United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Καλάφ έστεκε πολλά επιμελής διά να ακούση τα όσα η γραία του εδιηγούνταν, και της είπε. Μου φαίνεται, μητέρα μου, πολλά δύσκολον, ότι η βασιλοπούλα θα είναι τόσον σκληρή και θα χαίρεται τον θάνατον τόσων βασιλοπούλων νέων· και το περισσότερον που αυτά τα βασιλόπουλα είναι τόσον άφρονα, να υπάγουν να κινδυνεύουν την ζωήν τους εις τέτοιον τρόπον, μη παίρνοντας παράδειγμα ο ένας από τον άλλον.

Είνε δύο χρόνοι που ο βασιλεύς της Θέμπας έστειλε και την εζήτησε διά γυναίκα του με το να ήκουσε την φήμην της. Ο πατέρας της έχοντας επιθυμίαν διά να κάμη με αυτόν εδικοσύνην, το ανήγγειλε της θυγατρός του. Αυτή η υπερήφανη βασιλοπούλα με το να της εφαίνοντον οι άνδρες ένα πλάσμα καταφρονεμένον, και έχοντας πολύ μίσος προς αυτούς, εδέχθη με καταφρόνεσιν την συμβουλήν του πατρός της.

Ανάμεσα στους πολλούς υπάρχονταν και κάμποσοι πλούσιοι πατριώτες μας κι' η Βασίλισσα μας, η Όλγα, με το Διάδοχο τον Κωνσταντίνο και το δεύτερο της παιδί, τον Γεώργιο. Ο πόνος της Πατρίδας με τραβούσε στο παλάτι, που είταν κονεμένη η Βασίλισσα. Πήγα πολλές φορές, για να βλέπω τη Βασίλισσα και τα βασιλόπουλα από μακρυά. Εκεί γνωρίστικα μ' έναν υπηρέτη της βασιλικής συνοδείας.

Ας τον κάμωμεν να έμβη εις την κατοικίαν μου, εκεί που κανείς άνδρας έως τώρα δεν εσέβη. Και έτσι λέγοντας με επήραν και με έφεραν εκεί όπου εκατοικούσεν η βασιλοπούλα.

Η ώμορφη βασιλοπούλα, πουτο παραθύρι απάνου Με καρδιόχτυπο ακαρτέρει να δεχθή το ταίρι της, Βλέποντας τον τσακωμό τους τρέχει να τα ξεχωρίση, Όμωςαίματα πνιγμένα ταύρε η αγλύκαντη τα δυο. Κάποτ' ύστερα μια μέρα βούλιαξε το έρμο Κάστρο Κι' ούτε η κόρη εξαναφάνη.

Η Βασιλοπούλα εγύρισεν εις το παλάτι της πολλά ευχαριστημένη, και δεν έβλεπε την ώραν πότε να απολαύση το ποθούμενον επειδή και τότε της ήλθε εις τον νουν η μεγάλη ωραιότης εκείνου του Βασιλοπούλου που είδεν εις τον ύπνον της, διά το οποίον όλην εκείνην την ημέραν ευρίσκονταν ανήσυχη, και ούτε την νύκτα μίαν στιγμήν δεν ημπορούσε να αναπαυθή.

Σαν ετελείωσε το γλυκό τραγούδι, η βασιλόπουλα έσκυψε απ' το ψηλό παράθυρο και τα δάκρυά της στάζανε κάτω στο χώμα. Το φεγγάρι φιλούσε τα δάκρυά της και τάκανε μαργαριτάρια. Τότε το βασιλόπουλο σήκωσε ψηλά τα μάτια του και είδε δυο ζαφείρια. να λάμπουν, σαν άστρα, μέσα στο σκοτάδι του παραθυριού. Και σαν τα είδε είπε μέσα του: — Αυτά είναι τα μάτια της αγαπημένης μου.

Η Βασιλοπούλα εκοκκίνησε, διαρκούσης της ομιλίας, η οποία την έκανε καλώς να καταλάβη πως εστάθη γελασμένη· μα η αγάπη που αγροικούσε διά το Βασιλόπουλο της Περσίας δεν την άφησε να θυμωθή εναντίον του πλαστού Δερβύση. Τελείωσε, του είπε αυτή να μου φανερώσης εκείνο που έκαμες, και τι εκατώρθωσες εις τούτο το παλάτι της Μάγισσας.

Ως τόσον, ω αυθέντη μου, ακολούθησεν αυτή η βασιλοπούλα, εσύ με εξύπνησες, άνοιξες την πόρτα του καστελλιού, το οποίον εις εσένα δεν εστάθη αφανές· δεν έχω δίκαιον να αμφιβάλλω, αν εσύ είσαι ένας άνθρωπος, και το περισσότερον που με θαυμάζει είναι που είσαι ζωντανός· επειδή και είχα ακούσει από το στόμα του εξωτικού, ότι τα ζώα τα θανατηφόρα ήθελαν κατασχίσει όλους εκείνους, που ήθελαν πλησιάσει εις ετούτο το νησί· και διά ταύτην την αιτίαν εκαταστήθη ακατοίκητον.

Η βασιλοπούλα υπακούοντας εις την προσταγήν του πατρός της υπεσχέθη να με επιστρέψη εις την μορφήν μου· και ευθύς έδραμε, και έφερεν ένα βιβλίον με ένα μαχαίρι, και μας έφερεν εις μίαν κρυφήν αυλήν του παλατίου· και εκεί εσχημάτισε με το μαχαίρι ένα κύκλον εις την γην, και έγραψε μέσα εις τον κύκλον γράμματα Αραβικά με χαρακτήρας της Κλεοπάτρας· και διαβάζοντας κάποιους εξορκισμούς από το βιβλίον αιφνιδίως εσκοτίσθη ο αέρας, ωσάν να ήτον νύκτα.