Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Η ευκίνητος γραία επάτει επί χόρτων και χαμαιμήλων, κ' επί χλωρών ακανθών, ανήρχετο δε με βήμα κόρης, νεαράς βοσκοπούλας του βουνού, τον ανηφορικόν δρομίσκον.
Π. ήρχετο και παρήρχετο απ' έμπροσθέν μου, με τας χείρας πάντοτε δεδεμένας όπισθεν, με τους οφθαλμούς πάντοτε προσηλωμένους εις το άκρον του εν τω στόματι σιγάρου του, και με βήμα το οποίον καθίστα αδύνατον την εξακολούθησιν της διακοπείσης συνομιλίας μας. Εν τούτοις δεν παρήλθε πολλή ώρα, και επεφάνη ζωηρά και φιλομειδής η Μάσιγγα τρέχουσα προς εμέ.
Το στρογγύλον και παχυνθέν εκ της κλοπής σώμα του έλαμπεν υπό βαθύ και λάσιον τρίχωμα, οι οφθαλμοί του, κλειστοί συνήθως από της ραστώνης, ηνοίγοντο και διεστέλλοντο προ της ασθενεστάτης οσμής οιουδήποτε λιχνεύματος, και το αδρανές και συρόμενον βήμα του μετεβάλλετο αίφνης εις τίγρεως άλμα από του εδάφους επί την τράπεζαν και απ' αυτής εις την οδόν εκεί, αναρριχώμενος ταχύς επί την κορυφήν του πρώτου προστυχόντος τοίχου, ετρωγάλιζε μακαρίως την λείαν του, ένιπτεν έπειτα διά του ποδός την λιπάραντον μορφήν, και εξηπλούτο κατόπιν προς τον ήλιον, διά να κάμη την χώνευσίν του, ουδέ βλέμματος αξιών τα περιιπτάμενα πτηνά ή τας ενοχλούσας αυτόν μυίας.
Έπειτα ο ανάδοχος ηγέρθη και με βήμα ολίγον ασταθές περιήλθε την τράπεζαν δίδων τα «μαρτυρίκια». Όταν δε έφθασεν εις το μέρος όπου εστέκετο η Πηγή, της εψιθύρισεν, ενώ της έδιδεν όσα περισσότερα εικοσάρια περιέλαβεν η χερούκλα του από το βαλάντιον το οποίον εκράτει: — Χαρώ το θεό σου, Πηγιό! Η κόρη συνεταράχθη και με σβυμένην φωνήν του είπε: — Να τα χιλιάσης!
Επήδησα ταχέως έξω, εφόρεσα το υποκάμισόν μου, την περισκελίδα μου, έκαμα ένα βήμα διά να αναβώ. Άνω της κορυφής του βράχου, του οποίου η βάσις εβρέχετο από την θάλασσαν, θα έλυα την Μοσχούλαν, την μικρήν αίγα μου, και με διακόσια ή περισσότερα βήματα θα επέστρεφα πλησίον εις το κοπάδι μου.
Η λεωφόρος ήτο ευτυχώς έρημος περιπατητών, και η κυκλούσα γοητευτική ερημία εβράδυνε το βήμα ημών χωρίς να το θέλωμεν.
Και ο Νικίας, ο οποίος εξελέγη μεν ακουσίως στρατηγός, αλλ' εσκέπτετο ότι η πόλις κακήν έλαβεν απόφασιν συλλαβούσα το σχέδιον, υπό πρόφασιν εύσχημον και ευπρεπή, να κατακτήση όλην την Σικελίαν, ανέβη εις το βήμα και, διά ναποτρέψη τους Αθηναίους από την επιχείρησιν ταύτην, συνεβούλευσε τα εξής : 9.
Ευκίνητη πηγαίνει κι' όμως περίφοβη, κυττάζοντας σε κάθε βήμα μήπως πίσω από τα δέντρα προδότες είναι κρυμμένοι. Μόλις τη βλέπει ο Τριστάνος με τα χέρια ανοιχτά, τρέχει απάνω της. Τότε η νύχτα κι' ο φιλικός ίσκιος του μεγάλου πεύκου τους προστατεύουν. . ..
Λυπήθη τότε ο Αστροπιός πεσμένο σαν τον είδε, και τρέχει τους οχτρούς κι' αφτός με πάθος να χτυπήσει, μα αργά το σκέφτηκε, γιατί παντού ασπιδοφραγμένοι στέκανε γύρω στο νεκρό με πρόβαλτα κοντάρια. 355 Τι ο Αίας έτρεχε παντού, τους θάρρυνε τους μίλαε, οχ το νεκρό τους σύσταινε κανείς μήτε ένα βήμα να μην κωλώνει ή χώρια ομπρός να πολεμά απ' τους άλλους, Μον γύρω να βαρούνε εκεί κατάκοντα στημένοι.
Και όμως πρέπει έκαστος πολίτης εις πάσαν πόλιν, βήμα προς βήμα, τούτο και μόνον να επιδιώκη, πώς δηλαδή ούτε ο ίδιος να φανή κίβδηλος εις οποιονδήποτε αλλά ειλικρινής και φιλαλήθης, ούτε άλλος να υπάρχη τοιούτος και να τον απατήση.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν