Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


— Η Ελπίδα μ' ψυχούλα μ'. Η ανίκητη Ελπίδα μ' που φώλιαζε μέσα εδώ στην καρδιά μ' βαθυά! Ο Γιάννης κατέβηκε από το μουλάρι, η κάκω η Μήτραινα άνοιξε την αγκαλιά, και μάννα και παιδί έγειναν ένα σώμα από το σφιχταγκάλιασμα.

Η μεγαλήτερη ευτυχία του δεν είταν η αγάπη· ούτε η πατρική χαρά, που την έπαιρνε απλοϊκά σαν ένα πράμα τόσο φυσικό, σα να είταν αδύνατο ναπολάψουν οι γονείς από τα τέκνα τους άλλο παρά χαρά. Η ευτυχία του δεν είτανε γιατί, με όλη την πολύχρονη συζυγική ζωή, φώλιαζε πάντα στο σπίτι του το σπάνιο πουλί, που το λένε ανίκητη νιότη.

Μια όμως και προβάλανε στη μέση ο Λικίνιος και ο Μαξιμίνος, κι' ανταμωθήκανε στο Βυζάντιο, που μόλις το πήρε ο Μαξιμίνος κ' ήρθε και το ξανάρπαξε ο Λικίνιος , τι προκοπή μπορούσε να δη η δύστυχη η πόλη! Μόνο που δεν ξολοθρεύτηκε πάλι ολότελα. Πάσκισε μάλιστα ο Λικίνιος να την οχυρώση και να την κάμη ανίκητη. Την οχύρωσε, μα ολότελα ανίκητη δεν την έκαμε. Την είδαμε την τύχη της στα 323.

Ποιος τάχα να μ' εμπόδισε να πέσω μέσ' στον τάφο νεκρός κ' εγώ ναναπαυθώ στο πλάι εκείνης που ήταν στον κόσμο η καλλίτερη γυναίκα; Δυο ο Άδης ψυχές θα είχε αντί μιας, πιστά συνηνωμένες από μια πίστι ανίκητη, κι' η δυο μαζί τη λίμνη του κάτω κόσμου αχώριστες μαζί θα την περνούσαν. ΧΟΡΟΣ Εγώ είχα κάποιον συγγενή, που είχεν ένα μόνο παιδί μέσα στο σπίτι του, ο Χάρος του το πήρε.

Κάθε δειλινάκι, χειμών-καλόκαιρο, όταν έτρεμε ο ήλιος να βασιλέψη, άφινε την αργατειά της, και γνέθοντας πήγαινε ψηλά στη ραχούλα, στ' αγνάντια του χωριού, που δίνουν στο μάτι μεγάλο δρόμο, κι' εκεί κάθονταν, κι' αγνάντευε τη στράτα, ως μια ώρα μακρυά, όσο έκοβε το μάτι της, και με ανίκητη ελπίδα ακολουθούσε τους διαβάτες, που έρχονταν, και μοναχοκουβέντιαζε: — Να! αυτός είναι!

Το μεσοτοίχι που επίστεψεν ακλόνητο εκείνος, έγινε μαγνάδι αέρινο στην ανίκητη θέλησι της γυναίκας. Την κονταυγή όταν ο καπετάνιος ξενυχτισμένος εβαρυροχάλιζε κάτω στην κάμαρη, εξέφευγεν αχτίνα εκείνη από το πλευρό του κ' ερχόταν να πλύνη μαζί μας το κατάστρωμα.

Αγάπησα το πρόσωπο της θάλασσας, τους κόρφους, τα νησιά, τους θυμούς και τη γαλήνη της, μα τους θησαυρούς του βυθού της όχι· ποτέ! Από μικρός αισθανόμουν ανίκητη αηδία και τρόμο παράξενο εμπρός σε μια μηχανή. Δεν ξεύρω πώς μου εφαινόταν, δεν θυμούμαι πώς την επαρόμοιαζα, όχι όμως ποτέ με πλεούμενο, ευχή του θεού και καμάρι της θάλασσας.

Περισσότερη πεποίθηση είχε στο μεγάλο. Εκείνος ήταν αληθινά σοφός· και η σοφία στην απλή ψυχή της εφάνταζε για δύναμη φοβερή και ανίκητη. Την ίδια γνώμη είχε κι ο μακαρίτης ο άντρας της. Κ' εκείνος γράμματα πολλά δεν έμαθε. Τη δόξα των προγόνων του ακουστά μόνον τη γνώριζε. Έτρεφε όμως μέσα του παραδομένη από γενεά σε γενεά την ψυχή τους.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν