Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Και αφού ετελείωσα την ιστορίαν μου την παρεκάλεσα και εγώ διά να μου διηγηθή και αυτή την εδικήν της. Αυτή άρχισε να την διηγηθή με τον ακόλουθον τρόπον. &Ιστορία της βασιλοπούλας Μάλκας, θυγατρός του Σερενδίβ, βασιλέως της Ινδίας.& Εγώ είμαι μονογενής θυγατέρα του βασιλέως του Σερενδίβ, νησίου της Ινδίας.

Αυτός έκλινεν εις την ζήτησίν μου. Και ούτως επήρα τον Σαέδ και δύο σκλάβους πιστούς μου, και εμίσευσα από την Αίγυπτον. Έβαλα ευθύς το δακτυλίδι το θαυμαστόν εις το χέρι μου· και δεν έκανα άλλο εις το ταξείδι παρά να συνομιλώ με τον Σαέδ διά την ευμορφιά της βασιλοπούλας, που επηγαίναμεν ζητώντας.

Ομολογώ ότι είναι δύσκολον να λάβη αυτήν την ευτυχίαν, επειδή και όποιος επιθυμεί να απολαύση αυτό, πρέπει να αποκτήση το θάρρος της βασιλοπούλας, το οποίον εσύ δεν ειμπορείς να το απολαύσης, αν δεν ήθελες απεράση εις την αυλήν του πατρός της, του βασιλέως της Κασμυρίας, εις φήμην αγίου ανθρώπου.

Ο αγαπητικός της Καλάφ εις την θεωρίαν εκείνης της ηλιακής μορφής της βασιλοπούλας, αντίς να αποκριθή εις το αίνιγμα, έμεινε βουβός και ακίνητος. Όλον το Ντιβάνι ευθύς εμβήκεν εις ένα μεγάλον φόβον, επειδή και όλοι επιθυμούσαν την νίκην του Καλάφ. Ο ίδιος ο Βασιλεύς έγινεν αχνός ωσάν το κερί, και επίστευεν ότι ο Καλάφ θα ήτο εις κακήν στάσιν και έμελλε να χαθή.

Όλη την ημέρα η όμορφη βασιλοπούλα σεργιανούσε μέσα στο μεγάλο περιβόλι και μιλούσε με τα λουλούδια και τα πουλιά, γιατί ήξερε τη γλώσσα τους. Μια μέρα ένα βασιλόπουλο, που στο μακρυνό του βασίλειο είχε φθάσει η φήμη της όμορφης βασιλοπούλας, πήδησε κρυφά μέσα στο περιβόλι και αντάμωσε τη βασιλοπούλα, την ώρα που κολυμπούσε μαζή με τους λευκούς κύκνους, μέσα στα νερά της λίμνης.

Δίπλα η Τένεδος εφύτρωνεν από το κύμα κατάξερη, κοκκινόμαυρη, με τις φτερωτές των μύλων χασκισμένες σαν να εζητούσαν ελεημοσύνη τον άνεμο· με τα κλήματα πρόθυμα στην ώρα ν' αναδώσουν τον ψυχόδροσο χυμό. Και κάτω στο μελαψό ακρωτήρι του Καραμπαμπά εμαύριζεν ίσκιος πελώριος, σαν να ήταν του Αχιλλέα ο ίσκιος κ' εζητούσε βασιλοπούλας αίμα στον τάφο του.

Το Τελώνιον με θυμόν της λέγει· ψεύδεσαι, τίνος είνε το τσεκούρι και τα παπούτσια εκείνα; Λέγει η βασιλοπούλα· εγώ ούτε τα είδα, ούτε ηξεύρω τίνος είνε· ίσως με την ορμήν που ήλθες τα έφερες μαζί σου, χωρίς να καταλάβης. Μετά ταύτα δεν ήκουσα άλλο, παρά κλαυθμούς και οδυρμούς της βασιλοπούλας που αλύπητα την έδερνε, και ευθύς έφυγα μακράν απ' εκεί.

Διατί όμως με αναγκάζεις εμένα να συγκλίνω εις την θέλησιν της βασιλοπούλας, και ότι εμπρός εις την ζωήν δεν πρέπει να κυττάζη κανείς τίποτε, διατί δεν κάμνεις τώρα εσύ εκείνο που με ερμηνεύεις; Σου δίδω κάθε δίκαιον, μου απεκρίθη αυτός, και γνωρίζω πως έσφαλα εις τα όσα σου είπα· και το ευρίσκω εύλογον, ότι είνε καλύτερον να χαθώμεν και οι δύο, παρά να κλίνωμεν εις την αγάπην δύο υποκειμένων τόσον ασχημοτάτων.

Δεν μου εστάθη τότε αδύνατον να απεικάσω ότι εκείνο το υποκείμενον με το οποίον συνωμιλούσα είχε με περιγελάση· εστοχάσθηκα ότι εκείνη ήτον καμμιά σκλάβα της Βασιλοπούλας, που ηθέλησε να περάση τον καιρόν της περιπαίζοντάς με. Τότε οι γυναίκες ωσάν μας είδαν εβάλθηκαν εις πολλά γέλοια. Και μία από εκείνες είπεν εκείνης που ήτον με εμένα.

Αλλ' η σιγή η απόλυτος μ' εξήγαγεν εκ της αφαιρέσεώς μου, ως αφυπνίζει τον κοιμώμενον επιβάτην η στάσις του σιδηροδρόμου. Και η κοιλάς του Ιλισσού μου έκαμεν εντύπωσιν του μαγευμένου δάσους των παραμυθιών, εις το οποίον, αντί της «βασιλοπούλας» εκοιμάτο η φαινομηρίς και γυμνόλαιμος «μπαρμπουνάρα» των λαϊκών θεάτρων.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν