United States or Poland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δικαιολογεί την ύπαρξή της με τη μεγάλην αρχή του Δαρβίνου της επιβιώσεως του χυδαιοτέρου. Εμένα μ' ενδιαφέρει μονάχα η φιλολογία. ΕΡΝΕΣΤΟΣ. — Μα ποια είναι η διαφορά δημοσιογραφίας και φιλολογίας; ΓΙΛΒΕΡΤΟΣ. — Ω! η δημοσιογραφία δεν είναι για διάβασμα κ' η φιλολογία δεν διαβάζεται. Αυτό είναι όλο.

Μα ομπρός! ροβόλα ατρόμητος, σαν που παινιέσαι ως τώραΤότες του λέει κι' ο Δομενιάς, των Κρητικώνε ο πρώτος 265 «Πιστό, αρχηγέ μου, σύντροφο, θα μέ βρεις πάντα εμένα κατά πώς σ' τόταξα αρχικώς και σούδωκα το χέρι.

Να, αληθινά, πού κατέληξε ο ενθουσιασμός μας για τη μόρφωση. Κ' επιτέλους πήγαινε εσύ καλύτερα στην κουραστική κι άβολή σου φύση κι άφησέ με εμένα να διορθώσω τα δοκίμιά μου. ΚΥΡΙΛΛΟΣ. — Και γράφεις λοιπόν άρθρα! Τότε δεν είσαι πολύ συνεπής σε όσα προ ολίγου μόλις είπες.

Αυτό μ' έγγιξεν εκεί που με πονούσε. Τα γράμματά σου δεν ήρχοντο τακτικά, γιατί τα άνοιγαν στον δρόμο. Και δεν φθάνει, που δεν άφηναν μέσα τίποτε, μόνον ύστερα εντρέπονταν να τα φέρουν ανοιγμένα, και έτσι έμενα εγώ χωρίς ειδήσεις σου, κ' εκαθόμουν κ' έκλαια. Μολαταύτα δεν του είπα τίποτε. Τόσον καιρό υπόφερα, ας υποφέρ' ακόμα.

Τ' έχεις, φλογέρα, και μου κλαίς και μου παραπονιέσαι; Μη προμαντεύης θάνατο, μη προμαντεύης χάρο; Μη μ' εμπεζέρισες κ' εσύ και θέλεις να μ' αφίσης; Ή μήνα της αγάπης μου το χωρισμό θυμάσαι Και κλαις και θες τον πόνο μου να μερασθής μ' εμένα;

Φέρνε τους τη χαρά, να φεύγη ο πόνος σου. Αγάπησε τον κόσμο, νάχης αγάπη που ζούλια δεν ξέρει, που όλος ο κόσμος να την κλονίση δε σώνει. Εγώ είμαι η Αρετούλα σου, ναι. Μα δε με γέννησε Δέσπω εμένα. Ο αρραβωνιαστικός μου έμενα είνε απάνω, τόσο απάνω που μήτε τόνειρό σου δεν τονέ φτάνει. Είνε ταστέρι της καλωσύνης ο ουράνιος αυτός ο γαμπρός. Η αγάπη του όρια δεν έχει.

Και του έλεγε με σιγανήν και φοβισμένην φωνήν: «Τι σούφταιξα, Μανωλιό, και δε μου μιλείς, και δε στρέφεσαι να με δης; Τι σου φταίω εγώ αν ο αδερφός μου είνε κακός κι' ανάποδος; μήπως εμένα δεν με βασανίζη; νάξερες τι τραβώ κεγώ! ... Μαν ο Στρατής είνε κακός, μπορείς να πης κακό για μένα; κατέχεις το πόσο σ' αγαπώ· μα είντα μπορώ να κάμω; Θ' αφήσης να με δώσουνε του Τερερέ, να με κακομοιριάσουνε; δε με λυπάσαι

Εις αυτό δε το αναμεταξύ ιδού και έρχεται και η Τζελίκα διά προσταγής του βασιλέως έμπροσθέν του, η οποία ήτον συντροφιασμένη με την Καλεκάρην και τον Καμπούρ. Αχ, κακότροποι και άνομοι, εφώναξεν ο βασιλεύς· μη καρτερήτε μήτε ο ένας, μήτε ο άλλος από εμένα καμμίαν συμπάθειαν, που ετολμήσατε να μου κάμετε αυτήν την ατιμίαν.

Και αφού είπεν αυτά τα λόγια ο βεζύρης ετραβήχθη· και την ακόλουθον ημέραν λέγει του Σουλτάνου· η βασιλεία σου δεν ηξεύρει πως έχεις εις το περιβόλι σου ένα θησαυρόν· και εις τον ίδιον καιρόν του διηγήθη τα πάντα διά εμένα. Ο Σουλτάνος επάνω εις την διήγησιν του βεζύρη του επεθύμησε διά να με ακούση.

Πούρθε ο Γεροκουδούνας ύστερα, ο θρήσκος, που πήγαινε ταχτικά κάθε χρονιά μια βολά στην εκκλησιά, κ' ήξερεν όλα τα εκκλησιαστικά και τους είπε πως ανάμεσα από Σαββάτο και Δευτέρα πέφτ' η Λαμπρή. Κι' άλλα τέτοια μας είπε ο Μπαρμπούτας. Ως που με δείλιασε η φωτιά εμένα, και τυλιγμένος σε μια καπότα αποκοιμήθηκα στο χέρι. Με τα γλυκοχαράμματα διαβήκαμε τα Χαλάσματα.