Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Και μετά δισταγμού και φόβου εμβλέπων προς αυτήν και προς το βάρος της, διά νευμάτων, σαν να εζήτει να μάθη τον χρόνον του τοκετού, εψιθύρισε κατ' ιδίαν μασσημένους λόγους: — Έχει γούστο εις την τόση χαρά μου για το ταξείδι, να μου παρουσιασθούν και γεννητούρια, και ν' απομείνη ο Μιστόκλης με της εικόνες στα χέρια!

Ω κακότυχε, εφώναξεν ο βασιλεύς βλέποντάς τον πεσμένον από το άλογον, ετούτος είναι ο καρπός του δισταγμού σου και της απιστίας σου, εσύ δεν ηθέλησες να δώσης πίστιν, και ο προφήτης δικαίως σε επαίδευσε· και ύστερον κάνοντας να τον σηκώσουν, τον επήγαν εις το σπήτι του σακατεμένον.

Εδώ κάθομαι, σωστά, απήντησεν ο Τρέκλας. — Και πρωτήτερα δεν με είδες; — Δεν σε είδα. — Διατί εκρύβης; — Δεν εκρύφθηκα. — Είσαι πολλήν ώραν εδώ; — Τώρα ήλθα. — Λοιπόν δεν με είδες εκεί; — Κοιμώμουνα. — Εκοιμώσουν; Και λες ότι ήλθες τώρα; — Έχω ώραν εδώ. — Πόσην ώραν; — Αποβραδής εδώ είμαι. — Λοιπόν θα με είδες εκεί; είπε μετά δισταγμού ο ξένος, δείξας τον τοίχον. — Σε είδα, είπεν ο Τρέκλας.

Και να ο Έφις, νικημένος από τον ύπνο, νομίζει ότι ονειρεύεται μη μπορώντας ν’ ανοίξει τα βλέφαρα: βλέπει τον γέρο τυφλό να ανακάθεται, να στήνει αυτί, ν’ ακουμπά το χέρι στον κορμό της βελανιδιάς, να σηκώνεται και μετά από μια στιγμή δισταγμού να τον πλησιάζει και με το γαμψό του χέρι να τραβάει το δισάκι σαν να το ψαρεύει μες στο σκοτάδι.

ΜΑΛΚΟΛΜ Ίσως εκεί την χάνεις όπου εγώ του δισταγμού την αφορμήν ευρίσκω. Πώς έξαφνα παραίτησες γυναίκα και παιδιά σου, τα όντα τα πολύτιμα, τα καρδιακά δεσμά σου, και ούτε καν εστάθηκες να τ' αποχαιρετήσης! — Παρακαλώ, αν δύσπιστον με βλέπης, μη το πάρης ως της τιμής σου προσβολήν, αλλ' ως προφύλαξίν μου. Μπορεί να ήσαι αγαθός, όσον και αν διστάζω.

Μα πώς λοιπόν μου είπες, ότι ζη από τα χαρτιά; ηρώτησα εγώ περιέργως. Εστενοχώρησε δε, φαίνεται, πολύ την μητέρα μου η ερώτησίς μου, διότι μετά τινας στιγμάς δισταγμού επανέλαβε το διακοπέν πλέξιμόν της, και είπε με σιγαλοτέραν αλλά πολύ σοβαρωτέραν φωνήν. — Νά! βλέπεις που δεν έπρεπε να σου ειπώ τίποτε; Αυταίς δεν είνε ομιλίαις διά παιδιά. Πήγαινε τώρα να κοιμηθής, διότι είνε αργά.

Αλλ' αν είχε καταμετρήσει το βάθος του δισταγμού της κόρης, δεν θα ετόλμα, όσον και αν ήτο σκληρόκαρδος, να κινήση την νευράν ταύτην. Η ισχυρογνώμων επιμονή της μοναχής προεκάλει ακριβώς εν τη καρδία της νέας ανάμνησιν, ης η εξέγερσις έκαμνεν αυτήν να φρίττη.

Φέρ' ειπείν, ο Μωυσής είχε διατάξει την περιτομήν τη ογδόη ημέρα, και αν η ογδόη αύτη ημέρα ετύγχανε να είνε Σάββατον, εθυσίαζον άνευ δισταγμού την μίαν διάταξιν εις την άλλην, και με όλην την εργασίαν την οποίαν απήτει, εξετέλουν εν Σαββάτω την περιτομήν.

Και θα ωφελήσης ούτω το έθνος, διδάσκαλε, είπεν ο Σχολάριος. Ο Γεμιστός τον εθεώρησε με βλέμμα πλήρες δυσπιστίας. — Αλήθειαν λέγω, είπεν ο Σχολάριος. Μη έχης προκατάληψιν, ω Πλήθων. — Και όμως.., είπεν ο Γεμιστός μετά δισταγμού. — Αν έγραψα κατά σου, ω Πλήθων, δεν έπραξα τούτο εκ μίσους. Ουδεμίαν έχθραν έχω κατά σου. — Πιστεύω, είπεν ο Πλήθων. — Εις πάντα τα ζητήματα συμφωνούμεν.

Αίφνης όμως, προς τ' αριστερά, είδε πράγμα τι υψηλόν και φαιόν, ακίνητον, συγχεόμενον με την τεφράν όψιν του ορίζοντος. Η Μάρω άνευ δισταγμού έσπευσεν εκεί όσον ηδύνατο ταχύτερον, εκ φόβου μήπως την καταλάβη το σκότος. — Γιατί δεν πάμ' εμπρός, Μάρω μου; ηρώτησεν ο Γιάννος, εννοήσας την λοξοδρόμησιν.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν