Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Τι έγιναν εκείνα τα χρόνια, μαννούλα μου! — Τι έγιναν εκείνα μαθές, παιδάκι μου! . . . Και τότε ίστατο και την έβλεπε και αυτός σιωπηλός και ακίνητος. Την εκύτταζεν, ως εν απορία προς το αιώνιον πρόβλημα της ζωής, το οποίον ιδού ανωρθούτο ενώπιόν του μαύρον, ως φάντασμα, ως ο σκελετός εκείνος με το δρέπανον . . . — Διατί να γηράσκωμεν! και διατί να αποθνήσκωμεν!

Αυτός δεν ηθέλησε να υπακούση, και όντας εκστατικός διά την ωραιότητά της, εσηκώθη διά να πέση εις τα γόνατά της με την απόφασιν διά να την αγοράση· μα έξαφνα έμεινεν ακίνητος, ωσάν ένας που χάνει τες αισθησές του, εις το να ιδή είκοσι άλλες νέες την μίαν ωραιότερην από την άλλην.

Σου είπα, δέσποτα, είπεν ο Φαναριώτης. Ξέχασες να ερωτήσης τους μελλονύμφους, αν θέλουν να παρθούν. Ο Παπάς εστράφη προς το ζεύγος και ηρώτησε μηχανικώς: — Θέλεις, Κουμπή, διά γυναίκα σου την Λελούδαν; — Την θέλω. — Θέλεις, Λελούδα, τον Κουμπήν;... Η Λελούδα δεν έσεισε την κεφαλήν. Έμεινε ακίνητος, κάτω νεύουσα, με απλήν και περισσήν σεμνότητα.

Ώστε, επειδή μέρη δεν μεταδίδουσιν εις άλλα μέρη την πρώτην εντύπωσιν, ήτις εις αυτά μένει ακίνητος και δεν μεταδίδεται εις το όλον ζώον, το παθόν την εντύπωσιν δεν την αι- σθάνεται. Και τούτο συμβαίνει εις τα οστά και εις τας τρίχας και εις όσα άλλα μέρη έχομεν εντός ημών, τα οποία αποτελούν- ται κατά το πλείστον εκ γης.

Άνελπις, απειρηκώς και μόλις αναπνέων ετρύπωσε μίαν ημέραν εις μίαν γωνίαν, και εκεί, ακίνητος, άμαχος, — τις οίδεν αν μετανοήσας ή μη διά το ληστρικόν αυτού παρελθόνετάφη υπό σωρείαν λίθων, τους οποίους εσφενδόνισαν αλλεπαλλήλως κατά της λιπότριχος κεφαλής του οι αδυσώπητοι αυτού διώκται.

Και δεν εφοβήθη, δεν υπέστη το ζοφερόν εκείνο αίσθημα της δεισιδαιμονίας, το ιδιάζον εις τας τοιαύτας παραλόγους πίστεις. Ησθάνθη μόνον θάμβος και κατάνυξιν. Ηθέλησε να τη αποτείνη τον λόγον, να απαγγείλη προσευχήν προ της εμφανίσεως ταύτης. Αλλ' η γλώσσα του έμεινεν ακίνητος.

Ποσάκις δακρύων εξ αγνώστου χαράς έμεινα κρυφά εις την γωνίαν εκεί κάτω ακίνητος, ως ο φιλάργυρος ο φοβούμενος μη κλέψωσι τον θησαυρόν του· έμεινα να βλέπω κρυφά-κρυφά την τρυφεράν αυτήν του Επιταφίου πομπήν, κατερχομένην από τον ανήφορον, εισπνέων βαθέως εν άσθματι ως εντός κήπου ανθέων, ως να ήθελον να ροφήσω διά μιας όλην εκείνην την μαρμαρυγήν, ως να ήθελον να χορτάσω όλην εκείνην την αχόρταστον μαγείαν!

Ο άνεμος ελαττούμενος πρό τινος είχεν εντελώς κοπάσει. Η θάλασσα ήτο ακίνητος. — Να σταθούμε λίγο να φάμε, όσο να πάρη το μαϊστραλάκι; Ηρώτησεν ο κυρ- Δημάκης, Ο καπετάν-Παρμάκης επεδοκίμασε την πρότασιν, και διηύθυνε την λέμβον προς την νησίδα, του αλιέως κωπηλατούντος, ενώ αυτός καταβιβάσας εδίπλωνε τα ιστίον, άχρηστον πλέον, θα ήτο δειλινόν.

Ο Σβάντε περπατούσε στα δάχτυλα μέσα στην κάμαρα του αρρώστου κ' η καρδιά του είταν γεμάτη από το αφάνταστο: πως θα πέθαινε ο μικρός αδερφός. Έστεκε ακίνητος πολλή ώρα και τον κοίταζε ή έσκυβε και του φιλούσε το μάγουλο. Κι όταν η μαμά συνήρθε από τη λιποθυμία της και μπήκε μέσα, πήγε και της αγκάλιασε το λαιμό με τα δυο του χέρια.

Σηκώνεται, πηδάει, φτάνει στο κρεββάτι του. Αλλοίμονο, κατά το πέρασμα, το αίμα χύθηκε άφθονο από την πληγή, στη φαρίνα. Να, ο Βασιληάς, οι βαρώνοι, και ο νάνος που κρατεί ένα φως. Ο Τριστάνος και η Ιζόλδη έκαμαν πώς κοιμούνται. Είχαν μείνει μόνοι στο δωμάτιο με τον Περινίς που κοιμώτανε στα πόδια του Τριστάνου και έμενεν ακίνητος.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν