτάμι. Άκου, τώρα θα συνεχίσετε να κάνετε χρέη, για να συντηρείτε το νεαρό.
— Και όταν ήλθες εις τον εαυτόν σου, πού ευρέθης; ηρώτησεν η μοναχή. — Όταν άνοιξα τα όμματά μου, μου εφάνη ότι ήμουν επάνω εις μίαν κλίνην ζεστήν, και φωτία αναμμένη έκαιε πλησίον μου. Ένας αγνώριστος άνθρωπος έστεκεν επάνωθέν μου και μ' εκύτταζε με συμπάθειαν. — Και έπειτα; — Έπειτα δεν ενθυμούμαι πλέον. Εδώ σταματά η μνήμη μου. Ως φαίνεται έπεσα εις αρρώστιαν, η οποία διήρκεσε πολύν καιρόν.
Άμα πίη ο γέρων και κυριευθή υπό του Σειληνού μένει επί πολύ άφωνος και όμοιος με άνθρωπον τον οποίον έχει ζαλίσει και βαρύνει ο οίνος• έπειτα αίφνης ανακτά φωνήν λαμπράν, εύστροφον και μελωδικήν και εξ αφώνου γίνεται λαλίστατος, τόσον ώστε είνε αδύνατον ν' αποστομωθή και να παύση να ρητορεύη.
Προσεγγίσαντες λοιπόν εξήλθαμεν και ένεκα των μακρών κακοπαθειών εμείναμεν επί πολύ ξαπλωμένοι κατά γης• έπειτα εσηκωθήκαμεν και διηρέθημεν ούτως ώστε τριάκοντα μεν εξ ημών έμειναν να φυλάττουν το πλοίον, είκοσι δε και εγώ ανέβημεν να κατασκοπεύσωμεν την νήσον.
Όταν δε επέστρεψα και είχομεν δειπνήσει και επρόκειτο να πλαγιάσωμεν, τότε μου λέγει ο αδελφός μου ότι ήλθεν ο Πρωταγόρας. Έπειτα όμως εσκέφθην ότι είναι πολύ προχωρημένη η νυξ· ευθύς δε που ο ύπνος με ελάφρωσεν από τον κόπον, αμέσως εσηκώθην και εκίνησα να έλθω εδώ. Και εκείνος, αφ' ου εγέλασεν, είπε: — Ναι, μα τους θεούς, Σωκράτη, διότι μόνος του βέβαια είναι σοφός, δεν κάμνει δε και εμέ σοφόν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν