Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Εφοβείτο να βαδίση εν τω σκότει, και θάρρους εστερείτο παντελώς. Σπινθήρ τις μόνον έφεγγεν εις το βάθος της συνειδήσεως αυτής, αλλ' ούτος μηδέν εξαρκών να φωτίση, καθίστα το σκότος πυκνότερον έτι εις το βάθος της ψυχής της. Η Αϊμά εν πρώτοις ησθάνετο ελέγχους συνειδήσεως μαστίζοντας αυτήν.

Ενεργείας ή δυνάμεως. Το είδος εις το υλικόν ον, και η συνέχεια εις τον χρόνον. Οία η γραμμή, ην ορίζει: μήκος άνευ πλάτους, και η επιφάνεια, ην επίσης στερητικώς ορίζει: μήκος και πλάτος άνευ βάθους. Όπως η στιγμή, ήτις είναι αδιαίρετος δυνάμει και ενεργεία. Η μεν στιγμή δεν έχει μήκος ούτε πλάτος ούτε βάθος, η γραμμή δεν έχει μήκος και βάθος, αλλά κλπ.

Ο παπάς, όστις δεν είχεν αποβάλει την φαιδρότητά του, ουδ' έπαυε ν' ανταλλάσση αστεϊσμούς και σκώμματα με τον μπάρμπα-Στεφανήν, στρεφομένος προς αυτήν ενίοτε της έλεγε·Να, γι' αυτόνε το Λαμπράκη, το γυιο σου, τα παθαίνουμε αυτά, παπαδιά·Κη τι πάθαμε με τ' δύναμ' τ' Θεού; απήντα η παπαδιά, ήτις κατά βάθος πολύ ανησύχει με αυτό το παράτολμον ταξείδιον.

Είναι απλούς ήχος, ευρεία έκτασις, εν ή καταφεύγει όλη ημών η περί αΰλου άγνοια, Επί πόσας μακράς ώρας παρεδιδόμην εις μελέτας επί των ομμάτων εκείνων, και ποσάκις, επί ολόκληρον θερινήν νύκτα, προσεπάθουν να τους διερευνήσω. Αι κόραι εκείναι έκρυπτόν τι εις το βάθος των, αόριστον . . . . και αυτού του φρέατος του Δημοκρίτου βαθύτερον, και μετά πάθους είχα επιδοθή εις την ανακάλυψίν του.

Ήτον η τελευταία φορά όπου θα έβλεπα εις τα ερημικά εκείνα μέρη την εξαδέλφην μου Μαχούλαν. Την πρώτην φοράν, προ ετών είκοσι, την είχα συναντήσει εις το βάθος δρυμώνος, πλησίον αρχαίου παμμεγέθους σηκού ή τεμένους εκ γιγαντιαίων μαρμάρων, το οποίον πιθανόν να ήτο ναός των θεών, της προ του Προμηθέως εποχής.

Ο πυθμήν δεν ήτο ορατός ένεκα του σκότους. Ο βοσκός ήτο τολμηρός, εξετύλιξε το σχοινίον, όπερ έφερε περί την οσφύν διά σκοπούς χρησίμους εις το επάγγελμα και προσέδεσε λίαν σφιγκτώς την άκραν αυτού εις τον κορμόν σχοίνου, το δε μήκος του σχοινίου κατεβίβασεν εις το βάθος της οπής.

ΑΓΓΕΛΟΣ Και λοιπόν ποιος κληρώθηκε θα πω κατόπι σε πύλες° τρίτος του Ετέοκλου τρίτου ο κλήρος από το βάθος πήδησε του χαλκού κράνους, τις Νήτιδες με το στρατό του να προσβάλη. Και τ’ άτια του στροφογυρνά, που μες στα γκέμια φρουμάζουν θέλοντας να πέσουν μες στις πόρτες, κι άγρια σουρίζουν οι χυμοί που απ’ τα ρουθούνια τα φουσκωμένα φυσομάνισμα γιομίζουν.

Κατά την κοινήν περί Ληρ θεωρίαν, ούτος είναι κατ' αρχάς υγιής μεν τας φρένας, αλλά κούφος εις το έπακρον, κενόδοξος και άκριτος· υπό την επήρειαν δε της παραφροσύνης ο ασθενής ούτος και άνους γέρων μεταβάλλεται μετέπειτα και αναδεικνύει πάθος τιτανικής αγριότητος και ευκρινή της καρδίας διάγνωσιν και ευρείαν των του βίου πείραν και ανελίσσει διά καταπληκτικής ευγλωττίας και δι' εμπνευσμένης οιονεί φωνής το ύψος και το βάθος της ανθρωπίνης φύσεως.

Είπε, και αυτοίτην προσταγήν υπάκουσαν κ' επήγαν·τον θάλαμο τον εύρηκαν χωρίς να τους νοήση· εκείνος ζητούσ' άρματατο βάθος του θαλάμου, 180 και αυτοίτα πλάγια στάθηκαν της θύρας κ' εκαρτέρουν, και ως πάτησ' ο γιδοβοσκός Μελάνθιος το κατώφλι,— καιτο 'να χέρ' είχε λαμπρό περίκρανο, πλατείαν εις τ' άλλο ασπίδα παλαιάν, και μουχλαραχνιασμένην, οπ' ο Λαέρτης ήρωας φορούσ' ότ' ήτο αγόρι, 185 ριμμένην τώρα, και η ραφαίς λυθήκαν των λουριών της,— επάνω τ' ώρμησαν οι δυο και απ' τα μαλλιά τον σύραν μέσα, και χάμαι βρόντησαν τον κατατρομασμένον. χέρια και πόδια του 'δεσαν αντάμ', αφού με τρόπον σκληρόν τα οπισθογύρισαν, ως ο Λαερτιάδης 190 επρόσταξ' ο πολύπαθος ο θείος Οδυσσέας και, αφού σχοινί του πέρασαν, 'ς την κορυφή του στύλου τον ανεβάσαν υψηλά τα πατερά να εγγίξη. και του 'πες με περίγελον, ω Εύμαιε χοιροτρόφε· «Τώρ', ως σου πρέπει, μαλακά, Μελάνθιε, πλαγιασμένος 195 θα ολονυκτήσης έξυπνος, και δεν θα σε ξαφνίση ερχόμεν' η χρυσόθρονη του όρθρου θυγατέρα απ' ταις ροαίς του Ωκεανού, την ώρα 'που συ φέρνεις τα ερίφια μες τα δώματα να φάγουν οι μνηστήρες».

Εκεί &εβίγλιζα&, ήτοι ήμην &καραούλιείχα δηλαδή σκοπιάν, μήπως φανή που ερχομένη ψυχή ανθρωπίνη, διαβάτου ή γείτονος, ώστε να τους δώσω εγκαίρως είδησιν να παύσουν, και να έλθουν ευπρόσωποι προς το μέρος που εκαθήμην. Εκόντευε μεσημέρι, και δεν είχεν ακόμη μισό μπόι βάθος ο λάκκος. Ο ιδρώς περιέρρεε τα μέτωπα και τους λαιμούς των. Εζήτησε να πίη νερόν ο Νικολός, αλλ' εστάθη.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν