United States or Cuba ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βράζανε μέσα τους οι Γότθοι, και καρτερούσαν την ώρα τους. Έτυχε τότες ο Μάξιμος κι ο Λουπικίνος να προσκαλέσουν τους δυο Γότθους Αρχηγούς Φριτιγέρνη κι Αλάβιβο στη Μαρκιανούπολη. Κ' ήρθαν οι δυο Αρχηγοί με μερικούς ανθρώπους τους σωματοφυλακή. Βλέπουν οι δικοί μας τους ακόλουθους τούτους, και τους κλείνουν απέξω από τις πύλες, φοβηθέντας αρπαγή. Ως τόσο οι Αρχηγοί απομέσα κάμνανε φαγοπότι.

Τέλος βαθύ μούγγρισμα στην άβυσσο αντήχησε και η θάλασσα εσήκωσε πελώριο κύμα καταπάνω μας. Το καΐκι επέταξε γοργόφτερο εμπρός. Και αμέσως μέγα κήτος εφάνηκε να πιάνη από άκρη σε άκρη τον κόρφο. Ήταν το γιούσουρι. — Να ιδώ! κ' εγώ να ιδώ!... Τρέχουν όλοι στην πρύμη να γνωρίσουν το στοιχειό. Το βλέπουν σκοτεινό κορμί και σταυροκοπούνται φοβισμένοι. — Εμπρός! λέγω στον καπετάν Στραπάτσο.

Γιατί οι γονείς του δεν μπορούσανε να βλέπουν ένα τόσο άσχημο πλάσμα κοντά τους και να συλλογίζωνται πως αυτοί το πλάσανε. Ο Γιαννάκης όμως είχε άλλην ιδέα. Η ζωή του άρεσε, ήτανε ευχαριστημένος που ήλθε στον κόσμο και δεν είχε κανένα παράπονο με τους γονείς του.

η κόραις· ο χοιροβοσκός και αυτός κατόπιν ήλθε· κ' έφερνε τρία διαλεκτά θρεφτάρι' απ' το κοπάδι. άφησ' εκείνατο λαμπρό περίφραγμα να βόσκουν, και αυτός γλυκά προσφώνησεν ευθύς τον Οδυσσέα· 165 «Ξένε, κάπως καλήτερα σε βλέπουν οι μνηστήρες, ή ακόμη σε καταφρονούντα μέγαρα ωσάν πρώτα

Αλλ' όταν το θείον στοιχείον εξηλείφθη από αυτούς, διότι ανεκατεύθη πολλές φορές με πολύ θνητόν στοιχείον και υπερίσχυσε το ανθρώπινον ήθος, τότε πλέον, επειδή δεν είχαν την δύναμιν να βαστάσουν τας παρούσας ευτυχίας των, έκαμναν ασχημίας, και εις εκείνον, ο οποίος ημπορεί να βλέπη, εφαίνοντο καθαρά άξιοι αποστροφής, διότι έχασαν από τα πολυτιμότερα πράγματα τα ωραιότερα, εις εκείνους δε, οι οποίοι δεν είχαν την δύναμιν να βλέπουν ζωήν, η οποία βαδίζει εις την αληθινήν ευτυχίαν, τότε ίσα ίσα τους ενόμιζαν προ πάντων ότι είναι οι καλύτεροι από όλους και οι πλέον ευτυχισμένοι, εν ώ κατείχοντο από το πάθος να αυξήσουν αδίκως τον πλούτον και την δύναμίν των.

Ήρθε καιρός να του κάμη η καψογυναίκα του τις εννιά του. Παίρνει τον Παπα-Ξυδέα πάλι και παίρνει σπερνά, που έφτιασε, και παίρνει προσφορές και λιβάνια να πα να τόνε διαβάσουν. Πάνε στο κοιμητήρι, διαβαίνουν τα μνημούρια, φτάνουν και στου μαβρο-Λίακα τον τάφο. Τηράνε, τι να ιδούνε! Βλέπουν να κάθεται απάνου στον τάφο του ένα μεγάλο σκυλί σα δαμάλι.

Και επειδή ήθελε και πάλιν να απευθύνη την προσευχήν του προς τον Λυτρωτήν, εγονυπέτησεν, εσταύρωσε τας χείρας και ύψωσε τους οφθαλμούς προς τους αστέρας, οίτινες επάλλοντο εκεί υψηλά, εις το άνοιγμα του καταπετάσματος. Η στάσις αύτη δεν ήρεσεν εις το πλήθος. Οι θεαταί είχον κουρασθή να βλέπουν εκπνέοντα πρόβατα. Εάν ο γίγας ηρνείτο να αμυνθή, το θέαμα θα απετύγχανεν.

Δε βλέπετε, πως τον αηδιάζει ό,τι κατέχει; Ο Πλάτων είπε, δω και τόσον καιρό, πως τα καλύτερα στομάχια δεν είναι κείνα, που αρνιούνται όλες τις τροφές. — Αλλά, είπε ο Αγαθούλης, δεν υπάρχει ηδονή στο να κριτικάρη κανείς τα πάντα, να αισθάνεται ελαττώματα, εκεί που οι άλλοι νομίζουνε, πως βλέπουν ομορφιές; — Πάει να πη, απάντησε ο Μαρτίνος, πως είναι μια ηδονή το να μην έχης καμιά ηδονή!

Οι ανόητοι, που δεν βλέπουν ότι από την θέσιν κυρίως τίποτε δεν εξαρτάται, και ότι εκείνος που έχει την πρώτην σπανίως πρωταγωνιστεί! Πόσοι βασιλείς διευθύνονται από τους υπουργούς των, πόσοι υπουργοί από τους γραμματείς των!

Δεν βλέπεις το γουρούνι ότι κρατεί ξύλα στο στόμα του; Είνε σημείο σίγουρο ότι θάχωμε βροχή. Ο γιανίτσαρος έπτυσεν, ως κάμνουν οι Μουσουλμάνοι όταν βλέπουν το ακάθαρτον ζώον, και είπε χλευαστικώς προς τον παπάν ότι άφηνεν εις τους χριστιανούς την ανοησίαν και την ασέβειαν να θεωρούν τους χοίρους προφήτας, και ανεχώρησεν.