Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025
Οι δ' επιβάται σκύπτοντες από των πλευρών του πλοίου έβλεπον την θάλασσαν, και αι γυναίκες έκραζον : ― Έπεσε εις την θάλασσαν! Σώσατέ την! Ο πλοίαρχος διέταξε να χαλαρώσωσι τα ιστία. Εκόπη του πλοίου ο δρόμος, και η λέμβος κατεβιβάσθη. Αλλ' ο άνεμος έπνεε δυνατός και είχομεν ήδη αφήσει οπίσω το άγνωστον εκείνο σημείον, όπου ηκούσθη ο απαίσιος ήχος, όπου η Ανδριάνα ερρίφθη εις το πέλαγος.
Τρέχει αυτοπροσώπως ο ίδιος μετά τινων πεζών και ολίγων εφίππων και προκαταλαβών έν μέρος όπου εστένευεν αρκετά ο δρόμος, εκτύπησεν, οπισθοδρόμησε και εδίωξεν εις τα οπίσω τους εχθρούς, αφ' ού τους επροξένησεν ικανήν ζημίαν.
Ήτον εκεί και περίμενε να με δη όταν θα παρουσιαζόμουν στ' ανοιχτό μέρος τον δρόμου. Πολλές φορές στράφηκα κι' αποχαιρετούσα το σπίτι της αγαπημένης μου, που τη φανταζόμουν να κλαίη ανάμεσα στ' άνθη· κη καρδιά μου μέσα έλεγε τα τρυφερότερά της λόγια. Αλλ' όταν ο δρόμος απογύρισε κένα ύψωμα έκρυψε το χωριό, μου φάνηκε ότι το βουνό κείνο καταπλάκωσε τη ψυχή μου.
Και αρχίζει πάλιν ο δρόμος ο ταχύς, και πολλάκις επαναλαμβάνεται, καθ' όσον μεταλλάσσει προ ημών μορφήν η γοητευτική οπτασία. Αποκάμνομεν πολλάκις τρέχοντες κατόπιν της, προσοχθούμεν ενίοτε, ολισθαίνομεν άλλοτε και πίπτομεν. Αλλ' εγειρόμεθα πάλιν ακάματοι και διώκομεν όση δυνάμει το μάγον όραμα, το πάντοτε προσμειδιών και πάντοτε νέον.
Τεσσεράμιση μίλια μάκρος είχε ο δρόμος της Αντιόχειας, που από τη μια μεριά πήγαινε παράπλευρα με τον ποταμό, κι από την άλλη σκεπαζότανε με στοά μεγαλόπρεπη απ' άκρη σ' άκρη. Κι όσο για νερά, όπου γύριζες να δης έτρεχαν, κ' είταν η μόνη πόλη που δε μάλλωνε ο κόσμος για νάβρη τόπο μες στα λουτρά.
— Μπρούλια τρίγκο. — Μάϊνα κόντρα! Μάϊνα φλέσι! — Μάϊνα γάμπιαις! — Μάϊνα φλόκια! Αι διαταγαί του πλοιάρχου αλλεπάλληλοι αντηχούσαν εν τω κυανώ του Ελλησπόντου όρμω. Ο δρόμος ανακόπτεται και η σκούνα πλήττουσα τα κύματα, ως καλή οικοκυρά εισέρχεται εις τον θάλαμόν της ν' αναπαυθή μετά τόσον κοπιώδη πλουν. — Πόντισον!
Πριν φθάση εις το μέρος, όπου ο δρόμος αποτόμως ανηφόριζε, καθώς διήρχετο έξω από ένα περιβόλι, φραγμένον με πυκνούς βάτους και θάμνους υψηλούς εν μέρει με τοιχογύρισμα, εντός του οποίου υπήρχον πολλών ειδών οπωροφόρα δένδρα, η Φραγκογιαννού κατά τύχην εσκόνταψεν εις τον δρόμον, έκαμε δε μικρόν θρουν, πεσούσα ελαφρώς επάνω εις ένα θάμνον. Αφήκε μικράν φωνήν ομοίαν με στεναγμόν.
Εμοίρασαν υστερώτερα στον καθέναν της διαφοραίς, οπού έπεφταν στο μερτικό του. τους ενθύμησαν της αναγγαίαις παραγγελίαις, οπού ήταν να συμαδεύουν, όσο το βολετό πλατύτερα, της παρατήρησαίς τους, και σε ύφος όχι απλό, για να της απηκάζουν όλοι οι σπουδαίοι με ευκολίαν, κι απέ τους εγχείρισαν και συστατικά για κάθε χωριό και χώρα, οπού να τους ήφερνε ο δρόμος τους, για ν' άχουν την άδεια να βγάζουν της Κυριακαίς και της Γιορταίς από κάναν δίσκο στης εκκλησίαις, και να μην στενοχωριούνται από τα χρειαζούμενα έξοδά τους.
Διήλθομεν την νύκτα οδοιπορούντες, χωρίς να γνωρίζωμεν πού πηγαίνομεν. Ήτο πολύς ο δρόμος και δύσκολος, η δε νυξ τρικυμιώδης, ο ουρανός ζοφερός, και η σελήνη εκ διαλειμμάτων εφαίνετο μεταξύ των νεφών. Και ημείς, πεινασμένοι, αγρυπνισμένοι, κατάκοποι, εφεύγομεν. Συχνάκις ετρομάξαμεν, νομίζοντες ότι ακούομεν κραυγάς, ή τουφεκισμούς, ή ίππων ποδοβολητόν.
«Το χιόνι ξακολουθούσε να πέφτη, ο βοριάς ξακολουθούσε ν' αγριοφυσάη, το κρύο ξακολουθούσε ν' αντρειεύεται και τ' άλογο ξακολουθούσε ν' αναιβαίνη αργά-αργά τον ανήφορο «γκρουπ-γκρουπ- γκρουπ-π π... ». Λίγος δρόμος μου είχε απομείνει ακόμα, όσο ν' αναιβώ στη ράχη, αλλά δεν τελείωνε ποτέ! Την υπομονή μου διαδέχονταν ανυπομονησιά και την ανυπομονησιά μου υπομονή!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν